Έτος
2005
Νόμος / διάταξη που αφορά
1393 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες διαζευγμένοι / παραχώρηση οικογενειακής στέγης
Σημασία απόφασης
Δεν προσκρούει (η παραχώρηση) στο άρθρο 17 Σ και στην ΕΣΔΑ.

 

TΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές : Αθανάσιο Κρητικό, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Κασσαβέτη, Νικόλαο Οικονομίδη, Στέφανο Γαβρά και Αθανάσιο Γιωτάκο, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 10 Νοεμβρίου 2004, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Γιαννέλη, για να δικάσει μεταξύ : Του αναιρεσείοντος : ....................... , κατοίκου Αθηνών, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαρίλαο Βερβενιώτη. Της αναιρεσίβλητης: ................ , κατοίκου Ν. Ερυθραίας Αττικής για τον εαυτό της ατομικώς και ως έχουσα την επιμέλεια των κοινών ανήλικων τέκνων: α) ................. και β) ............................... , που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Εμμανουήλ Γιαννακάκη. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12-2-2000 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος και την από 15-2- 2000 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις : 1628/2000 οριστική του ίδιου δικαστηρίου και 8634/2002 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 31-7-2003 αίτησή του καθώς και τους από 8-1-2004 προσθέτους λόγους αυτής.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Κασσαβέτης ανέγνωσε την από 26-10-2004 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη α) της από 31 Ιουλίου 2003 αίτησης γι΄ αναίρεση της υπ΄αριθμ. 8634/2002 απόφασης του Εφετείου Αθηνών και β) των από 8 Ιανουαρίου 2004 προσθέτων λόγων της. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων αυτής, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του και σε σχέση με την παραχώρηση της χρήσης μέρους της οικογενειακής στέγης των διαδίκων στην αναιρεσίβλητη, που διατάχθηκε με την υπ΄ αριθ. 1628/2000 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών δέχθηκε τα ακόλουθα: Οι διάδικοι, που τέλεσαν γάμο στις 5.7.1986 και από τον οποίο απέκτησαν δύο θυγατέρες την .............. , ηλικίας κατά την άσκηση της αγωγής 13 και 11 ετών, αντίστοιχα, διέμεναν αρχικά στην Αθήνα σε ιδιόκτητο διαμέρισμα του αναιρεσείοντος. Από το τέλος του έτους 1994 διαμένουν στο ...... της Νέας Ερυθραίας σε ιδιόκτητη κατοικία. Αυτή ανήκει κατά ποσοστό 2/3 στον αναιρεσείοντα και κατά το υπόλοιπο 1/3 στην αναιρεσίβλητη. Αποτελείται δε η οικία αυτή από υπόγειο επιφάνειας 110 τ.μ., από τα οποία τα 30 τ.μ. ανήκουν σε χώρο στάθμευσης, ισόγειο και πρώτο όροφο επιφανείας αντίστοιχα 104 και 95 τ.μ. Κύριοι χώροι διαβίωσης της οικογενείας κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης και πριν από τη διακοπή της, ήταν το ισόγειο και ο πρώτος όροφος. Όμως, όπως συνομολογείται εκατέρωθεν και το υπόγειο, λόγω του επικλινούς του εδάφους είναι ουσιαστικά ισόγειος χώρος, διαμορφωμένος ως κατοικία με σαλοτραπεζαρία, υπνοδωμάτιο, κουζίνα και τουαλέτα, που διαθέτει επίσης αυτοτελή είσοδο και έξοδο. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων διασπάσθηκε οριστικά με πρωτοβουλία και των δύο το θέρος του 1999, με την έννοια της οριστικής και πλήρους διακοπής της συνοίκησης, παρά το ότι αυτοί εξακολούθησαν να συγκατοικούν στην ίδια οικία σε διαφορετικούς όμως χώρους αυτής ο καθένας. Η εκφρασθείσα ως άνω θέληση των διαδίκων συζύγων για τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους, λαμβανομένου συγχρόνως υπόψη του συνομολογούμενου και από τους δύο γεγονότος, ότι μεταξύ τους ανακύπτουν έριδες και διαπληκτισμοί, αρκεί για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1393 Α.