Τμήμα Γ΄
Επειδή, κατά την έννοιαν των συνδεδυασμένων διατάξεων των άρθρ. 1442, 1450 και 1451 ΑΚ, η υπό του εν δίκη περί διαζυγίου, εναγομένου, ως υπαιτίως κλονίσαντος την σχέσιν του γάμου και εντεύθεν παρασχόντος λόγον προς διάζευξιν, κατ’ άρθρ. 1442 εδ. α΄ ΑΚ, απλώς δε προς απόκρουσιν της, δια της αγωγής αποδιδομένης αυτώ υπαιτιότητος, άνευ ασκήσεως παρ’ αυτού ανταγωγής ή υποβολής αιτήσεως συνυπαιτιότητος, πρότασις περιστατικών διαφόρων μεν των εν τη αγωγή ιστορουμένων, συναπτομένων όμως λογικώς και ιστορικώς προς ταύτα, αναιρούντων δε την υπαιτιότητα, δεν συνιστά ένστασιν αλλ’ ητιολογημένην άρνησιν της αγωγής, επομένως ουχί πράγματα, εν τη εννοία του άρθρ. 559 εδ. 8 και 10 του ΚΠολΔ, τα αρνητικά δε ταύτα γεγονότα δύναται ν’ αποδείξη ούτος κατ’ ανταπόδειξιν και άνευ ιδιαιτέρας προς τούτο δικαστικής επιταγής, δια να ληφθώσιν υπ’ όψιν υπό του, εκτιμώντος τας αποδείξεις εν τω συνόλων των, δικαστηρίου. Εν προκειμένω, το δικάσαν Εφετείον, ως εκ της προσβαλλομένης αποφάσεώς του προκύπτει, κατά την ανέλεγκτον περί πραγμάτων κρίσιν του εδέχθη ότι δεν απεδείχθη το εις βάρος του αναιρεσείοντος-ενάγοντος ταχθέν θέμα αποδείξεως αλλ’ αντιθέτως απεδείχθησαν ανταποδεικτικώς περιστατικά εις βάρος του και κατέληξεν εις την απόρριψιν της αγωγής του. Όθεν, δεξάμενον το Εφετείον ανελέγκτως ότι ο, εις την σχέσιν του μεταξύ των διαδίκων γάμου, επελθών κλονισμός δεν οφείλεται εις υπαιτιότητα της αναιρεσιβλήτου-εναγομένης και απορρίψαν την ένδικον αγωγήν του αναιρεσείοντος, ουδαμώς παρεβίασε τον ουσιαστικόν κανόνα δικαίου του άρθρ. 1442 ΑΚ, ούτε παρά τον νόμον εδέχθη πράγματα, έχοντα ουσιώδη επιρροήν εις την έκβασιν της δίκης ως αληθή άνευ αποδείξεως, ούτε άλλως παρέλειψε να τάξη περί τοιούτων πραγμάτων απόδειξιν, και αι, περί του εναντίου αιτιάσεις, περί ως ο 6ος λόγος του κυρίου δικογράφου και οι υπ’ αριιθ. 1 (β΄ μέρος) 2 και 5 λόγοι του δικογράφου των προσθέτων, στερούνται βασιμότητος και είναι απορριπτέοι.
Επειδη κατά το άρθρ. 1387 ΑΚ «ο ανήρ αποφασίζει περί παντός ό,τι αφορά τον συζυγικόν βίον, ενόσω η απόφασις αυτού δεν παρίσταται ως κατάχρησις δικαιώματος». Εν προκειμένω το δικάσαν Εφετείον, ως εκ της προσβαλλομένης αποφάσεώς του δείκνυται, εδέξατο ανελέγκτως μετ’ εκτίμησιν των αποδείξεων ότι «ο αναιρεσείων ενώ είχε μισθώσει οικίαν δια την, μετά τον γάμον εγκατάστασίν του μετά της συζύγου του, ούτος εξηνάγκασεν αυτήν να κατοικήση μετ’ αυτού εν τη άνω μητρική (αδελφής και αδελφού) οικία…». Όθεν ο, περί παραβιάσεως της άνω διατάξεως, 5ος λόγος του κυρίου δικογράφου, εκ του εδ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθ’ όσον δε πλήττει την κρίσιν ταύτην του Εφετείου, η αιτίασις είναι απαράδεκτος.