…Όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1510-1512 του ΑΚ όπως ισχύει μετά τον ν.1329/1983 η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώ που, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιπραξία ή δίκη που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του. Περιεχόμενο της γονικής μέριμνας καθόσον αφορά στην επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου αποτελεί και η ονοματοδοσία αυτού (Ολ. ΑΠ 99/1985).Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου. Στο συμφέρον αυτό πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου,όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο της άσκησής της. Η από φαστι του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της κοινωνικής προελεύσεως ή της περιουσίας. Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται τη γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα εφ' όσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντά του. Αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το Εφετείο, που εδίκασε, δέχθηκε ανελέγκτως τα εξής: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ των νόμιμο θρησκευτικό γάμο στο Βόλο την 28.5.1989 από τον οποίο απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο που γεννήθηκε την 19.4.1990 και το οποίο είναι ακόμη αβάπτιστο. Πριν από την τέλεση του γάμου των είχαν συμφωνήσει ότι τα τέκνα, που θα γεννηθούν απ' αυτόν, θα φέρουν το επώνυμο του συζύγου. Κατά τον Σεπτέμβριο του 1989 πριν γεννηθεί το τέκνον των οι διάδικοι διέκοψαν την έγγαμη συμβίωση και έκτοτε βρίσκονται σε διάσταση η οποία τους οδήγησε σε σειρά δικαστικών αγώνων με σφοδρή αντιδικία για την επιμέλεια του τέκνου, την διατροφή του, την επικοινωνία με τον πατέρα και την διατροφή της συζύγου. Κατά τη διάρκεια της διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως και της σφοδρής αντιδικίας η αναιρεσίβλητη με την από 21.9.1991 πρόσκλησή της προς τον αναιρεσείοντα σύζυγό της τον κάλεσε να παραστεί στην τέλεση του μυστηρίου της βαπτίσεως, που είχε ορίσει η ίδια. Εκείνος όμως διεφώ νησε όχι μόνον για τον χρόνο της τελέσεως αλλά κυρίως με την ονοματοδοσία του τέκνου, διότι η μεν αναιρεσίβλητη ήθελε να δοθεί το όνομα του πατέρα της "Δημήτριος", αυτός δε το όνομα του πατέρα του "Γεώργιος" και έτσι ματαιώθηκε η βάπτιση και η ονοματοδοσία του τέκνου. Εν όψει τούτων έκρινε το Εφετείο ότι συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση από το Δικαστήριο,η οποία θα άρει την οριστική αυτή ασυμφωνία τών από κοινού ασκούντων την γονική μέριμνα του τέκνου γονέων του με τον καθορισμό με αυτό του δοτέου ονόματος με κριτήριο το συμφέρον του.Στη συνέχεια έκρινε ότι το συμφέρον του αυτό επιβάλλει να δοθεί το όνομα "Γεώργιος - Δημήτριος",το οποίο αποτελεί συνδυασμό των ονομάτων των πάππων της πατρικής και μητρικής γραμμής αντιστοίχως. Ο συνδυασμός αυτός εξασφαλίζει στο τέκνο την εύνοια και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσον της πατρικής όσον και της μητρικής οικογενείας, όπως προκύπτει από αυτήν την περί τούτου συμφωνίαν και σφοδρήν αντιδικία των διαδίκων και των εκατέρωθεν οικογενειών τους.Μάλιστα λόγω της διαστάσεως των συζύγων δεν πρόκειται να αποκτηθεί άλλο τέκνον και έτσι το ήδη υπάρχον θα συγκεντρώνει το ενδιαφέρον ολοκλήρου της πατρικής και μητρικής οικογενείας αφού θα φέρει και το όνομα και των δύο πάππων του, πατρικής και μητρικής γραμμής. Μετά ταύτα το Εφετείο εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, που έλυσε την διαφωνία υπέρ της αναιρεσιβλήτου, και αφού δέχθηκε εν μέρει την αγωγή καθώς και το αίτημα του αναιρεσείοντα πατέρα του τέκνου αποφάνθηκε ότι έπρεπε να δοθεί στο ανήλικο άρρεν τέκνο των διαδίκων το όνομα "Γεώργιος - Δημήτριος".Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν εστέρησε την απόφαση του νομίμου βάσεως με έλλειψη αιτιολογιών και ο από το άρθρο 559 αριθμ. 19 του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως με τον οποίον προβάλλονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.