Έτος
1988
Νόμος / διάταξη που αφορά
1514 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες γονείς / διαζύγιο, γονική μέριμνα
Σημασία απόφασης
Ισότητα των φύλων - Ανάθεση εξ ολοκλήρου στον πατέρα γονικής μέριμνας

 

…Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510, 1511, 1512 και 1514 του ΑΚ, όπως αυτά ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με το άρθρο 17 του ν. 1329/1983, σαφώς συνάγεται ότι η γονική μέριμνα,στην οποία περιλαμβάνεται η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου,η διοίκηση της περιουσίας αυτού και η αντιπροσώπευση του ασκείται από κοινού υπό των γονέων του. Στις περιπτώσεις όμως διαζυγίου,ακυρώσεως γάμου ή διακοπής της συζυγικής συμβιώσεως, όπως στην προκειμένη περίπτωση ότε και ανατρέπονται οι συνθήκες ζωής της οικογενείας, καταργείται ο συζυγικός οίκος και δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς, ανακύπτει θέμα διαμονής του ανηλίκου τέκνου πλησίον του πατέρα ή της μητέρας του και ρυθμίσεως της ασκήσεως της γονικής μέριμνας υπό εκάστου των φορέων αυτής.

Ο νόμος (άρθρο 1511 ΑΚ) ορίζει πρωτίστως ως κατευθυντήρια γραμμή για τη ρύθμιση της ασκήσεως της γονικής μέριμνας, σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων και προσφυγής στο δικαστήριο, το συμφέρον του τέκνου. Η βούληση του ανηλίκου ανάλογα με την ωριμότητά του πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται (άρθρο 1511 παρ. 3 ΑΚ), επί ανηλίκων όμως μικράς ηλικίας δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη άνευ περαιτέρω έρευνας,εφόσον στηρίζεται πολύ συχνά στη μονομερή επίδραση του ενός των γονέων, μόνη δε η ηλικία του τέκνου δεν αποδεικνύει και την ωριμότητα αυτου ούτε σαν δίδαγμα κοινής πείρας. Η καθιέρωση κριτηρίου ωριμότητας ανάγει αμέσως την τελευταία σε σπουδαίο παράγοντα διαμορφώσεως της δικανικής κρίσης. Ο νομοθέτης δεν καθόρισε την ακρόαση ως διαδικασία αγόμενη στην δικαστική ευχέρεια. Τη συνέδεσε με την ωριμότητα του ανηλίκου και επειδή η τελευταία κατ' αρχήν συμβαδίζει με την ηλικία, έμμεσα έθεσε ένα θέμα ηλικίας. Αλλά την ωριμότητα δεν την καθόρισε μόνο ως παράγοντες της δικαστικής κρίσεως, αν πρέπει να ζητηθεί η γνώμη του ανηλίκου. Την προέβλεψε και ως παράγοντα αν πρέπει να συνεκτιμηθεί η γνώμη αυτή. Το ερώτημα, σε ποιον από τους γονείς (μετά τη διάσταση ή το διαζύγιο) πρέπει να ανατεθεί η άσκηση της γονικής μέριμνας, είναι στενά συνδεδεμένο με τη σημασία των δεσμών μεταξύ του τέκνου και των δύο γονέων. Ο ψυχολογικός σύνδεσμος του ανηλίκου παιδιού με τους γονείς του, συχνά εκδηλώνεται με την προσκόλληση του ανηλίκου σ' έναν από τους γονείς.

Αυτό είναι πραγματικό γεγονός, που δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την ομοιότητα ή την αντίθεση του φύλου. Ο άνδρας είναι εξίσου κατάλληλος να αναθρέψει σωστά τόσο τον ανήλικο γιο του όσο και τη θυγατέρα του και το ίδιο ισχύει και για τη μητέρα.Κατάλληλος να αναθρέψει τον ανήλικο είναι ο γονέας που αντικειμενικά αλλά και υποκειμενικά έχει τις ικανότητες γι' αυτό και μάλιστα όχι μόνο τις οικονομικές αλλά και τις ψυχικές. Ο ψυχικός σύνδεσμος είναι αποφασιστικό κριτήριο για την κρίση του συμφέροντος του ανηλίκου, ιδιαίτερα όταν είναι πνευματικά ώριμος,ώστε να ακούγεται από το δικαστήριο, όπως ορίζει ο νόμος, αν από τα περιστατικά, που υπέπεσαν στην αντίληψη του δικαστή, προκύψει ότι το ανήλικο τέκνο είναι ψυχολογικά προσκολλημένο προς τον ένα από τους γονείς του και αυτός είναι αντικειμενικά σε θέση να του προσφέρει παρόμοια προστασία όπως και ο άλλος, τότε το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί την επιθυμία του ανηλίκου. Σύμφωνα δε με τις νεότερες κοινωνικές αντιλήψεις, το βάρος πρέπει να δίνεται στα στοιχεία που διαμορφώνουν το απαραίτητο περιβάλλον για σωστή ψυχοσωματική ανάπτυξη του ανηλίκου, αφού είναι δίδαγμα της παιδοψυχολογίας, ότι διαβίωση του παιδιού σε άνετες ή ανεντές υλικές συνθήκες αλλά σε περιβάλλον ανεπιθύμητο προς αυτό μπορεί να έχει καταστροφική επίδραση.

