Πρόεδρος: Βασίλειος Λαμπρίδης. Δικαστές: Α. Νάνος, Ν. Κασσαβέτης (εισηγητής). Δικηγόρος: Α. Σιώκος.
…Εξ άλλου από τις διατάξεις των άρθρων 1386, 1387, 1391, 1393, 1394 ΑΚ, όπως αυτές ίσχυαν πριν από το ν. 1329/1983 συνάγεται ότι εθεμελιώνετο απ` αυτές δικαίωμα για πλήρη σε χρήμα διατροφή της γυναίκας στη περίπτωση που αυτή από εύλογη αιτία αναγκάστηκε ν` αποστεί της έγγαμης συμβιώσεως. Το ποσό της στη περίπτωση αυτή καταβλητέας από τον άνδρα στη σύζυγό του διατροφής είναι ανάλογο προς τη κοινωνική του θέση, τη περιουσία ή τους πόρους του (βλ. ΑΠ 123/1970, 1164/1974 ΝοΒ 18.815 και 33.713 αντίστοιχα). Περαιτέρω από τη 1 Ιανουαρίου 1983 άρχισε όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 2 και 116 παρ. 1 του Συντάγματος να ισχύει η αρχή της ισονομίας των ελληνικής ιθαγένειας ανδρών και γυναικών. Για την εφαρμογή αυτής δημοσιεύθηκε ο ν. 1329/1983 που ισχύει από τη 18 Φεβρουαρίου 1983. Οι κανόνες που ο νόμος αυτός θεσπίζει εφαρμόζονται και στο από 1ης Ιανουαρίου 1983 μέχρι και της 17ης Φεβρουαρίου 1983 χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι προβλέπουσες τη παρατεθείσα ρύθμιση σε σχέση με το δικαίωμα διατροφής στη περίπτωση της διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως παραπάνω διατάξεις του ΑΚ, κατέστησαν κατ` άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος, ανεφάρμοστες ως αντικείμενες στην απ` αυτό θεσπιζόμενη παραπάνω αρχή.
Η εφαρμογή των σε σχέση με το παραπάνω δικαίωμα ρυθμίσεων του ν. 1329/1983 και κατά το από 1ης Ιανουαρίου 1983 μέχρι και της 17ης Φεβρουαρίου χρονικό διάστημα κατά το οποίο υφίστατο νομοθετικό κενό γίνεται, γιατί είναι εμφανές ότι αφού οι ρυθμίσεις αυτές είναι σύμφωνες με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 2 του Συντάγματος ο νομοθέτης θα προέβαινε στην ίδια ρύθμιση και αν η παρέμβασή του είχε τελειωθεί την 1η Ιανουαρίου 1983 (βλ. σχετ. Γ. Μαριδάκη, ΙΔΔ έκδ. Β` παρ. 10 σελ. 96, ΕφΑθ 1666/1983 ΕλλΔνη 24.306, ΕφΘεσ 1703/1983 Αρμ 38.28, ΕφΠατρ 629/1984 ΕΕΝ 51.598). Εκτός από τ` ανωτέρω πρέπει να λεχθεί ότι από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1391 ΑΚ όπως αυτές ισχύουν μετά το ν. 1329/1983 συνάγονται και τα ακόλουθα:
Η υποχρέωση της ισότιμης αναλογικής συμμετοχής των συζύγων στη κάλυψη των οικογενειακών αναγκών συνδέεται με την ύπαρξη της έγγαμης συμβιώσεώς τους, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν θεσμοποιείται αυτοτελής υποχρέωση διατροφής μεταξύ των συζύγων αλλ` αυτή εντάσσεται μέσα στη γενική υποχρέωση συμβολής στη κάλυψη των οικογενειακών αναγκών. Με τη διακοπή όμως της έγγαμης συμβιώσεως παύει και η υποχρέωση της ισότιμης αναλογικής συμμετοχής στις οικογενειακές ανάγκες, αφού με την επέλευση της διακοπής αίρεται η οικιακή κοινωνία των συζύγων και ανακύπτουν αυτοτελείς οι απορροφημένες απ` αυτή αμοιβαίες υποχρεώσεις των συζύγων για διατροφή τους και η κοινή υποχρέωσή τους, για διατροφή των τέκνων τους.
