ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Φεβρουαρίου 1998 με την εξής σύνθεση: ….
Για να δικάσει την από 29 Ιανουαρίου 1990 αίτηση :
του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.), το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Μιχ. Χατζηδάκη (Α.Μ. 6919), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κ α τ ά του ..........., κατοίκου Κηφισιάς Αττικής (.....), ο οποίος δεν παρέστη.
Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Ιδρυμα επιδιώκει να αναιρεθεί η 7824/1989 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Θ. Παπαευαγγέλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος Ιδρύματος, ο οποίος αφήνει το ζήτημα στην κρίση του Δικαστηρίου.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, σε αίθουσα του Δικαστηρίου, κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή για την υπό κρίση αίτηση κατεβλήθησαν τα νόμιμα τέλη (4549884-5/90 διπλότυπα της Δ.Ο.Υ. Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών) και το παράβολο (1435849, 3241287 έντυπα γραμμάτια).
2. Επειδή με την αίτηση αυτή το Ι.Κ.Α. ζητεί εμπροθέσμως και κατά τα λοιπά παραδεκτώς την αναίρεση της 7824/89 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, ακυρώθηκε η 237/20.4.88 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Αμαρουσίου και εκρίθη ότι έχουν κατ` αρχήν εφαρμογή και στην περίπτωση αυτού οι διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 5 του Α.Ν. 1846/51, όπως τροποποιήθηκε, περί χορηγήσεως υπό προϋποθέσεις μειωμένης συντάξεως γήρατος.
3. Επειδή η υπόθεση εισάγεται ενώπιον του Τμήματος υπό επταμελή σύνθεση, κατόπιν της 5367/96 παραπεμπτικής λόγω σπουδαιότητας (άρθρ. 14 παρ. 5 ΠΔ 18/89, Α 8) αποφάσεως του ιδίου Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση.
4. Επειδή, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 παρ. 2 ότι οι Ελληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, στο δε άρθρο 116 ότι οι υφιστάμενες διατάξεις που είναι αντίθετες στο άρθρο 4 παρ. 2 εξακολουθούν να ισχύουν ώσπου να καταργηθούν με νόμο, το αργότερο έως την 31 Δεκεμβρίου 1982 (παρ. 1) και ότι αποκλίσεις από τους ορισμούς της παρ. 2 του άρθρου 4 επιτρέπονται μόνο για σοβαρούς λόγους, στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος (παρ. 2). Η διάταξη αυτή του άρθρου 4 παρ. 2 του Συντάγματος, που αφορά προδήλως και τις σχέσεις κοινωνικής ασφαλίσεως, αφενός μεν απαγορεύει τη διαφοροποίηση του νομικού καθεστώτος των πολιτών με βάση τη διαφορά του φύλου, αφετέρου δε επιβάλλει την παροχή ίσων δυνατοτήτων και στα δύο φύλα. Αποκλίσεις από την αρχή αυτή επιτρέπονται μόνο εφόσον τίθενται ευθέως ή προβλέπονται συγκεκριμένα από ειδική διάταξη τυπικού νόμου και δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους.
5. Επειδή, το άρθρο 28 παρ. 5 του Α.Ν. 1846/51 (Α 179), όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 (εδάφ. β περίπτ. β) του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 4104/60, ορίζει ότι : "Εγγαμος ησφαλισμένη μετ` ανηλίκων τέκνων ή εν χηρεία τελούσα μετ` ανηλίκων τέκνων έχουσα συμπληρώσει το 50όν έτος της ηλικίας της και 5.500 τουλάχιστον ημέρας εργασίας, δικαιούται συντάξεως λόγω γήρατος ηλαττωμένης κατά 1/200 της πλήρους μηνιαίας συντάξεως δι` έκαστον μήνα ελλείποντα εκ του 55ου έτους της ηλικίας της, το ποσόν της οποίας δεν δύναται να είναι μικρότερον του προβλεπο- μένου κατωτάτου ορίου συντάξεως, εφ` όσον δεν τυγχάνει συνταξιούχος του Ι.Κ.Α., του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή ετέρου Οργανισμού κυρίας ασφαλίσεως". Κατά δε την παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 1759/88 (Α 50/18.3.88), που ίσχυε κατά το χρόνο που η ένδικη διαφορά είχε αχθεί, κατόπιν ενστάσεως του αναιρεσιβλήτου, ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Ι.Κ.