Η παλαιότερα υποστηριζόμενη άποψη,τόσο στη νομική φιλολογία όσο και στη νομολογία των δικαστηρίων ότι, κατά άγραφο κανόνα, η επιμέλεια των μικρής ηλικίας τέκνων πρέπει να ανατίθεται στην μητέρα τους, ως και του ότι το τέκνο έχει ανάγκη των ιδιαιτέρων περιποιήσεων της μητέρα φαίνεται να χάνει έδαφος, αφού νεότερες επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι η παρουσία της μητέρας είναι μεν αναγκαία για τους πρώτους μετά τη γέννηση μήνες, δύναται όμως ο πατέρας μετά από αυτούς να καταστεί το πρόσωπο, το οποίο, ως εκ του δεσμού του μετά του τέκνου του, να είναι το πλέον κατάλληλο για την ομαλή ψυχοσωματική του ανάπτυξη (βλ. Κ. Λυμπερόπουλου, Στον περίγυρο της γονικής μέριμνας, ΕλλΔνη 27.1377, ΑΠ 1868/84, ΕφΑθ 6974/85,ΕφΑθ 1151/86 και εκεί σχόλια Ισμήνης Ανδρουλιδάκη-Δημητριάδη,Αναπλ. Καθηγ. Πανεπιστημίου Αθηνών, ΕλλΔνη 27.153 επ.).

Στην προκειμένη υπόθεση η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της,ζητεί α) να της ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων της Σ. και Β., ηλικίας 10 και 8 ετών αντιστοίχως, που απέκτησε από τον γάμο της με τον εναγόμενο-σύζυγό της λόγω της υπαρχούσης μετά την οριστική διακοπή της "εγγάμου συμβιώσεώς των διαφωνίας ως προς την άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων και διότι αυτό επιβάλλει το αληθινό τους συμφέρον, β) άλλως να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας αυτής με τους ανήλικους γιους της ως εξής: από τις 10 π.μ. του Σαββάτου έως τις 5 μ.μ την Κυριακή, κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από τις 5-8 μ.μ. να απειληθεί κατά του εναγομένου χρηματική ποινή για κάθε παράβαση των όρων της παρούσας αποφάσεως, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση αυτή και να καταδικαστεί ο εναγόμενο στα δικαστικά της έξοδα.