Κ. με τη ρύθμιση της χρήσης της ανωτέρω συζυγικής οικίας. Η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, μετά τη με πρωτοβουλία και των δύο διακοπή της έγγαμης συμβίωσής τους ανατέθηκε με την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστήριου στην αναιρεσίβλητη μητέρα τους. Το συμφέρον τους επιβάλλει να αποφευχθεί η αλλαγή του οικείου περιβάλλοντος στο οποίο διαβιώνουν τα τελευταία 6 χρόνια. Μια τέτοια αλλαγή, που συνεπάγεται και αλλαγή γειτονιάς και φίλων, είναι ενδεχόμενο να ασκήσει δυσμενή επίδραση στη ψυχοσωματική τους ανάπτυξη, βεβαρυμένη ήδη από τη γονεϊκή σύγκρουση γεγονός, που βεβαιώνει και η παιδοψυχίατρος .................. , που εξέτασε τις ανήλικες, στην από 8.10.1999 παιδοψυχιατρική γνωμάτευση. Εξάλλου η μεγάλη επιφάνεια της συζυγικής οικίας σε συνδυασμό με το προαναφερθέν γεγονός ότι και και το υπόγειο είναι ουσιαστικά ισόγειος χώρος, διαμορφωθείς σε κατοικία με αυτοτελή είσοδο και έξοδο, δικαιολογεί την παραχώρηση τμήματος αυτής σε κάθε συγκύριο σύζυγο. Ενόψει των δεδομένων αυτών, λόγοι επιείκειας επιβάλλουν να παραχωρηθεί η χρήση του ισογείου και του πρώτου ορόφου, όπου και διέμενε η οικογένεια των διαδίκων μέχρι τη διάσπαση των συζύγων στην ενάγουσα κυρίως διότι δεν θα μεταβληθεί έτσι ο μέχρι τώρα τρόπος ζωής των ανηλίκων, ενώ ο αναιρεσείων πατέρας τους μπορεί να διατηρήσει τη χρήση του υπογείου, που εξυπηρετεί ανέτως τις ανάγκες διαβίωσής του. Με βάση τις παραδοχές αυτές της προσβαλλόμενης απόφασης το Εφετείο απέρριψε με αυτή την έφεση του αναιρεσείοντος και ως προς το μέρος της, που αφορούσε το σχετικό με τη ρύθμιση κατά τον ανωτέρω τρόπο της χρήσης της οικογενειακής στέγης των διαδίκων κεφάλαιο της παραπάνω απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τη διάταξη του άρθρου 17 του Συντάγματος, αφού ενόψει της ρύθμισης της πρώτης παραγράφου της διάταξης αυτής, κατά την οποία "η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος" η εκτεθείσα με την προσβαλλόμενη απόφαση παραχώρηση στην αναιρεσίβλητη κατ΄ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1393 Α.Κ. μέρους της οικογενειακής στέγης των διαδίκων είναι επιτρεπτή, γιατί συνιστά επιβαλλόμενο με δικαστική απόφαση περιορισμό της ιδιοκτησίας και στην προκειμένη περίπτωση της συγκυριότητας του αναιρεσείοντος στην οικογενειακή στέγη, χάριν του συμφέροντος της οικογένειάς του και, ειδικότερα, των ανηλίκων μελών της, το οποίο εμπίπτει στο, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 17 παρ. 1 του Συντάγματος, γενικό συμφέρον, ενόψει και του ότι, κατ΄ άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος, τόσο η οικογένεια όσο και η παιδική ηλικία, που σύμφωνα με τις ανωτέρω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης διάγουν οι θυγατέρες του αναιρεσείοντος τελούν υπό την προστασία του Κράτους. Επίσης, με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν παραβιάσθηκε ούτε και η κατά την, όπως στην προκειμένη περίπτωση, διακοπή της συμβίωσης των συζύγων ρυθμιστική της χρήσης της οικογενειακής στέγης τους διάταξη του άρθρου 1393 Α.Κ. Αυτή δεν είναι αντίθετη ούτε, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί, με τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος, ούτε με την προστατευτική της περιουσίας διάταξη του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, γιατί, οι, όπως έχει εκτεθεί, κατ΄ εφαρμογή της διάταξης αυτής επιβαλλόμενοι με δικαστική απόφαση περιορισμοί σε ένα από τους ευρισκόμενους σε διακοπή της συμβίωσής τους συζύγους στη χρήση της οικογενειακής στέγης είναι απότοκοι της φύσης και του σύστοιχου με αυτή προορισμού του πράγματος αυτού. Περαιτέρω, στην κριθείσα με την προσβαλλόμενη απόφαση περίπτωση δεν επισυνέβη, όπως έχει εκτεθεί, παραβίαση της διάταξης του άρθρου 1373 Α.