ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Γ Πολ. Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Δαφέρμο, Αντιπρόεδρο, Δημοσθένη Πρίντζη, Κωνσταντίνο Λυμπερόπουλο, Θεόδωρο Πρασουλίδη και Κωνσταντίνο Παπαλάκη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 9 Οκτωβρίου 1996, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Μακρυνιώτη, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Β. Π. του Ι., συζύγου Κων/νου Γ., κατοίκου Θεσσαλονίκης, η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Παπάντζο. Του αναιρεσιβλήτου: Κ. Γ. του Ν., κατοίκου Θεσσαλονίκης, ο οποίος δεν παραστάθηκε.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 25 Νοεμβρίου 1993 αγωγή που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3498/1995 του ίδιου Δικαστηρίου και 208/1996 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 19 Αριλίου 1996 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο η αναιρεσείουσα, όπως σημειώνεται πιο πάνω, ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Θεόδωρος Πρασουλίδης ανέγνωσε την από 9 Σεπτεμβρίου 1996 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει της συνθέσεως του Δικαστηρίου τούτου, Αρεοπαγίτη Ι. Κασσωτάκη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Επειδή, όπως προκύπτει από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την αναιρεσείουσα υπ' αριθ. 2249Γ/28.5.1996 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Α. Τ., ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως και κλήση προς συζήτηση αυτής κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσης επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον αναιρεσίβλητο. Συνεπώς, εφόσον ο αναιρεσίβλητος δεν εμφανίσθηκε κατά την ανωτέρω δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο στη σειρά της, πρέπει να συζητηθεί η αίτηση αναιρέσεως παρά την απουσία του (άρθρ. 576 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Επειδή, κατά το άρθρο 1393 εδ. α' του ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιός από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον ένα από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς το σύζυγο που δεν έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο αντάλλαγμα είναι δυνατόν να υπολογιστεί ή και να μην υπολογιστεί κατά τον καθορισμό της διατροφής, που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή στα τέκνα του. Σε περίπτωση δε που η παραχώρηση γίνεται, κατά τα ανωτέρω, με αντάλλαγμα και αυτό δεν υπολογίστηκε κατά τον καθορισμό της οφειλόμενης διατροφής, τότε καθορίζεται από το δικαστήριο είτε με την απόφαση που παραχωρεί τη χρήση, είτε με άλλη μεταγενέστερη απόφαση. Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο που δίκασε, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε ότι ο αναιρεσίβλητος, που βρίσκεται σε διάσταση με την αναιρεσείουσα σύζυγό του, είναι συγκύριος με εκείνη κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου ενός διαμερίσματος, που χρησίμευε ως οικογενειακή στέγη, ότι τώρα στο διαμέρισμα αυτό διαμένει η αναιρεσείουσα με την ανήλικη θυγατέρα τους, γιατί με την υπ' αριθ. 4145/1991 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης διατάχθηκε η μετοίκησή του (απομάκρυνση) από την οικογενειακή στέγη, ότι με την ίδια απόφαση υποχρεώθηκε ο αναιρεσίβλητος να καταβάλλει στην αναιρεσείουσα 9.000 δραχμές το μήνα για διατροφή της ανήλικης θυγατέρας τους, κατά τον καθορισμό της οποίας δεν υπολογίστηκε η χρήση του ως άνω διαμερισματος και ότι η αναιρεσείουσα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη οικονομική κατάσταση από τον αναιρεσίβλητο. Με βάση αυτές τις παραδοχές το Εφετείο έκρινε περαιτέρω ότι ο αναιρεσίβλητος δικαιούται αποζημίωσης για τη χρήση από την αναιρεσείουσα του ιδανικού του μεριδίου επί του ως άνω διαμερίσματος και επιδίκασε σ' αυτόν, κατά μερική παραδοχή της αγωγής του, για την αιτία αυτή και για το χρονικό διάστημα από 1-6- 1991 έως 31-12-1993 το συνολικό ποσό των 680.000 δραχμών. 'Ετσι κρίνοντας το Εφετείο δεν παραβίασε την παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1393 ΑΚ, ούτε εκείνη του άρθρου 1493 ΑΚ και ο από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ πρώτος λόγος αναιρέσεως, που υποστηρίζει το αντίθετο, πρέπει ν απορριφθεί ως αβάσιμος.
Επειδή ο δεύτερος, από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ προβλεπόμενος λόγος αναιρέσεως ότι το Εφετείο ως προς την απόρριψη της ένστασης της αναιρεσείουσας περί καταχρηστικής ασκήσεως από τον αναιρεσίβλητο της ένδικης αγωγής του, παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, χωρίς για την πληρότητά του να αναφέρονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι παραδοχές του δικαστηρίου, με τις οποίες φέρεται ότι έγινε η παραβίαση, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος.
Επειδή το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, την κρίση του για την ουσία της υπόθεσης σχημάτισε "από τις καταθέσεις των μαρτύρων που περιέχονται στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι". Από τη βεβαίωση αυτή του Εφετείου και την όλη αιτιολογία της απόφασής του δεν μένει καμία αμφιβολία ότι αυτό έλαβε υπόψη και την κατάθεση της μάρτυρος της αναιρεσείουσας που αναφέρεται στον τρίτο λόγο αναιρέσεως, γι' αυτό και ο, από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔ προβλεπόμενος ανωτέρω λόγος αναιρέσεως, για μη λήψη υπόψη της μαρτυρικής αυτής κατάθεσης, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Επειδή ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ανεπαρκείς αιτιολογίες πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος, γιατί δεν αναφέρεται σε τι συνίσταται η επικαλούμενη ανεπάρκεια, ώστε να καταστεί εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος. Κατά τα λοιπά ο ίδιος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήσσεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση αποδεικτικού μέσου και συγκεκριμένα της υπ' αριθ. 4145/1991 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, κατά το οποίο η από το δικαστήριο της ουσίας εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και ιδιαίτερα του περιεχομένου εγγράφων δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου.
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 19.4.1996 αίτηση της Β. Π. για αναίρεση της υπ' αριθ. 208/1996 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 12 Νοεμβρίου 1996. Και
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στην Αθήνα, στις 15 Ιανουαρίου 1997.