Έτος
1988
Νόμος / διάταξη που αφορά
1442 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες γυναίκες σύζυγοι / διαζύγιο - διατροφή

 

…Επειδή, κατά το άρθρο 65 § 1 του Νόμου 1329/1983, από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου οι λόγοι και οι συνέπειες του διαζυγίου κρίνονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 1438 έως 1446 του Αστικού Κώδικα, όπως αυτές αντικαθίστανται από το άρθρο 16 του ίδιου νόμου. Εφόσον όμως η αγωγή διαζυγίου είχε ασκηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, οι λόγοι και οι συνέπειες του διαζυγίου κρίνονται σύμφωνα με το δίκαιο που ίσχυε κατά το χρόνο της άσκησης της αγωγής. Μεταξύ δε των συνεπειών του διαζυγίου είναι και η αξίωση διατροφής του ενός συζύγου κατά του άλλου, η οποία, ενόψει της προαναφερομένης διατάξεως του Νόμου 1329/1983, διέπεται και μετά το νόμο αυτό από τις διατάξεις του ΑΚ όπως ίσχυαν προηγουμένως, εάν η αγωγή του διαζυγίου είχε ασκηθεί πριν από την ισχύ του νόμου τούτου. Η εφαρμογή δε των διατάξεων αυτών,οι οποίες, περιεχόμενες στα παλαιά άρθρα 1454 και επόμ. του ΑΚ, ήσαν ευνοϊκώτερες για τη γυναίκα, εφόσον ο άνδρας είχε κηρυχθεί μόνος υπαίτιος του διαζυγίου, είναι αποκλειστική και συνεπώς απαγορεύεται η έστω και παράλληλη εφαρμογή των αντίστοιχων διατάξεων που ήδη ισχύουν και που καθορίζουν διαφορετικές προϋποθέσεις για την μετά την έκδοση του διαζυγίου αξίωση της διατροφής του ενός από τους πρώην συζύγους κατά του άλλου, σύμφωνα με τα άρθρα 1442 και επόμ.του ΑΚ. Και ναι μεν κατά το άρθρο 4 § 2 του ισχύοντος Συντάγματος "οι Ελληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις", πλην όμως, κατά το άρθρο 116 §§ 1 και 2 του Συντάγματος αυτού, διατάξεις που υπάρχουν και είναι αντίθετες προς την § 2 του άρθρου 4 εξακολουθούν να ισχύουν ώσπου να καταργηθούν με νόμο το αργότερο έως την 31 Δεκεμβρίου 1982, αποκλίσεις δε από τους ορισμούς της τελευταίας αυτή διάταξης επιτρέπονται μόνο για σοβαρούς λόγους στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος.

Τέτοια δε περίπτωση είναι και εκείνη του παραπάνω άρθρου 65 § 1 εδάφ. β' του Νόμου 1329/1983, γιατη ανάγκη διασφαλεως των προϋποθέσεων και των συνεπειών του διαζυγίου, μετά την άσκηση της περί τούτου αγωγής, αποτελεί πρόδηλα σοβαρό και αποχρώντα λόγο που δικαιολογεί την καθιερούμενη παρέκκλιση από τη συνταγματική αρχή της ισότητας και ισονομίας των συζύγων, με την εφαρμογή των ιδατάξεων του ΑΚ που ίσχυαν κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής αυτής.

Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο (Αθ 9192/1987 που εδίκασε δέχτηκε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως από αυτή προκύπτει, α) ότι ο γάμος των διαδίκων λύθηκε με διαζύγιο από 15-1-1982 ύστερα από αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου που ασκήθηκε πριν από την έναρξη της ισχύος του Νόμου 1329/1983, από υπαιτιότητα αυτού, β) ότι ενόψει αυτών που ορίζονται στο άρθρο 65 του νόμου αυτού, η ένδικη περί διατροφής αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας πρέπει, ως αναγόμενη στις συνέπειες του διαζυγίου, να κριθεί για τη νομιμότητα και κατ' ουσία βασιμότητά της με βάση τις διατάξεις του ΑΚ που προϊσχυαν του Νόμου 1329 και ειδικώτερα των άρθρων 1454 και 1484, γ) ότι παρά ταύτα, με βάση την αρχή της ισότητας που καθιερώνεται από το άρθρο 4 § 2 του Συντάγματος, για την εφαρμογή της οποίας ορίστηκε με την αντίστοιχη στο θέμα διάταξη του άρθρου 1442 του ΑΚ, όπως ισχύει μετά τον νόμο 1329/1983, ότι "εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του,δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλον...", σε αντίθεση με το προϊσχύον δίκαιο κατά το οποίο (άρθρο 1454 του ΑΚ) η διαζευγμένη σύζυγος είχε υποχρέωση να αναλώσει προς αυτοδιατροφή της μόνο τα εισοδήματα αυτής από τη δική της περιουσία ή την εργασία της που θα μπορούσε να μετέλθει και κατά τη διάρκεια του εγγάμου βίου της, πρέπει η ένδικη αξίωση να ερευνηθεί και εκτιμηθεί με βάση τα κριτήρια της διατάξεως του νεωτέρου άρθρου 1442 του ΑΚ και δ) ότι κατόπιν αυτών που φέρονται ότι αποδείχτηκαν, και συγκεκριμένα ότι η αναιρεσείουσα είχε, κατά το επίδικο διάστημα, εισόδημα από εκμίσθωση ενός ακινήτου της και από δικαίωμα συντάξεώς της 48.844 δρχ. το μήνα δυνατότητα και ευχέρεια να ασκήσει αξιοπρεπή εργασία (ανεξάρτητα του ότι εξαιτίας του γάμου της διέκοψε με παραίτησή της από το έτος 1961 το επάγγελμα της καθηγήτριας φιλολόγου που ασκούσε μέχρι τότε και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης δεν εργάστηκε ούτε ως ελεύθερη επαγγελματίας) και προσέτι δυνατότητα να λάβει επιπλέον μίσθωμα 18.000 δρχ. το μήνα, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του παλαιού άρθρου 1454 και του νεωτέρου και ήδη ισχύοντος άρθρου 1442 του ΑΚ.

Με τις παραδοχές του όμως αυτές το Εφετείο, που, εξαφανίζοντας την αντίθετη πρωτόδικη απόφαση,απέρριψε την ένδικη αγωγής της αναιρεσείουσας, προέβη στην σωρετυική εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων, αφού μάλιστα, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση, η παραδοχή της έφεσης του ήδη αναιρεσιβλήτου στηρίχθηκε στη μη εφαρμογή από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και των διατάξεων του παραπάνω 1442 του ΑΚ.

Επομένως, παραβίασε με εσφαλμένη εφαρμογή τις διατάξεις αυτές, ως και εκείνες του άρθρου 65 § 1 εδάφιο β'του Νόμου 1329/1983 και πρέπει, ως εκ τούτου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το άρθρο 559 εδάφιο 1 του Κώδικα Πολ. Δικονομίας και τον βάσιμο πρώτο λόγο αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, και να παραπεμφθεί η υπόθεση, γιατί χρειάζεται διευκρίνιση, για παραπέρα εκδίκαση στο Δ' Τμήμα που είναι περαιτέρω αρμόδιο κατά τον Κανονισμό του Αρείου Πάγου,σύμφωνα με το άρθρο 580 § 3 του Κώδικα Πολ. Δικονομίας. Τέλος,πρέπει να καταδικασθεί ο αναιρεσίβλητος, ως ηττηθείς, στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, κατά το αίτημα αυτής και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 176, 183 και 191 § 2 του Κώδ. Πολ. Δικονομίας.