Κ. γιατί στους, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ως προς τη ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων συζύγων ληπτέους υπόψη από το δικαστήριο και λόγους επιεικείας εμπίπτει και αυτός, που αφορά τον, όπως κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, ψυχικό σύνδεσμο των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων με το κοινωνικό περιβάλλον της μέχρι της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης των γονέων τους οικογενειακής στέγης τους. Άλλωστε ο σύνδεσμος αυτός είναι από τη φύση του καθιδρυτικός και του κατά τη διάταξη αυτή, (1393 Α.Κ.), ληπτέου υπόψη συμφέροντος των ίδιων ανηλίκων για τη μερική, όπως κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης στην αναιρεσίβλητη μητέρα τους, που, κατά την ίδια απόφαση, έχει την επιμέλειά τους. Επομένως ο πρώτος λόγος του κύριου δικογράφου της αναίρεσης, όπως αυτός συμπληρώθηκε με το από 8 Ιανουαρίου 2004 δικόγραφο των παραδεκτά ασκηθέντων πρόσθετων λόγων και ο πρώτος πρόσθετος λόγος με τους οποίους και, ειδικότερα, με τον πρώτο πρόσθετο λόγο με ένα από τα μέρη του διατυπώνεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ. εγκείμενη στην παραβίαση των άρθρων 17 παρ. 1 του Συντάγματος και 1393 Α.Κ. είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Εξάλλου οι ανωτέρω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης αποτελούν πλήρη και χωρίς αντίφαση αιτιολογία για την παραχώρηση της αποκλειστικής χρήσης του ανωτέρω μέρους της οικογενειακής στέγης των διαδίκων στην αναιρεσίβλητη. Για την αιτία αυτή τα μέρη τόσο του τρίτου λόγου του κύριου δικογράφου τη αναίρεσης όσο και του πρώτου πρόσθετου λόγου, με τα οποία προσάπτεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ είναι απορριπτέα, ως αβάσιμα.

ΙΙ. Ενόψει της περιεχόμενης στην προσβαλλόμενη απόφαση διαβεβαίωσης του Εφετείου ότι έλαβε υπόψη τόσο την υπ΄αριθ. 21352/1997 πρώτη από τις επικαλούμενες με το δεύτερο λόγο του κύριου δικογράφου της αναίρεσης και με ένα από τα μέρη του πρώτου πρόσθετου λόγου ένορκες βεβαιώσεις όσο και "όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα", που οι διάδικοι προσκόμισαν και επικαλέστηκαν σε αυτό, συνδυαζόμενη και με το λοιπό περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι το Εφετείο για την κατάρτιση του ανωτέρω αποδεικτικού πορίσματος του ως προς την παραχώρηση της χρήσης μέρους της οικογενειακής στέγης των διαδίκων στην αναιρεσίβλητη έλαβε υπόψη την ανωτέρω ένορκη βεβαίωση όπως και τα προσδιοριζόμενα στους παραπάνω λόγους έγγραφα. Η μη ειδικότερη μνεία στην προσβαλλόμενη απόφαση των ανωτέρω αποδεικτικών μέσων, που, κατά τον αναιρεσείοντα, αφορούν την κατάσταση της υγείας του δεν είναι θεμελιωτική μη λήψης υπόψη των αποδεικτικών αυτών μέσων από το Εφετείο, ενόψει αφενός μεν του ανωτέρω λόγου, που, κατ΄ αυτό, επέβαλε την παραχώρηση της αποκλειστικής χρήσης μέρους της οικογενειακής στέγης των διαδίκων στην αναιρεσίβλητη και των ειδικοτέρων παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης κατά τις οποίες (α) "το υπόγειο της οικογενειακής στέγης είναι ουσιαστικά ισόγειος χώρος, διαμορφωμένος ως κατοικία, με σαλοτραπεζαρία, υπνοδωμάτιο, κουζίνα και τουαλέτα που διαθέτει, αυτοτελή είσοδο και έξοδο" και (β) η χρήση του εξυπηρετεί ανέτως τις ανάγκες διαβίωσης του αναιρεσείοντος. Εξάλλου από την, κατ΄ άρθρο 561 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., επισκόπηση των εγγράφων προτάσεων, που ο αναιρεσείων υπέβαλε στο Εφετείο, προκύπτει ότι με αυτές δεν έγινε από τον ίδιο επίκληση σε αυτό και της υπ΄αριθ. 9749/12.5.2000 ένορκης βεβαίωσης.

