Έτος
1987
Νόμος / διάταξη που αφορά
Ν 1329/83
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες / προίκα
Σημασία απόφασης
Ακυρότητα σύστασης προίκας

 

…Με το άθρο 15 παρ. 2 εδ. 1 και 2 του ν . 1329/83 καταργούνται όλες οι διατάξεις του έκτου κεφαλαίου του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα (άρθρα 1406 έως 1437), που αφορούν την προίκα και ορίζεται ότι κάθε περιουσιακή επίδοση που αποτελεί σύσταση προίκας είναι άκυρη από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου (18.2.1983). Στο άρθρο 56 παρ. 1 του ίδιου νόμου, ορίζεται ότι οι προίκες που έχουν ήδη συσταθεί κατά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου αποδίδονται στη γυναίκα. Από το χρονικό αυτό σημείο η γυναίκα αποκτά αυτοδικαίως το πλήρες δικαίωμα στα προικώα. Η απόδοση δεν υπόκειται σε καμία φορολογία ή τέλος. Κατά το άρθρο 57 εδ. α' από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου η γυναίκα αποκτά αυτοδικαίως, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρυ ή τέλους, την κυριότητα των πραγμάτων που δόθηκαν στον άνδρα για προίκα κατά κυριότητα και σώζονται στην περιουσία του. Τέλος δε, στο άρθρο 59 ορίζεται ότι αν με διάταξη τελευταίας βούλησης, που συντάχθηκε πριν την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, καταλείφθηκε κάποιο περιουσιακό στοιχείο στον άνδρα για προίκα, το περιουσιακό στοιχείο περιέρχεται στη γυναίκα, εκτός αν είχε συσταθεί ήδη προίκα, οπότε εφαρμόζονται τα άρθρα 56 και 57 του αυτού νόμου.

Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, συνάγεται με σαφεια ότι από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού με τον οποίο υλοποιείται η συνταγματική αρχή της ισότητας των δύο φύλων, αίρεται η προίκα ως νόμιμη αιτία περιουσιακών επιδόσεων, (dotis causa) και καθιερώνεται η γενική αρχή της αποδόσεως των προικώων περιουσιακών στοιχείων στη γυναίκα (ΑΠ 565/84, ΝοΒ 33.430, Εισηγ.έκθεση, Αρμ 1986.749). Με βάση την αρχή αυτή, λόγω της ομοιότητας των ουσιωδών σημείων αλλά και της ταυτότητας του λόγου (Μπαλής,Γεν. Αρχ. έκδ. 8η, παρ. 9 σε. 26, Τούση, Γεν. Αρχ. έκδ. Β' σελ.56, σημ. 120) επιβάλλεται η αναλογική εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων και για την πλήρωση του νομοθετικού κενού σχετικά με τη ρύθμιση της τύχης των προσυμφώνων συστάσεως προίκας που καταρτίσθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, τα οποία πρέπει να θεωρηθούν κατά μετατροπή, ως προσύμφωνα μιας άλλης κύριας συμβάσεως (ΑΠ 565/84, ό.π., Κορνηλάκης, σχόλιο κάτω από τις ΕφΘεσ 1053/85 και ΜονΠρΘεσ 1562/85, Αρμ 1985.475 έως 479). Τέτοια δε σύμβαση, προκειμένου για προσύμφωνα στα οποία προικοδότης φέρεται ένας από τους υπόχρεους, σύμφωνα με τις προϊσχύσασες διατάξεις, για σύσταση προίκας, γονείς (γονική προίκα), είναι η σύμβαση παροχής προς τη γυναίκα, ειδικότερη μορφή της οποίας αποτελούσε πάντοτε η γονική προίκα, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1495, 1496 και 1499 ΑΚ που καταργήθηκαν με το νόμου αυτό, (1329/83) (Μπαλής,Οικογ. Δίκ. έκδ. Β' παρ. 147, αριθ. 4, Παπαστερίου, ό.π. σελ.753, αρίθ. 20, πρβλ. δε και Γαζής, Το νέο Οικ. Δίκ. Προβλήματα,1985, σελ. 74, ΕφΘεσ 1053/85 και ΜονΠρΘεσ 1562/85 ό.π.Εισ.Πρ.Θεσ. Γνμδ. Αρμ 38.190, με σύμφωνες παρατηρήσεις Μ.Ντούμα). Επομένως, από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, μόνον η σύζυγος δύναται να συμβληθεί με τον υποσχεθέντα τη σύσταση προίκας γονέα και μόνον αυτή νομιμοποιείται ενεργητικώς να στραφεί κατά του ίδιου (και σε περίπτωση θανάτου κατά των κληρονόμων του) και να ζητήσει με αγωγή της την καταδίκη του σε δήλωση βουλήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 949 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που αρνείται να εκτελέσει την από το προσύμφωνο προκύπτουσα υποχρέωση για κατάρτιση πιο πάνω συμβάσεως (ΑΠ 565/84 ό.π., ΕφΘεσ 1053/85 ό.π.).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η μητέρα της εναγομένης συζύγου του, με το αναφερόμενο σ αυτή συμβολαιογραφικό προσύμφωνο, υποσχέθηκε προς αυτόν τη σύσταση προίκας υπέρ της συζύγου του και ότι η τελευταία, μετά τον θάνατο της μητέρας της αρνείται να προβεί στην κατάρτιση της οριστικής συμβάσεως. Γιαυτό ζητεί την καταδίκη της εναγομένης σε δήλωση βουλήσεως. Η αγωγή αυτή είναι απορριπτέα για έλλειψη ενεργητικής αλλά και παθητικής νομιμοποιήσεως, δεδομένου ότι σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, την αγωγή για καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως την μετέχρεται η σύζυγος ως ενάγουσα και εκείνος που υποσχέθηκε (ή οι κληρονόμοι του) ως εναγόμενος, ιδιότητες τις οποίες, στην κρινόμενη αγωγή δεν έχουν ούτε ο ενάγων, ο οποίος για πρώτη φορά εμφανίζει τον εαυτό του ως δανειστή της εναγομένης με τις προτάσεις που κατέθεσε στην παρούσα συζήτηση, ασκεί πλαγιαστική αγωγή σύμφωνα με το άρθρο 72 ΚΠολΔ και πάλι είναι απορριπτέα για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως, αφού όπως προαναφέρεται οφειλέτης από το προσύμφωνο αυτό, παραμένει εκείνος που ανέλαβε την υποχρέωση για σύσταση προίκας ή οι κληρονόμοι του (βλ. Μπρίνιας, Αναγκ. εκτ. έκδ. Β' σελ. 657 παρ. 238α). Είναι δε αυτονόητο ότι και αν υποτεθεί η εναγομένη ως μοναδική κληρονόμος,της μητέρας της, που υποσχέθηκε την σύσταση προίκας, δεν συντρέχει και πάλι περίπτωση να στραφεί εναντίον της λόγω της επερχόμενης σύγχυσης, δηλαδή της ενώσεως των ιδιοτήτων δανειστή και οφειλέτη στο ίδιο πρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 453 ΑΚ (Μπαλής,Ενοχ. Δίκ. έκδ. 3η παρ. 146 σελ. 458, Γεωργιάδη - Σταθόπουλου,ΕρμΑΚ άρθρο 453 αριθ. 3 (Πολυζωγόπουλος). Δεδομένου ότι η εναγομένη που απουσιάζει δεν έχει έννομο συμφέρον ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (Ράμος, Αστ. Δικ.Δίκ., παρ. 98, ΙΙΙ Α, σελ. 231) δεν συντρέχει περίπτωση καθορισμού παραβόλου και εξόδων ερημοδικίας.