Δικαστής: Γεώργιος Μίντσης. Δικηγόροι: Π. Κουτουρούσιος -Ι. Κώστογλου. Από τις διατάξεις των άρθρων 1511, 1512, 1513 και 1514 του ΑΚ συνάγεται ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε από νόμιμο γάμο των γονέων του, ασκείται από τους τελευταίους από κοινού, περιλαμβάνει δε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1510 και 1518 του ιδίου κώδικα, την επιμέλεια του προσώπου του, τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του. Το λειτουργικό δε δικαίωμα της γονικής μέριμνας είναι υποχρεωτικό για τους γονείς και προσωποπαγές, υπό την έννοια ότι δεν είναι δυνατή ούτε η παραίτηση από αυτό ούτε η υποκατάσταση του φορέα του, με μεταβίβαση του σε άλλον (ΜονΠρΑΘ 223/95 ΑρχΝ 47.205, Γεωργιάδης -Σταθόπουλος, ό.π., αριθμ. 12, Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, Οικογ. Δίκαιο, 1990, σελ. 16). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1515 ΑΚ, "η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, ανήκει στη μητέρα του. Σε περίπτωση αναγνώρισης του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την ασκεί αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους. Με αίτηση του πατέρα το δικαστήριο μπορεί, και σε κάθε άλλη περίπτωση και ιδίως αν συμφωνεί η μητέρα, να αναθέσει και σ` αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή μέρους της, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου...".
Από τη διάταξη αυτήν προκύπτει ότι η γονική μέριμνα ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει εκτός γάμου των γονέων του, έχει δε αναγνωρισθεί εκουσίως από τον φυσικό του πατέρα, κατά τους όρους των άρθρων 1475 - 1476 του ΑΚ, ασκείται αποκλειστικά από τη μητέρα, ενώ στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα επιφυλάσσεται ένας ρόλος αναπληρωματικός αλλά και η δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να παραμερίσει δικαστικά το προνόμιο αυτό της μητέρας.
Ειδικότερα, ο εξ αναγνωρίσεως πατέρας μπορεί να ασκεί τη γονική μέριμνα: α`) Αυτοδικαίως, αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας λόγω θανάτου ή κηρύξεως της σε αφάνεια ή ένεκεν εκπτώσεως της κατ` άρθρο 1510 παρ. 3 του ΑΚ, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς (ανικανότητα ή περιορισμένη ικανότητα της για δικαιοπραξία) ή πραγματικούς λόγους (αποδημία της ή βαριά ασθένεια της), οπότε την αναπληρώνει ο ίδιος στην άσκηση της. β`) Σε κάθε άλλη περίπτωση, με δικαστική απόφαση, η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του ιδίου του πατέρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Η δικαστική δε αυτή απόφαση μπορεί να αναθέτει την άσκηση της γονικής μέριμνας είτε αποκλειστικά στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα, είτε από κοινού σ` αυτόν και τη μητέρα, είτε να κατανείμει μεταξύ αυτών τις λειτουργίες της (Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ΑΚ, υπ` άρθρο 1515, αριθμ. 6-7). Ενόψει πάντων των ανωτέρω, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 1510 παρ. 3 του ΑΚ, κατά την οποία "η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ασκείται και από τον ανήλικο γονέα", παρέπεται ότι, εάν η μητέρα του εκτός γάμου γεννηθέντος ανηλίκου τέκνου και εκουσίως αναγνωρισθέντος από τον φυσικό του πατέρα, είναι ανήλικη, διατηρεί, εκ του νόμου, την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου της, ενώ ο εξ αναγνωρίσεως πατέρας καλείται στην άσκηση των λοιπών, κατά τα άνω, λειτουργιών της γονικής του μέριμνας. Εάν δε και ο τελευταίος είναι ανήλικος, δεν μετέχει ποσώς της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου του, μπορεί όμως να αναλάβει την επιμέλεια του προσώπου του αντί της μητέρας του, εφόσον