Συνακόλουθα με όσα έχουν εκτεθεί, τόσο ο δεύτερος λόγος του κύριου δικογράφου της υπό κρίση αναίρεσης, όσο και ο πρώτος πρόσθετος λόγος της, με τους οποίους και, ειδικότερα, με τον πρώτο πρόσθετο λόγο, με ένα από τα μέρη του, προσάπτεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης και ως προς τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. γ΄ Κ.Πολ.Δ. εγκείμενη, δηλαδή στην από το Εφετείο μη λήψη υπόψη των αποδεικτικών αυτών μέσων, παρά την από τον αναιρεσείοντα επίκληση και προσκόμισή τους είναι απορριπτέοι, ως αβάσιμοι. Περαιτέρω είναι απορριπτέο, ως αβάσιμο και το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 Κ.Πολ.Δ. άλλο μέρος του πρώτου πρόσθετου λόγου, αφού ο κατ` αυτό και ως προς την, κατ` άρθρο 1393 Α.Κ., αιτηθείσα από τον αναιρεσείοντα παραχώρηση σε αυτόν της χρήσης της ανωτέρω οικογενειακής στέγης ισχυρισμός του περί της κατάστασης της υγείας του, ο οποίος, (ισχυρισμός), αποτέλεσε μέρος και της έφεσής του απερρίφθη εκ του πράγματος με την προσβαλλόμενη απόφαση. Και τούτο γιατί με αυτή ύστερα και από την εκτεθείσα παραδοχή της, κατά την οποία το μέρος της οικογενειακής στέγης που δεν παραχωρήθηκε στην αναιρεσίβλητη "εξυπηρετεί ανέτως τις ανάγκες διαβιώσεως" του αναιρεσείοντος, απερρίφθη η έφεση του αναιρεσείοντος και ως προς το ανωτέρω μέρος του αντικειμένου της.

ΙΙΙ. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 294, 295 παρ. 1, 296 και 297 Κ.Πολ.Δ., ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής καθώς και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτή με δήλωσή του που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με το δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικό του, η δε παραίτηση έχει ως αποτέλεσμα ότι δεν ασκήθηκε η αγωγή και επιφέρει την κατάργηση της δίκης που ανοίχθηκε με την άσκησή της. Η κατά τις ανωτέρω διατάξεις παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής ή το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτή μπορεί να γίνει και κατά το στάδιο της κατ΄ έφεση δίκης και πριν ακόμη κριθεί η βασιμότητα της ασκηθείσης έφεσης και εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση. Η παραίτηση στην περίπτωση αυτή επάγεται όχι μόνο την κατάργηση της ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστήριο εκκρεμούσας δίκης αλλά και ολόκληρης της δίκής που ανοίχθηκε με την άσκηση της αγωγής (Α.Π. 69/1996). Επομένως το Εφετείο μετά την, όπως εκτίθεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, δήλωση του αναιρεσείοντος ότι παραιτείται της αξίωσής του ανάθεσης στον ίδιο της επιμέλειας του προσώπου των ανηλίκων θυγατέρων του και του αιτήματος επιδίκασης σ΄αυτόν με την ως άνω ιδιότητα διατροφής για αυτές ορθά προέβη επίσης με την προσβαλλόμενη απόφασή του στην κήρυξη καταργημένης της δίκης ως προς τα αιτήματά της από 12.2.2000 αγωγής του αναιρεσείοντος με τα οποία ζητήθηκε η ανάθεση σε αυτόν της επιμέλειας του προσώπου των ανωτέρω θυγατέρων του και η επιδίκαση διατροφής τους. Για την αιτία δε αυτή ο τέταρτος λόγος του κύριου δικογράφου της αναίρεσης, κατ΄ εκτίμηση του οποίου διατυπώνεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αντίθετη αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 14 Κ.Πολ.Δ. είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.