Το Δικαστήριο είναι καθ' ύλη και κατά τόπον αρμόδιο προς εκδίκαση της ως άνω αγωγή (άρθρα 17 § 1 και 22 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρο 681 Β' ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 43 του ν. 1329/83, σε συνδυασμό με τα άρθρα 666 παρ. 1,667, 670, 671 παρ. 1-3 και 672 έως 676 του ίδιου Κώδικα). Η αγωγή μ' αυτό το ιστορικό στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται δύο αγωγές, είναι νόμιμη ως προς την πρώτη περί αναθέσεως της ασκήσεως της γονικής μέριμνας στην ενάγουσα, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514 και 1518 του ΑΚ, ως προς τη δεύτερη περί ρυθμίσεως του δικαιώματος επικοινωνίας αυτής με τα ανήλικα τέκα της επίσης νόμιμη,στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1520, 1513 παρ. 3 και 1514 ΑΚ, όπως τα ως άνω άρθρα ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τον ν. 1329/83 καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 176, 947 και 950 του ΚΠολΔ, εκτός από το αίτημα αυτής περί κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής, το οποίο και πρέπει ν' απορριφθεί ως μη νόμιμο, αφού η απόφαση, με την οποία ανατίθεται από το Δικαστήριο η άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα από τους γονείς του ανηλίκου, ή ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας μ' αυτό,διαπλάσσει μια νέα κατάσταση και η προσωρινή εκτέλεση (άρθρο 904 ΚΠολΔ) αναφέρεται μόνο στις καταψηφιστικές δικαστικές αποφάσεις και όχι στις διαπλασικές (βλ. Μπρίνιας, Αναγκ. εκτ., υπ' αρ.904), περαιτέρω δε πρέπει να ερευνηθεί η αγωγή ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως ενός από κάθε διάδικο πλευρά, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την ως άνω απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου, απ' όλα τα έγγραφα που νομότυπα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τις ομολογίες που συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ), από την επικοινωνία του Δικαστή με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων (άρθρο 681 Γ ΚΠολΔ) και από την εν γένει διαδικασία αποδείχθηκαν γεγονότα σ' αυτή την υπόθεση: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο μεταξύ τους στις 26.4.1976, από τον οποίο απέκτησαν δύο γιους, τον Σ. και τον Β., ηλικίας σήμερα 11 και 9 ετών αντίστοιχως. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν υπήρξε αρμονική και συγκληρωμένη, με συνέπεια ο εναγόμενος να ζητήσει με την από 13.12.1985 αίτησή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (διαδ. ασφ. μέτρ.) τη μετοίκησή του από τη συζυγικη κατοικία, η οποία όμως τελικά ματαιώθηκε και έκτοτε συμβίωσαν τυπικά οι διάδικοι μέχρι και τις 27.8.1986, οπότε και διασπάστηκε οριστικά η έγγαμη συμβίωση αυτών, λόγω του ότι η ενάγουσα δημιούργησε αισθηματικό δεσμό με άλλον άνδρα. Μετά τη διακοπή της εγγάμου συμβιώσεώς των η ενάγουσα κατοικεί σε διαμέρισμα που μισθώνει, ο δε εναγόμενος στη συζυγική κατοικία μαζί με τους δύο ανήλικους γιους του. Κατόπιν αντιθέτων αιτήσεων, τις οποίες άσκησαν οι διάδικοι και ζητούσαν να ανατεθεί αποκλειστικά στον καθένα τους η άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων τους, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 4505/1986 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου (διαδ. ασφ. μέτρ.), η οποία απέρριψε και τις δύο αιτήσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες και παρέμεινε η άσκηση της γονικής μέριμνας από κοινού και στους δύο γονείς, ως τόπος δε διαμονής και διαβιώσεως των ανηλίκων η κατοικία του εναγόμενου πατέρα τους, ο οποίος και μέχρι σήμερα τα φροντίζει και τα επιμελείται. Μέχρι την οριστική διακοπή της εγγάμου συμβιώσεώς της με τον αντίδικο σύζυγό της, ενάγουσα, ανεξάρτητα με τον τρόπο που είχαν διαμορφωθεί οι προσωπικές τους σχέσεις, φρόντιζε τα τέκνα της, γεγονός το οποίο αποδείχθηκε και δεν αμφισβητεί ο εναγόμενος στις πολλαπλές δίκες μ' αυτήν, το δε μητρικό της ενδιαφέρον δεν αρνούνται ούτε αυτά τα ανήλικα τέκνα της, τα οποία δεν έχει επηρεάσει ο σύζυγός της εναντίον της, αλλά αντίθετα έχει κατορθώσει κατά τη μέχρι τώρα κοινή διαβίωσή τους να μην τα εμποτίσει με αρνητικά αισθήματα εναντίον της, ώστε να ευρίσκονται αυτά μακράν της διαμάχης των γονέων τους.