αποδεικνύεται ότι η τελευταία δεν είναι σε θέση να την ασκήσει ή, σε κάθε περίπτωση, αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Στην περίπτωση αυτή, περαιτέρω, εφόσον υπάρχει ανάγκη διοικήσεως της περιουσίας του ανηλίκου ή εκπροσωπήσεως του, δηλονότι για την άσκηση των λοιπών, πλην της επιμελείας του προσώπου του, λειτουργιών της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου, πρέπει να διορισθεί επίτροπος, κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1532, 1533 του ΑΚ, ο οποίος, περαιτέρω, εφόσον, επιπλέον, συντρέχει και ανικανότητα αμφοτέρων των ανηλίκων γεννητόρων του εκτός γάμου γεννηθέντος ανηλίκου να επιμεληθούν του προσώπου του, μπορεί να αναλάβει εν τω συνόλω της την άσκηση της γονικής του μέριμνας, η συναφής δε, περί διορισμού επιτρόπου, αίτηση εκδικάζεται, σύμφωνα με την ειδικότερη διάταξη του άρθρου 121 του ΕισΝΑΚ, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, τυχόν δε εισαγομένη η αίτηση κατά τη διαδικασία της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, απορρίπτεται για έλλειψη δικαιοδοσίας, της διατάξεως του άρθρου 591 του ΚΠολΔ (πρβλ. και άρθρο 741 ΚΠολΔ) μη δυναμένης να τύχει εφαρμογής εν προκειμένω, αφού αυτή αναφέρεται στη διαγνωστική δίκη, από την οποία αντιδιαστέλλεται η διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και, περαιτέρω, γιατί, σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχουν, από την άσκηση της κατά τη νόμιμη διαδικασία εισαχθείσης αιτήσεως, δικονομικές ή ουσιαστικές συνέπειες, που είναι ανάγκη να διατηρηθούν (ΕφΑΘ 1868/83 Δ 15.265, ΕφΑΘ 903/78 ΝοΒ 27.413, Κ. Μπέη, ΠολΔ, Εκούσια Δικαιοδοσία, Γενικό Μέρος, έκδ. 1991, σελ. 38 επ.). Εξάλλου, κατά το άρθρο 47 εδ. α` του ν. 2447/1996, στις αναφερόμενες στο άρθρο αυτό περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 1515 του ΑΚ δεν επιτρέπεται το ένδικο μέσο της έφεσης. Η τελευταία αυτή διάταξη, που καθιστά ανέκκλητη την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η οποία αφορά τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, δεν αντίκειται στο άρθρο 20 ή σε άλλη διάταξη του Συντάγματος, ούτε στο άρθρο 6 της Συμβάσεως της Ρώμης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες (ν.δ. 53/1974), γιατί οι διατάξεις αυτές διασφαλίζουν τη δυνατότητα προσφυγής σε δικαστήριο, όχι όμως και το δικαίωμα σε ένδικα μέσα κατά της απόφασης που θα εκδοθεί, η δε ειδική διαδικασία του άρθρου 681 Β` σε συνδυασμό με το άρθρο 681 Γ` του ΚΠολΔ, κατά την οποία εκδίδεται η σχετική αγωγή του άρθρου 1515 του ΑΚ, διασφαλίζει πλήρως τα δικαιώματα απόδειξης των ισχυρισμών των διαδίκων και, συνεπώς, πληροί τους όρους διεξαγωγής δίκαιης δίκης (ΑΠ 1111/2002, αδημοσίευτη σε νομικά περιοδικά, Εφθεσ 749/2005 (εισηγητής Κ. Τσόλας), αδημ.).
Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ ορίζει: "Αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει, ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών του τέκνου ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφαση του στις νέες συνθήκες, ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντας την, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, και ιδίως να αποδώσει στους γονείς την άσκηση της γονικής μέριμνας που τους είχε αφαιρεθεί". Εφόσον κάθε απόφαση του δικαστηρίου σχετική με τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου (ΑΚ 1511 παρ. 2 εδ. β`), είναι αναγκαίο να υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης ή μεταρρύθμισης της, εφόσον αυτή καθίσταται επιβεβλημένη χάριν καλύτερης εξυπηρέτησης του συμφέροντος του λόγω μεταβολής των συνθηκών, στις οποίες στηρίχθηκε το δικαστήριο κατά την έκδοση της αρχικής αποφάσεως.