IV. Ο πέμπτος λόγος του κύριου δικογράφου, ως προς το, κατ` εκτίμησή του από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 Κ.Πολ.Δ., μέρος του είναι, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4, 566 παρ. 1 και 577 αριθ. 3 Κ.Πολ.Δ., αόριστος και για την αιτία αυτή απορριπτέος, ως απαράδεκτος, αφού με αυτόν δεν προσδιορίζονται ούτε με πληρότητα ποιά ήταν τα "πράγματα", που ο αναιρεσείων επικαλέστηκε με τους προσδιοριζόμενους απ΄ αυτόν λόγους της έφεσής του και το δικαστήριο κατ΄ αυτόν δεν έλαβε υπόψη ούτε ποιά επιρροή θα ασκούσαν αυτά στην έκβαση της δίκης.

V. Το Εφετείο δέχθηκε ανέλεγκτα με την προσβαλλόμενη απόφασή του ως προς την επιδικαστέα διατροφή σε καθεμιά από τις ανήλικες θυγατέρες των διαδίκων ότι από τα προσδιοριζόμενα στην ίδια απόφαση αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Οι ανωτέρω θυγατέρες των διαδίκων δεν έχουν εισοδήματα από περιουσία. Λόγω δε της ανηλικότητάς τους και της μαθητικής τους ιδιότητας δεν μπορούν να εργασθούν και να αυτοδιατραφούν. Επομένως έχουν διατροφική αξίωση έναντι αμφοτέρων των υποχρέων προς τούτο γονέων τους ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις καθενός απ΄ αυτούς. Ο αναιρεσείων πατέρας τους είναι δικηγόρος συνταξιούχος, ήδη Υποδιευθυντής του Δικαστικού Τμήματος της .... .............. , που ασκεί όμως παράλληλα και την ελεύθερη δικηγορία.

Κατά τα οικονομικά έτη 2000 και 2001, (χρήση 1999 και 2000), αυτός δήλωσε στην αρμόδια .......... συνολικά ετήσιο εισόδημα από ακίνητα, γεωργικές υπηρεσίες, μισθωτές υπηρεσίες και ελεύθερο επάγγελμα, ύψους 17.723.650 και 19.982.975 δραχμών, αντίστοιχα, που αντιστοιχεί σε μηνιαίο εισόδημα 1.476.979 και 1.665.248 δραχμών αντίστοιχα κατά τα έτη αυτά. Επιπλέον αυτός έχει στην κατοχή του μετοχές συνολικής αξίας 65.000.000 δραχμών, από την εκμετάλλευση των οποίων αποκομίζει οπωσδήποτε μηνιαίο εισόδημα, το ύψος του οποίου δεν προσδιορίσθηκε, Στην κυριότητά του ανήκουν αγρός, εμβαδού 1.500 τ.μ. και δύο διαμερίσματα, συνενωμένα σε ένα, που βρίσκονται στη γενέτειρά του, στο χωριό ........... , τα οποία χρησιμοποιεί για τις στεγαστικές του ανάγκες κατά την παραμονή του εκεί, όπως συνέβαινε και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης.

Είναι επίσης κύριος γραφείου εμβαδού 40 τ.μ., που βρίσκεται στη ..... Αττικής, μισθωτικής αξίας 150.000 δραχμών και δύο ισογείων καταστημάτων, επιφανείας 74 και 23 τ.μ. που βρίσκονται επί των οδών ...... και ..... μισθωτικής αξίας 135.000 και 135.000 δραχμών, το καθένα. Με την παραχώρηση της χρήσης του ισογείου προς οίκηση, απαλλάσσεται από τη δαπάνη στέγασης, επιβαρυνόμενος μόνον με τις αναλογούσες σ` αυτόν δαπάνες κοινοχρήστων, λογαριασμών κοινής ωφέλειας και συντηρήσεως του περιβάλλοντος την οικία χώρου. Βαρύνεται επίσης με την πληρωμή μηνιαίας δόσης ύψους 436.000 δραχμών για την αποπληρωμή των δανείων που έλαβε από την .... και την ........ ................ για την αγορά των ακινήτων του. Από την άλλη πλευρά η ενάγουσα είναι εφοριακός υπάλληλος, Το οικονομικό έτος 2000, (χρήση 1999), δήλωσε συνολικό ετήσιο εισόδημα ύψους 5.421.284 δραχμών, που αντιστοιχεί σε μηνιαίο εισόδημα 451.773 δραχμών. Απαλλάσσεται και αυτή από τη δαπάνη στέγασης, αφού της παραχωρήθηκε η χρήση τμήματος της συζυγικής οικίας, βαρυνόμενη μόνο με την αναλογία δαπανών κοινοχρήστων, λογαριασμών κοινής ωφέλειας και συντηρήσεως του περιβάλλοντος χώρου. Βαρύνεται ακόμη με την πληρωμή μηνιαίας δόσης ύψους 135.000 δραχμών