Έτος
2000
Νόμος / διάταξη που αφορά
1510 ΑΚ,1512 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες γονείς / γονική μέριμνα – ονοματοδοσία τέκνου

 

Πρόεδρος: Γεώργιος Αμελαδιώτης. Δικαστές: Ι. Σιμόπουλος, Κ. Βαμβακίδης (εισηγητής). Δικηγόροι: Ν. Διαλυνάς - Ν. Ξερικού-Μόσχου.

(Απόσπασμα)

Ο εφεσίβλητος, με την από 22.4.1999 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως 14406/1999) αγωγή του κατά της εκκαλούσας συζύγου του, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ζήτησε, ενόψει διαφωνίας αυτών (διαδίκων-συζύγων), ν` αποφανθεί το ανωτέρω δικαστήριο για το κύριο όνομα που έπρεπε να δοθεί στο ανήλικο και αβάπτιστο τέκνο τους. Το Μονομελές Πρωτοδικείο, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρα 681Β`, 681Γ` ΚΠολΔ) και ύστερα από συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς με συμβιβασμό των διαδίκων που έγινε στο ακροατήριο και καταχωρήθηκε στα πρακτικά, δέχθηκε την αγωγή και έκρινε με την 24383/1999 απόφασή του ότι πρέπει να δοθεί στο ανήλικο τέκνο των διαδίκων το όνομα Γ...-Ε... Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται η εναγομένη-εκκαλούσα, με την κρινόμενη έφεσή της, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση αυτής (εκκαλουμένης) και την απόρριψη της αγωγής.

Η έφεση είναι παραδεκτή, αφού ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα και επομένως πρέπει να εξετασθεί για να κριθεί το βάσιμο των λόγων αυτής (άρθρο 533 ΚΠολΔ). Κατά το άρθρο 1510 παρ. 1 ΑΚ, η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του. Κατά δε τα άρθρα 1511 παρ. 1 και 1512 του ίδιου Κώδικα, αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο, η απόφαση του οποίου πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον το τέκνου. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1518 παρ. 1 ΑΚ, η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του.

Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η ονοματοδοσία του ανηλίκου τέκνου περιλαμβάνεται στη γονική μέριμνα και, συνεπώς, αν οι γονείς διαφωνούν περί του ονόματος που πρέπει να δοθεί σ` αυτό, αποφασίζει το δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από τα αιτήματα ή τη γνώμη των γονέων και ούτε από το γεγονός ότι το ανήλικο είναι ήδη βαπτισμένο, γιατί η ονοματοδοσία δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο του μυστηρίου του βαπτίσματος, ώστε να απαγορεύεται η μεταβολή του. Το δικαστήριο αναζητεί την περισσότερο ανταποκρινόμενη στο συμφέρον του τέκνου λύση και μπορεί, συγχρόνως δε έχει και καθήκον, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου, να μην αποδεχθεί κανένα από τα αντιθέτως προτεινόμενα από τους διαδίκους γονείς ονόματα και να επιλέξει άλλο όνομα μη προτεινόμενο από κανένα από τους γονείς ή και συνδυασμό ονομάτων από τα αντιθέτως προτεινόμενα από τους γονείς ή και από μη προτεινόμενα απ` αυτούς (ΑΠ 947/1996 ΕλλΔνη 38.1052, ΑΠ 825/1995 ΝοΒ 45.973, ΕφΑθ 558/1995 ΕλλΔνη 37.353).

Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα που υπάρχουν στη δικογραφία και τις ομολογίες των διαδίκων προκύπτουν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο στις 4.5.1991. Από το γάμο τους αυτόν απέκτησαν ένα θήλυ τέκνο ηλικίας 2,5 ετών. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων - συζύγων δεν εξελίχθηκε ομαλά και διακόπηκε οριστικά τον Μάρτιο του 1997. Από τότε οι διάδικοι ζουν χωριστά, ενώ το ανήλικο τέκνο τους διαμένει με την εναγόμενη μητέρα του. Με την υπ` αριθμ. 32795/1997 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και ύστερα από συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, ανατέθηκε στην εναγομένη η άσκηση της γονικής μέριμνας της ανήλικης κόρης τους, εκτός από το δικαίωμα ονοματοδοσίας και βαπτίσεως της ανήλικης, η άσκηση του οποίου παρέμεινε και στους δύο γονείς προκειμένου να ασκηθεί απ` αυτούς από κοινού, όπως ρητά ορίζει η πιο πάνω απόφαση. Η εναγομένη δεν ανταποκρίθηκε στις προσκλήσεις του ενάγοντος συζύγου της, προκειμένου να επιλέξουν το όνομα που θα δοθεί στην ανήλικη θυγατέρα τους και παρόλο που υπήρχε διαφωνία μεταξύ τους ως προς το όνομα που έπρεπε να δοθεί στην ανήλικη, αυτή (εναγομένη), αυθαίρετα και εν αγνοία του ενάγοντος συζύγου της, στις 4.1.1999 προέβη στη βάπτιση της ανήλικης θυγατέρας της και της έδωσε το όνομα Ε...-Γ ..., που αποτελεί συνδυασμό των ονομάτων της μάμμης της μητρικής γραμμής (Ε...) και της μάμμης της πατρικής γραμμής (Γ...). Στην ενέργειά της αυτήν προέβη η εναγομένη, χωρίς, όπως προαναφέρθηκε, να ενημερώσει, όπως όφειλε, τον ενάγοντα, αφού η ονοματοδοσία της ανήλικης έπρεπε να αποφασισθεί από κοινού σύμφωνα με την προαναφερόμενη (32795/1997) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

Κατόπιν αυτών ο ενάγων άσκησε ενώπιον του πιο πάνω δικαστηρίου την κρινόμενη αγωγή του, με την οποία, ενόψει της διαφωνίας των γονέων, ζητεί να αποφανθεί αυτό για το κύριο όνομα που πρέπει να δοθεί στην ανήλικη θυγατέρα τους, προτείνοντας αυτός το όνομα "Άννα". Κατά τη συζήτηση της αγωγής αυτής ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, στη συνεδρίαση της 2.6.1999, οι διάδικοι επέδειξαν ικανότητα και παιδαγωγική ετοιμότητα να διαπαιδαγωγήσουν σωστά το τέκνο τους, παρά τις μεταξύ τους αντιδικίες χαι προστριβές και οδηγούμενοι, προφανώς, από το αληθινό συμφέρον του τέκνου τους, επέδειξαν ήπια και διαλλακτική συμπεριφορά και, προκειμένου να μην εμπλέξουν το τέκνο τους στις μεταξύ τους διενέξεις, επέλυσαν συμβιβαστικά τη διαφορά τους περί της ονοματοδοσίας του τέκνου τους. Συγκεκριμένα, ύστερα από πρόταση της εναγομένης, συμφώνησαν ότι το όνομα που έπρεπε να δοθεί στην ανήλικη θυγατέρα τους θα ήταν το όνομα "Γ...-Ε...", που αποτελούσε συνδυασμό των ονομάτων των γιαγιάδων των δύο γραμμών, με προτασσόμενο το όνομα της μάμμης της πατρικής γραμμής (Γ...) και με δέσμευση να προσφωνείται η ανήλικη με το όνομα αυτό (Γ...). Η συμφωνία αυτή καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου και έτσι οι διάδικοι, με δικαστικό συμβιβασμό, επέλυσαν την επίδικη διαφορά τους (άρθρα 293, 681Β` περ. β`, 681Γ` παρ. 2 ΚΠολΔ).