Ο εναγόμενος παλαιότερα εργαζόταν ως πλανόδιος έμπορος ειδών προικός, διατηρούσε δε και φορτηγό αυτοκίνητο με το οποίο μετέβαινε σε διάφορες πόλεις της Β. Ελλάδας για την άσκηση της εμπορίας του, μετά τον χωρισμό του όμως με τη σύζυγό του (ενάγουσα) έχει διαθέσει το ως άνω αυτοκίνητο σ' αυτήν, η οποία ασκεί πλέον το παραπάνω επάγγελμα,χρησιμοποιεί δε και οδηγό, ενώ ο ίδιος ο εναγόμενος διατηρεί παμπ, για να βρίσκεται τουλάχιστον κατά τις πρωινές και τις απογευματινές ώρες κοντά στα ανήλικα τέκνα του, για τα οποία αναλώνει όλες του τις δυνάμεις για τη φροντίδα και περιποίησή τους. Συνεπώς από πλευρές ωρών εργασίας οι διάδικοι μπορούν να διαθέσουν, για προσωπική επαφή με τα παιδιά τους, τον ίδιο περίπου χρόνο, με περισσότερο απασχολημένη την ενάγουσα, η οποία δεν έχει και σταθερό ωράριο εργασίας. Ο εναγόμενος έχει αρωγούς στην επιμέλεια και φροντίδα των ανηλίκων γιων του, κατά τις ώρες κυρίως της εργασίας του (7 μ.μ. μέχρι 3 π.μ.) τους γονείς του,οι οποίοι είναι υγιείς και υπεραγαπούν τα εγγόνια τους,χρησιμοποιεί δε και οικιακή βοηθό, η οποία κατοικεί μαζί τους.Εξάλλου αυτός έχει δημιουργήσει ένα ήρεμο και ομαλό οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο ήταν αναγκαίο για την ορθή ψυχοσωματική ανάπτυξη των τέκνων του και έχει επιδείξει μέχρι σήμερα προς αυτά αμέριστο ενδιαφέρον, τρυφερότητα και αγάπη, προς απάλυνση της πίκρας και του ψυχικού κλυδωνισμού που υπέστησαν αυτά από τον χωρισμό των γονέων τους, ώστε να δημιουργηθεί μεταξύ τους ένας ισχυρός και ιδιαίτερος δεσμός αγάπης και αλληλοκατανοήσεως, οι δε προσπάθειές του έχουν αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα.Κατά τέτοιο μάλιστα τρόπο, ώστε τα τέκνα τους να μην καταλογίζουν ευθύνες σε κανένα από τους γονείς τους για τον χωρισμό τους, να μην έχει αποκοπεί ο ψυχικός σύνδεσμος με τη μητέρα τους καθώς και να έχουν βρει την ψυχική τους ηρεμία και ισορροπία,προσαρμοσθέντα πλήρως στη νέα οικογενειακή τους κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, μετά από 1 1/2 χρόνο από τη διακοπή της εγγάμου συμβιώσεως των γονέων τους. Εξάλλου τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων έχουν ικανοποιητική επίδοση στα μαθήματά τους, φοιτούν στο Δημοτικό σχολείο, παρακολουθούν μαθήματα αγγλικής γλώσσας σε ιδιωτικό φροντιστήριο, καθώς και μαθήματα γυμναστικής.

Κατά την προσωπική επικοινωνία του Δικαστή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1511 παρ. 3 ΑΚ, διαπιστώθηκε ότι η φροντίδα του πατέρα τους και των παππούδων τους έχει πράγματι αποδώσει στη ανατροφή και διαπαιδαγώγησή τους, αυτά είναι ώριμα, κοινωνικά, με ανεπτυγμένη προσωπικότητα, πολύ αγαπημένα μεταξύ τους και στενά προσκολλημένα στον πατέρα τους. Ειδικότερα ο νεαρός Σ., ο οποίος είναι ηλικίας 11 ετών, έχει υψηλό νοητικό επίπεδο, διαμορφωμένη προσωπικότητα και ωριμότητα τέτοια, που του επιτρέπουν να έχει επιδιώξεις και σχέδια για το μέλλον και δική του επιλογή και προτίμηση για τον τρόπο διαβιώσεώς του, που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Και είναι αλήθεια ότι οι διάδικοι είναι εξίσου ικανοί και κατάλληλοι για να φροντίσουν τα τέκνα τους ανεξάρτητα από τον τρόπο που έχει διαμορφωθεί πλέον η προσωπική τους ζωή, αφού η μεν ενάγουσα, όπως αποδείχθηκε, πάντοτε επιδείκνυε φροντίδα και στοργή για τα τέκνα της κατά τον χρόνο που διαβίωνε με τον σύζυγό της, και σήμερα διατηρώντας προσωπική επικοινωνία μ' αυτά, ο δε εναγόμενος επίσης είναι άξιος, ικανός και φιλόστοργος πατέρας,υπεραγαπά τα παιδιά του φροντίζει με ιδιαίτερο ζήλο για τη σωστή ανάπτυξη της προσωπιτότητάς τους και την ομαλή ψυχοσωματική τους διαμόρφωση, βοηθούμενος και από τους γονείς του, ώστε οι ανήλικοι να αισθάνονται ασφάλεια και ψυχική ισορροπία, στοιχεία απαραίτητα για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών γεγονότων και των όσων αναφέρονται στη μείζονα πρόταση, αποφασιστικό κριτήριο για την κρίση του αληθινού συμφέροντος των ανηλίκων είναι ιδιαίτερα έντονος ψυχικός δεσμός αυτών με τον πατέρα τους και μεταξύ τους καθώς και η βούληση του νεαρού Σ., που θέλει να παραμείνει πλησίον του πατέρα του, η οποία είναι προϊόν ωρίμου σκέψεως και όχι μονομερούς επηρεασμού από τον τελευταίο, πρέπει βέβαια να λεχθεί ότι ίδια είναι και η επιθυμία του μικρού Β., ο οποίος όμως είναι επηρεασμένος από την αγάπη προς τον αδελφό του και τον πατέρα του.