Α., "Οι διατάξεις της περ. β του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 4104/1960 (Α 147) έχουν εφαρμογή και για τις ανύπαντρες μητέρες, για τις διαζευγμένες, καθώς και για τις ασφαλισμένες με παιδιά οποιασδήποτε ηλικίας που είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία. Η διάταξη της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και στους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπου από τις κείμενες διατάξεις της νομοθεσίας τους προβλέπεται η συνταξιοδότηση γυναικών με ανήλικα παιδιά". Η ως άνω διάταξη η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η διαζευγμένη με ανήλικα παιδιά που έχει συμπληρώσει το 50 έτος της ηλικίας της και 5.500 τουλάχιστον ημέρες εργασίας δικαιούται, εφόσον δεν είναι ήδη συνταξιούχος, μειωμένης συντάξεως γήρατος, αποσκοπεί, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του ΝΔ 4104/60 και ειδικότερα του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β περ. β αυτού με το οποίο τροποποιήθηκε η παρ. 5 του άρθρου 28 του ΑΝ 1846/51, στην κάλυψη της κοινωνικής ανάγκης της με τη διακοπή της απασχολήσεως, αλλά χωρίς τη στέρηση συντάξεως, αφοσιώσεως στην ανατροφή των ανήλικων παιδιών. Επομένως, η διάταξη αυτή, που δεν περιλαμβάνει και τον διαζευγμένο πατέρα με ανήλικα παιδιά, πρέπει, για να είναι σύμφωνη προς την αρχή της ισότητας και ενόψει των συγχρόνων κοινωνικοοικονομικών δεδομένων και αντιλήψεων, αλλά και για την ταυτότητα του λόγου και προς εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού του νόμου, να θεωρηθεί ότι καταλαμβάνει και αυτόν, εφόσον βεβαίως πληροί εξ ίσου τις προϋποθέσεις του νόμου, έχει δηλαδή, εκτός των άλλων, την αποκλειστική γονική μέριμνα των ανήλικων παιδιών. Αν και κατά τη γνώμη του Συμβούλου Φ. Κατζούρου, η ως άνω νομοθετική ρύθμιση αποσκοπεί στην προστασία της μητρότητας, αυτό δε συνιστά αποχρώντα λόγο για τη μη επέκταση της προστασίας αυτής και στους πατέρες.
6. Επειδή, στην υπό κρίση υπόθεση, με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής : Ο αναιρεσίβλητος, ασφαλισμένος του Ι.Κ.Α., έχοντας συμπληρώσει το 53ο έτος της ηλικίας του και 8.656 ημέρες εργασίας στην ασφάλιση του Ιδρύματος, ζήτησε με την από 9.9.87 αίτηση που υπέβαλε στο Υποκατάστημα του Ι.Κ.Α. Αμαρουσίου την χορήγηση σ` αυτόν συντάξεως γήρατος βάσει του άρθρου 28 παρ. 5 του Α.Ν. 1846/51, επειδή ήταν πατέρας ενός ανήλικου παιδιού, του οποίου είχε τη γονική μέριμνα λόγω διαζυγίου. Ο Διευθυντής του Υποκαταστήματος με την 2003/87 απόφασή του απέρριψε το αίτημα αυτό με την αιτιολογία ότι η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται μόνο στις μητέρες και όχι και στους πατέρες με ανήλικα παιδιά. Ενσταση του αναιρεσείοντος, με την οποία προέβαλε ότι η επίμαχη διάταξη είναι αντισυνταγματική, ως αντίθετη στην ισότητα των φύλων, απερρίφθη με την 237/20.4.88 απόφαση της οικείας Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής με την αιτιολογία ότι η διατήρηση της διατάξεως αυτής δικαιολογείται κατ` άρθρ. 116 παρ. 2 του Συντάγματος. Με τα δεδομένα αυτά, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι η διάταξη αυτή (άρθρ. 28 παρ. 5 του Α.Ν. 1846/51 όπως τροποποιήθηκε) είναι αντισυνταγματική ως αντίθετη στην ισότητα των φύλων κατά το μέρος που ευνοεί μόνο τις ασφαλισμένες μητέρες με ανήλικα παιδιά και επομένως θα πρέπει να εφαρμοσθεί και στους ασφαλισμένους πατέρες με ανήλικα παιδιά και συγκεκριμένα στον αναιρεσίβλητο που είναι πατέρας με ανήλικο παιδί, του οποίου έχει τη γονική μέριμνα λόγω διαζυγίου. Με τις σκέψεις αυτές, το εν λόγω διοικητικό δικαστήριο δέχθηκε την προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, ακύρωσε την απόφαση της Τ.Δ.Ε. και παρέπεμψε την υπό- θεση στα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. προκειμένου αυτά να ερευνήσουν αν συντρέχουν στο πρόσωπο του αναιρεσιβλήτου και οι λοιπές προϋποθέσεις για τη χορήγηση σ` αυτόν συντάξεως γήρατος κατ` εφαρμογή της επίμαχης διατάξεως. Η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου είναι ενόψει των ανωτέρω εκτιθεμένων σύμφωνη με το Σύνταγμα και το νόμο και επαρκώς αιτιολογημένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου μόνου λόγου αναιρέσεως ως αβασίμου.
7. Επειδή, κατόπιν αυτών, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση.
Διά ταύτα
Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση και.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 1998 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Απριλίου 1998.
Ο Πρόεδρος του Α Τμήματος Η Γραμματέας του Α Τμήματος
Τ. Κούνδουρος Ε. Κουμεντέρη
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δυνάμεως να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.