Ακολούθως το δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης) έκρινε ότι ο δικαστικός αυτός συμβιβασμός απέβλεπε στο συμφέρον του τέκνου και δεσμευόμενο απ` αυτόν (άρθρ. 681Γ` παρ. 2 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ) αποφάνθηκε με την εκκαλούμενη απόφασή του ότι το όνομα που έπρεπε να δοθεί στην ανήλικη θυγατέρα των διαδίκων ήταν αυτό που οι ίδιοι αποφάσισαν με το συμβιβασμό που πέτυχαν, δηλαδή το όνομα "Γ...- -Ε...). Περαιτέρω και το δικαστήριο τούτο κρίνει ότι το όνομα που επέλεξαν οι διάδικοι να δώσουν στην ανήλικη κόρη τους (Γ...-Ε...", με τον παραπάνω συμβιβασμό που πέτυχαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, αποβλέπει στο αληθινό συμφέρον της ανήλικης. Ειδικότερα, το συμφέρον του τέκνου στη συγκεκριμένη περίπτωση επιβάλλει να δοθεί σ` αυτό το όνομα "Γ...-Ε...", το οποίο αποτελεί συνδυασμό των ονομάτων των γιαγιάδων της πατρικής και της μητρικής γραμμής, αντίστοιχα, με προτασσόμενο το όνομα της γιαγιάς της πατρικής γραμμής (Γ...), που ήδη έχει πεθάνει, ενόψει και του ότι κατά την απαντώμενη στην ελληνική κοινωνία συνήθεια στο ανήλικο τέκνο δίδεται, κατά προτίμηση, το όνομα του προγόνου που έχει ήδη πεθάνει κατά τον χρόνο γεννήσεως ή ονοματοδοσίας του τέκνου. Ο συνδυασμός των ονομάτων με την παραπάνω σειρά εξασφαλίζει στο παιδί την εύνοια και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο της πατρικής όσο και της μητρικής οικογένειας.

Άλλωστε, αφού από το γάμο των διαδίκων δεν πρόκειται ν` αποκτηθεί άλλο τέκνο, δεδομένου ότι αυτός (γάμος) βαίνει προς λύση, το μοναδικό υπάρχον τέκνο από το γάμο αυτό θα συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όλης της πατρομητρικής οικογένειας, αφού θα φέρει το όνομα και των δύο γιαγιάδων του, πατρικής και μητρικής γραμμής. Σύμφωνα δε με τις παραδόσεις του λαού μας, ο γόνος που φέρει το όνομα ενός προγόνου, κατά κανόνα εξασφαλίζει και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του. Το ανήλικο δε ως άνω τέκνο έχει συμφέρον να εξασφαλίσει το ενδιαφέρον και των δύο οικογενειών των γονέων του, πράγμα που θα επιτευχθεί αν δοθεί σ` αυτό το ως άνω σύνθετο όνομα, που δεν απάδει στις ελληνικές χριστιανικές παραδόσεις του λαού μας και που αποδέχονται και οι δύο γονείς του ανηλίκου, σύμφωνα με τον περί τούτου συμβιβασμό τους.

Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ο, για πρώτη φορά προβαλλόμενος στο Εφετείο, ισχυρισμός της εκκαλούσας-εναγομένης, ότι το ανήλικο τέκνο έχει συνηθίσει το όνομα Ε..., με το οποίο αυθαίρετα το προσφωνεί αυτή και οι οικείοι της, και ότι η αλλαγή του θα δημιουργήσει σ` αυτό ψυχικά τραύματα, αφού το ανήλικο λόγω της νηπιακής του ηλικίας δεν πρόλαβε να συνηθίσει την προσφώνηση του ονόματος αυτού (Ε...), δεδομένου μάλιστα ότι αυτό (ανήλικο) για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα βρίσκεται με τον πατέρα του, στα πλαίσια του δικαιώματος επικοινωνίας που ασκεί αυτός και ο οποίος το προσφωνεί με το όνομα "Γ...", όπως άλλωστε αποδέχθηκαν και οι δύο γονείς με τον προναφερόμενο συμβιβασμό τους. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση αποφάνθηκε ότι στο πιο πάνω ανήλικο πρέπει να δοθεί το όνομα "Γ...-Ε...", όπως συμφώνησαν και οι διάδικοι γονείς του, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Ακολούθως, πρέπει ν` απορριφθούν ως αβάσιμοι οι λόγοι της έφεσης και αυτή στο σύνολό της και να καταδικασθεί η εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρ. 176 και 183 ΚΠολΔ)