Ειδικότερα η γέννηση σε περίπτωση διακοπής της συμβιώσεως της υποχρεώσεως διατροφής σε βάρος του ενός και υπέρ του άλλου συζύγου προϋποθέτει (α) την ύπαρξη σε λανθάνουσα κατάσταση της υποχρέωσης λόγω του συσχετισμού των οικονομικών δυνατοτήτων των συζύγων ήδη από το διάστημα που υφίστατο η έγγαμη συμβίωση με τη μορφή της υποχρέωσης μεγαλύτερης συνεισφοράς του ενός στις ανάγκες της οικογένειας, άρα και της αντίστοιχης αξίωσης του άλλου να συμμετέχει στις μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες του πρώτου και (β) τη διακοπή της συμβίωσης για το σύζυγο που προβάλλει αξίωση διατροφής από εύλογη αιτία (βλ. Ι. Δεληγιάννη - Α. Κουτσουράδη, Οικ. Δίκ. Το νέο σύστημα ρύθμισης των συζυγικών σχέσεων, σελ. 190 επ.). Στη κρινόμενη περίπτωση η εκκαλούσα-ενάγουσα εξέθεσε στη παραπάνω αγωγή, κατύ εκτίμηση του δικογράφου της, που παραδεκτά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 224 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ βελτιώθηκε με τις προτάσεις της που υπέβαλε κατά την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συζήτηση της υποθέσεως, ότι ο εφεσίβλητος-εναγόμενος κατά μήνα Αύγουστο 1982 απέστη, χωρίς εύλογη αιτία, της έγγαμης συμβιώσεώς τους ότι τα μηνιαία εισοδήματά του ανέρχονται στο ποσό των 100.000 δραχμών και ότι εν όψει και της κοινωνικής του θέσεως η οφειλόμενη σύ αυτή, που στερείται εισοδημάτων, διατροφή ανέρχεται στο ποσό των 30.000 δραχ. μηνιαίως.
Με βάση το ιστορικό αυτό η εκκαλούσα-ενάγουσα ζήτησε με την αγωγή της αυτή να υποχρεωθεί ο αντίδικος της και στην αρχή κάθε μήνα του από της 4 Οκτωβρίου 1982, κατά την οποία αυτός περιήλθε σύ υπερημερία σχετικά με τη καταβολή σύ αυτή διατροφής και μέχρι της 31 Οκτωβρίου 1985 χρονικού διαστήματος καταβάλλει σύ αυτή γιύ ανάλογη διατροφή της το ποσό των 30.000 δραχ. Η αγωγή αυτή κατά το μέρος της που διώκεται η επιδίκαση διατροφής στην εκκαλούσα-ενάγουσα για το μέχρι και της 31 Δεκεμβρίου 1982 χρονικό διάστημα είναι, σύμφωνα με τύ ανωτέρω νόμιμη και στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1386, 1387, 1391, 1393 και 1394 ΑΚ, όπως αυτές ίσχυαν πριν από το ν. 1329/1983. Ως προς το άλλο όμως τμήμα της με το οποίο διώκεται η επιδίκαση διατροφής και κατά το από 1ης Ιανουαρίου 1983 μέχρι και της 3ης Οκτωβρίου 1985 χρονικό διάστημα η ίδια αγωγή που πρέπει να λεχθεί, ασκήθηκε μετά την έναρξη της ισχύος του ν. 1329/1983 είναι, σύμφωνα μύ όσα εκτέθηκαν αόριστη γιατί η εκκαλούσα-ενάγουσα δεν καθορίζει με την αγωγή της τις κατά τη διάρκεια της έγγαμης με τον αντίδικο της συμβιώσεως οικογενειακές ανάγκες τους για να προσδιοριστεί η ισότιμη αναλογική συμμετοχή των διαδίκων σύ αυτές και στη συνέχεια αν υφίσταται και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβιώσεώς του αξιώσεις συμμετοχής της στις με την αγωγή επικαλούμενες μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες του αντιδίκου της, ώστε αυτός να είναι υπόχρεως και κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα. Επομένως μετά απύ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390 και 1391 ΑΚ, όπως αυτές ισχύουν μετά το ν. 1329/1983 κρίθηκε η αγωγή αυτή με την εκκαλουμένη απόφαση και για το δεύτερο από τα παραπάνω χρονικά διαστήματα ορισμένη και για το λόγο αυτό πρέπει, μετά από (α) εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως κατά το μέρος της που έκρινε ορισμένη την αγωγή και κατά το τμήμα τούτο και (β) απόρριψη αυτού για την αιτία που αναφέρθηκε να εξετασθεί το βάσιμο του παραδεκτού λόγου της κρινομένης εφέσεως, ως προς το μέρος του με το οποίο η εκκαλούσα-ενάγουσα παραπονείται για την απόρριψη της αγωγής της και ως προς το σκέλος της που ανωτέρω κρίθηκε νόμιμο.