για την εξόφληση δανείου που έλαβε για την αγορά της συζυγικής οικίας κατά το αναλογούν σ΄ αυτήν ποσοστό συγκυριότητας. Άλλους πόρους, εισοδήματα αλλά και υποχρεώσεις δεν αποδεικνύονται ότι έχουν οι διάδικοι. Τέλος, οι ανήλικες θυγατέρες των διαδίκων ............. είναι μαθήτριες, η μεν ..... της Α΄ τάξης του Γυμνασίου της Γερμανικής Σχολής, η δε .... της Ε΄ τάξης του Δημοτικού της .................. σχολής. Το μηνιαίο ποσό διδάκτρων που απαιτείται για την κάλυψη των δαπανών της ιδιωτικής εκπαίδευσης των ανηλίκων, συμπεριλαμβανομένης και της δαπάνης μεταφοράς τους με σχολικά λεωφορεία, ανέρχεται σε 98.000 για την ..... και 103.000 δραχμών για την ..... . Παρακολουθούν επίσης τα ανήλικα, μαθήματα γερμανικής γλώσσας με οίκοι διδασκαλία, με μηνιαία δαπάνη 45.750 δραχμών η ........ , καθώς και μαθήματα αγγλικής γλώσσας με μηνιαία δαπάνη 12.500 η καθεμιά. Επισημαίνεται ότι η φοίτηση των ανηλίκων στα ανωτέρω ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, δεν μπορεί να θεωρηθεί μη αναγκαία, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο πατέρας τους με το σχετικό λόγο της έφεσής του, ισχυριζόμενος ότι αυτά μπορούν να φοιτήσουν αδαπάνως σε δημόσια σχολεία, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα ανήλικα φοιτούν στα εκπαιδευτήρια αυτά συνεχώς από την έναρξη της σχολικής εκπαίδευσής τους, οι δε οικονομικές δυνατότητες των γονέων τους δεν έχουν μεταβληθεί αισθητά, μετά την διακοπή της έγγαμης συμβίωσής τους, ώστε να καθιστούν απαγορευτική την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης. Οι λοιπές δαπάνες συντηρήσεως, τροφής, ενδύσεως, ψυχαγωγίας κ.λ.π. είναι συνήθεις δαπάνες παιδιών της ίδιας ηλικίας με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, προκύπτει ότι με βάση τις ανάγκες των ανηλίκων τέκνων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους, που προαναφέρθηκαν, στις οποίες συνεκτιμώνται και οι συνθήκες της ζωής και οι δυνάμεις των γονέων τους, η ανάλογη διατροφή γι΄ αυτά, η οποία περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για την ανατροφή, συντήρηση και εκπαίδευσή τους, ανέρχεται στο ποσό των 220.000 δραχμών το μήνα για το καθένα. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται και η αξία των προσωπικών υπηρεσιών και των παροχών στέγασης, θέρμανσης, ηλεκτροφωτισμού κ.λ.π., που προσφέρει σ΄ αυτά η μητέρα τους, αλλά και η αξία της παροχής στέγης που προσφέρει σ΄ αυτά ο πατέρας τους, κατά το αναλογούν σ΄ αυτόν ποσοστό συγκυριότητας επί της συζυγικής οικίας. Κατά ταύτα και δεδομένου ότι ο εναγόμενος πατέρας τους προς περιορισμό της ένδικης υποχρεώσεώς του προς διατροφή των τέκνων του, προβάλλει την από τη διάταξη του άρθρου 1487 παρ. 2 Α.Κ. ένσταση, οι διάδικοι γονείς έχοντες τις προαναφερθείσες δυνάμεις και υποχρεούμενοι να διατρέφουν τα τέκνα τους ανάλογα με αυτές, βαρύνονται για την κάλυψη των ανωτέρω αναγκών αυτών, ο μεν εναγόμενος πατέρας με το ποσό των 180.000 δραχμών το μήνα για καθένα από αυτά, στο οποίο συνυπολογίζεται και η αξία της παροχής στέγης που τους προσφέρει, η δε μητέρα με το υπόλοιπο μέρος της διατροφής τους, ποσού 40.000 δραχμών μηνιαίως, η οποία εκπληρώνει την υποχρέωσή της αυτή με τις προσωπικές υπηρεσίες και φροντίδες της, την παροχή στέγης και την ανάλωση μέρους από το προαναφερθέν εισόδημά της. Περαιτέρω το Εφετείο επισήμανε ότι η εκτεθείσα κρίση του περί της ανωτέρω αποδειχθείσης ως βαρύνουσας τον αναιρεσείοντα αναλογίας συνεισφοράς του στην διατροφή