Εξάλλου ιδιαίτερη σημασία έχει στην προκειμένη υπόθεση και η μη διατάραξη του ομαλού μέχρι σήμερα τρόπου ζωής των ανηλίκων που έχει αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα και η αποφυγή δημιουργίας ψυχολογικών προβλημάτων από την πίεση και την υποβολή σε προσπάθεια προσαρμογής στο νέο περιβάλλον της μητέρας με φόβο τη δημιουργία αρνηικών αισθημάτων προς αυτήν.

Επομένως, λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω αναφερθέντων κριτηρίων και αφού, όπως αποδείχθηκε,ο εναγόμενος είναι αντικειμενικά και υποκειμενικά σε θέση να προσφέρει στα τέκνα του παρόμοια προστασία όπως και η μητέρα τους, καθώς και ένα ήρεμο και ομαλό περιβάλλον, σύγχρονο και πολιτισμένο επίπεδο ζωής από υλικης, ψυχοσωματικής και ψυχοδιανοητικής απόψεως, και να συμβάλει θετικά στην περαιτέρω ανάπτυξή τους, το Δικαστήριο κρίνει ότι αντενδείκνυται, στο στάδιο αυτό της ηλικίας τους και της αποκαταστάσεως της ψυχικής και σωματικής τους ισορροπίας, η ανάθεση της επιμέλειάς τους στην ενάγουσα μητέρα τους. Επίσης, όπως αποδείχθηκε, τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων δεν έχουν δική τους περιουσία και ούτε προβλέπεται ότι υπάρχει ή με πιθανότητα θα υπάρξει στο προβλεπτό μέλλον οποιοδήποτε σημαντικό θέμα σχετικά με την εκπροσώπησή τους σε οποιαδήποτε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη, στο οποίο θα μπορούσε να είναι ωφέλιμη γι' αυτή η αντιμετώπιση του με κοινή απόφαση και των δύο γονέων τους, ώστε τελικά να συμφέρει σ' αυτά να ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου τους μόνο στον πατέρα τους και να διατηρηθεί η γονική μέριμνα ως προς τα υπόλοιπα αντικείμενά της, δηλαδή τη διοίκηση της περιουσίας τους και την εκπροσώπησή τους σε οποιαδήποτε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη σχετικά με το πρόσωπο ή την περιουσία τους. Αντίθετα, ένας τέτοιος τεμαχισμός στην άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στις πολύ πιθανές περιπτώσεις που θα υπάρχει αμφισβήτηση μεταξύ των γονέων τους, αν ενα συγκεκριμένο θέμα ακόμη και το πιο ασήμαντο αποτελεί αντικείμενο της επιμελείας του προσώπου των ανηλίκων ή αντικείμενο του υπολοίπου της γονικής μέριμνας, με ενδεχόμενο δυσμενείς επιπτώσεις και στη σύντομη και στη σωστή αντιμετώπιση του συγκεκριμένου κάθε φορά θέματος αλλά και στην ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητας των ανηλίκων.

Επομένως, με γνώμονα το αληθινό συμφέρον αυτών πρέπει να μην ανατεθεί η άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων Σ. και Β. στην ενάγουσα μητέρα τους και να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η αγωγή της ως προς την κυρία βάση της.

Εξάλλου, από τα ίδια αποδεικτικά μέσα και με γνώμονα το συμφέρον των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, το οποίο επιβάλλει να μην αποξενωθούν ψυχικά από τη μητέρα τους, λαμβανομένου υπόψη και του αισθήματος στοργής της ενάγουσας και τις ανάγκες όπως αυτή παρακολουθεί την ανατροφή και την εν γένει διαπαιδαγώγηση των ανηλίκων, το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο όπως η ενάγουσα επικοινωνεί με τα ανήλικα τέκνα της Σ. και Β. α) κάθε Σαββατοκύριακο από τις 10 π.μ. του Σαββάτου μέχρι τις 5 το απόγευμα της Κυριακής και β) κάθε Τετάρτη και Παρασκευή από τις 5 το απόγευμα μέχρι τις 8 το βράδυ.

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω,πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει και ως ουσιαστικά βάσιμη η σωρευόμενη στο ίδιο δικόγραφο αγωγή περί ρυθμίσεως του δικαιώματος της ενάγουσας με τα ανήλικα τέκνα της.