Έτος
2001
Νόμος / διάταξη που αφορά
1400 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες σύζυγοι / περιουσιακές σχέσεις
Σημασία απόφασης
Περιουσιακό δίκαιο συζύγων

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Διονύσιο Κατσιρέα, Αντιπρόεδρο, Γεώργιο Παπαδημητρίου, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Στυλιανό Πατεράκη και Ρωμύλο Κεδίκογλου, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 31 Ιανουαρίου 2001, με την παρουσία και της γραμματέως Δήμητρας Φαραγγά, για να δικάσει μεταξύ: Του αναιρεσείοντος: .................................. τον οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Σπυρίδων Μπακρώζης. Της αναιρεσίβλητης: ...................................την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Παναγιώτης Τσεπενέκας, βάσει δηλώσεως κατ? άρθρ. 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17 Μαρτίου 1997 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 83/1998 του ίδιου Δικαστηρίου και 847/1999 του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί ο αναιρεσείων με την από 25 Μαϊου 2000 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Γεώργιος Παπαδημητρίου ανέγνωσε την από 9 Ιανουαρίου 2001 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη της αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ.20 του Κ.Πολ.Δικ. επιτρέπεται αναίρεση της απόφασης του δικαστηρίου της ουσίας για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, όταν το δικαστήριο υπέπεσε σε διαγνωστικό λάθος από την ανάγνωση αποδεικτικού, κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432 Κ.Πολ.Δικ. εγγράφου, στη συνέχεια δε κατέληξε, στηριζόμενο αποκλειστικώς σ’ αυτό ή κυρίως σ’ αυτό, σε επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα πόρισμα ως προς τα πράγματα που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι το εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, παραμόρφωσε το περιεχόμενο της από 15-12-1989 επιστολής του αναιρεσείοντος προς την αναιρεσίβλητη, το περιεχόμενο της οποίας μεταφέρει στο αναιρετήριο, πλην όμως από την επισκόπηση της επιστολής αυτής, όπως μεταφέρεται στο αναιρετήριο, προκύπτει ότι κατ’ ορθή ανάγνωσή της το Εφετείο δέχθηκε ότι με αυτή ο αναιρεσείων απηύθυνε προς την αναιρεσίβλητη τότε σύζυγό του πρόταση αποκλειστικής χρήσεως του διαμερίσματος που είχαν αγοράσει στη Γερμανία, κατά ποσοστόν εξ αδιαιρέτου ο καθένας τους και συνεπώς ο τα εναντία περί τούτου υποστηρίζων, πρώτος ως άνω λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Το δε πόρισμά του το εφετείο για χωρίς αντάλλαγμα χρήση του εν λόγω διαμερίσματος από την αναιρεσίβλητη δεν το στηρίζει αποκλειστικώς στην ως άνω επιστολή ή κυρίως σ’ αυτήν, αλλά συνεκτιμά το περιεχόμενο αυτής με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα ήτοι τις καταθέσεις των μαρτύρων, την ένορκη βεβαίωση και τα έγγραφα και, κατά τούτο, ο ίδιος λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος επίσης ως αβάσιμος. Επειδή, με το δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου ο αναιρεσείων προβάλλει την από το άρθρο 559 αριθ.1 Κ.Πολ.Δικ. αιτίαση, για παραβίαση του κανόνα του ουσιαστικού δικαίου του άρθρου 1387 παρ.1 Α.Κ. που ορίζει ότι οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε θέμα του συζυγικού βίου, διατεινόμενος, ότι η διάρκεια της κατά τα άνω συναπόφασης, για αποκλειστική χρήση του εν λόγω κοινού διαμερίσματος από την αναιρεσίβλητη, δεν μπορεί να επεκταθεί και πέραν του χρόνου της αμετάκλητης λύσης του γάμου, ήτοι μέχρι τέλους Δεκεμβρίου 1996, που δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού η ίδια επίσης δέχθηκε ότι ο γάμος τους λύθηκε αμετακλήτως κατά το έτος 1993. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, γιατί από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 1387 Α.Κ. δεν εμποδίζονται οι σύζυγοι να συνάπτουν μεταξύ τους κατά τη διάρκεια του γάμου τους συμφωνίες για τα περιουσιακά τους δικαιώματα, ισχύουσες κατά τη θέλησή τους και μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου τους. Ο ίδιος λόγος αναιρέσεως, ως προς το μέρος του με το οποίο προβάλλεται παραβίαση του άρθρου 193 Α.Κ., είναι απορριπτέος ως αόριστος, αφού μόνον αριθμητικώς αναφέρεται η ανωτέρω διάταξη, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό του σφάλματος στο οποίο υπέπεσε το εφετείο κατά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της. Επειδή, με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, υπό την επίκληση παραβάσεως του άρθρου 559 αριθ.19 Κ.Πολ.Δικ., για ανεπαρκείς αιτιολογίες της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προσβάλλεται στην πραγματικότητα, ως εσφαλμένη, η παραδοχή του εφετείου, ότι μεταξύ των διαδίκων καταρτίσθηκε συμφωνία για τη χρήση της οικογενειακής τους στέγης από την αναιρεσίβλητη. λτσι όμως που έχει ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτος, διότι προσβάλλει την περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, που είναι ανέλεγκτη ακυρωτικώς (άρθρ.561 παρ.1 Κ.Πολ.Δικ.). Ο ίδιος λόγος αναιρέσεως, ως προς την αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει καμμία αιτιολογία σχετικά με την αναλογούσα στον αναιρεσείοντα ωφέλεια από τη μισθωτική αξία του κοινού διαμερίσματος για το έτος 1996, αφού δέχεται ότι τον μήνα Δεκέμβριο του 1995 αυτός εναντιώθηκε στην αποκλειστική χρήση του εν λόγω διαμερίσματος από την αναιρεσίβλητη, είναι απορριπτέος ως επί εσφαλμένης προϋποθέσεως ερειδόμενος, διότι η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται ότι μέχρι τον Δεκέμβριο του έτους 1996 (και όχι του έτους 1995) ο αναιρεσείων δεν προέβαλε οποιαδήποτε αντίρρηση για την αποκλειστική χρήση του διαμερίσματος από την αναιρεσίβλητη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 25 Μαϊου 2000 αίτηση του ..................... για αναίρεση της 847/1999 απόφασης του εφετείου Πατρών. Και Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης εκ δραχμών διακοσίων ογδόντα χιλιάδων (280.000). Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 7 Φεβρουαρίου 2001.

Και Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στην Αθήνα, στις 7 Μαρτίου 2001.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