των ανηλίκων τέκνων του, ενισχύεται εμμέσως πλην σαφώς και από το προσκομιζόμενο με επίκληση από 4.12.2001 ιδιωτικό συμφωνητικό, που κατάρτισαν οι διάδικοι γονείς μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης, τη γνησιότητα του οποίου ως προς το περιεχόμενο και την υπογραφή του δεν αμφισβητεί ο αναιρεσείων και από το οποίο προκύπτει ότι συμφώνησε αυτός να καταβάλλει, λόγω διατροφής των θυγατέρων του το αμέσως μεταγενέστερο από το κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση έτος το ποσό των 400.000 δραχμών και για το μεθεπόμενο έτος αυτό των 450.000 δραχμών μηνιαίως. Με βάση τις παραδοχές του αυτές στην προσβαλλόμενη απόφαση το Εφετείο απέρριψε με αυτή και την έφεση του αναιρεσείοντος και ως προς το μέρος της, που προσέβαλε το κεφάλαιο της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με το οποίο μετά από μερική παραδοχή της αγωγής της αναιρεσίβλητης υποχρέωσε τον αναιρεσείοντα να καταβάλλει σε αυτή με την ανωτέρω ιδιότητά της και ως διατροφή των ανωτέρω ανηλίκων το ποσό των 360.000 δραχμών κάθε μήνα του από την επίδοση της αγωγής και μετά χρονικού διαστήματος των δύο ετών. Έτσι που έκρινε το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του πλήρη και χωρίς αντίφαση αιτιολογία ως προς το επιδικαστέο χρηματικό ποσό για τη διατροφή καθεμιάς από τις ανωτέρω ανήλικες θυγατέρες του αναιρεσείοντος και για την αιτία αυτή τόσο οι τρίτος και πέμπτος λόγοι του κύριου δικογράφου της αναίρεσης, ως προς το άλλο μέρος καθενός από αυτούς, όσο και ο δεύτερος του πρόσθετου δικογράφου της ίδιας αναίρεσης κατ΄ εκτίμηση των οποίων διατυπώνεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αντίθετη από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ. αιτίαση είναι απορριπτέοι, ως αβάσιμοι.

Από το ανωτέρω περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και ειδικότερα την παραδοχή της, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη "το οικονομικό έτος 2000 (χρήση 1999) δήλωσε συνολικό ετήσιο εισόδημα ύψους 5.421.284 δραχμών, που αντιστοιχεί σε μηνιαίο εισόδημα 451.773 δραχμών" δεν προκύπτει ότι η παραδοχή αυτή υπήρξε απότοκος λήψης υπόψη από το Εφετείο εγγράφου και επομένως ούτε και της επικαλούμενης με τον τρίτο λόγο του προσθέτου δικογράφου της αναίρεσης "υπ΄ αριθμ. ειδοποιήσεως 31127/14.12.2001 εκκαθαριστικό σημείωμα της κ.Προϊσταμένης της ........ (αριθμ. δηλώσεως 36282/2001". Για την αιτία αυτή, ο τρίτος πρόσθετος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίον προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 20 Κ.Πολ.Δ. αιτίαση της παραμόρφωσης από το Εφετείο του ανωτέρω έγγράφου στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση και επομένως είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.

Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αναίρεση, τόσο ως προς το κύριο, όσο και ως προς το πρόσθετο δικόγραφό της και, κατ΄ άρθρο 183 Κ.Πολ.Δ., να καταδικασθεί ο ηττώμενος αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τόσο την από 31 Ιουλίου 2003 αίτηση του ................ για αναίρεση της υπ΄ αριθμ.8634/2002 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, όσο και τους από 8 Ιανουαρίου 2004 πρόσθετους λόγους της ίδιας αναίρεσης. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης από χίλια εκατόν εβδομήντα, (1.170), ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Ιουνίου 2005.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 21 Δεκεμβρίου 2005.