Για την εξυπηρέτηση της αναγκαιότητας αυτής εισήγαγε ο νομοθέτης τη διάταξη ΑΚ 1536, με την οποία και καθιερώνεται απόκλιση από την καταρχήν δεσμευτική ενέργεια των δικαστικών αποφάσεων (ΚΠολΔ 321). Η απόκλιση αυτή ισχύει για όλες τις δικαστικές αποφάσεις που ως αντικείμενο έχουν τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας. Η παρεχόμενη στο δικαστήριο δυνατότητα αποτελεί αναγνωριζόμενη από το ουσιαστικό δίκαιο αρμοδιότητα για μεταβολή της αρχικής αποφάσεως του. Σύμφωνα με το σκοπό της διατάξεως, η απαιτούμενη για την εφαρμογή της μεταβολή των συνθηκών περιλαμβάνει όχι μόνον τη μεταβολή των πραγματικών δεδομένων υπό τα οποία εκδόθηκε η απόφαση που ρύθμισε τη γονική μέριμνα, αλλά και, γενικότερα, την εμφάνιση περιστατικών τα οποία οδηγούν σε διαφορετική ενδεχομένως κρίση. Τα περιστατικά αυτά είναι αδιάφορο αν συνέβησαν τώρα για πρώτη φορά, ή υπήρχαν ήδη κατά το χρόνο της αποφάσεως και δεν τέθηκαν υπόψη του δικαστηρίου, ή παραβλέφθηκαν, ή έγινε κακή εκτίμηση, ενώ κατά μία ευρύτερη ερμηνεία, που υποστηρίζεται κυρίως από τους θεωρητικούς (πρβλ. και ΕφΑΘ 2340/1986 ΕλλΔνη 27.1142), κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα μπορεί να ανακληθεί ή μεταρρυθμιστεί οποτεδήποτε και, μάλιστα, ανεξάρτητα από το αν μεταβλήθηκαν ή όχι τα πραγματικά περιστατικά, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Το ότι η μεταρρύθμιση της αποφάσεως επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου σημαίνει μεταβολή της αρχικής κρίσεως, η οποία θα στηρίζεται στην εμφάνιση νέων περιστατικών, στοιχείων και δεδομένων. Επομένως, η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη με το σκοπό της διατάξεως, η οποία αποβλέπει πρωτίστως στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τέκνου, πρέπει όμως να γίνεται με φειδώ χρήση της, γιατί ειδάλλως θα αποτελούσε η αγωγή εκ της ΑΚ 1536 υποκατάστατο του δικαιώματος έφεσης κατά αποφάσεως απορριπτικής προηγούμενης παρόμοιας αγωγής.
Η επιγενόμενη μεταβολή των συνθηκών ή τα νέα πραγματικά περιστατικά θα σχετίζονται με το πρόσωπο του παιδιού, τα πρόσωπα των γονέων ή του τρίτου στον οποίο ανατέθηκε η γονική μέριμνα ή, τέλος, θα αναφέρονται στις γενικότερες συνθήκες του κοινωνικού περιβάλλοντος του ανηλίκου. Συνήθεις θα είναι οι περιπτώσεις μεταβολής των συνθηκών ύστερα από την έκδοση δικαστικής αποφάσεως που ρύθμισε τη γονική μέριμνα σύμφωνα με την ΑΚ 1513 μετά το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου των γονέων. Περιστατικά σχετιζόμενα με το πρόσωπο του τέκνου θα είναι, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη ηλικία του ή η ιδιάζουσα κατάσταση της υγείας του, που καθιστά απαραίτητη τη μητρική περίθαλψη και φροντίδα. Περιστατικά αναγόμενα στο πρόσωπο των γονέων είναι η ενηλικίωση του ανήλικου γονέα, ο νέος γάμος του γονέα, στον οποίο ανατέθηκε μετά το διαζύγιο η γονική μέριμνα, σοβαρό πρόβλημα υγείας, ανήθικη συμπεριφορά, η οποία εκθέτει σε κίνδυνο τον ψυχικό κόσμο και την ηθική ανάπτυξη του τέκνου, αδιαφορία ή βάναυση συμπεριφορά του γονέα που ανέλαβε την επιμέλεια, εγκατάλειψη της φροντίδας και της εποπτείας του τέκνου, δημιουργία έχθρας του παιδιού προς τον άλλο γονέα με σκοπό την παρεμπόδιση της επικοινωνίας μαζί του κλπ. Η de facto άσκηση της επιμέλειας του παιδιού από τον ένα των συζύγων μετά το διαζύγιο κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του τέκνου, εμποδίζει την ανάθεση της στον άλλο, όταν αυτός καθ` όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα επέδειξε αδιαφορία έναντι του τέκνου (βλ. Πουλιάδη, στου Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, αρθρ. 1536). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 1518 παρ. 1 του ΑΚ, η επιμέλεια του ανηλίκου συνδέεται με το δικαίωμα των γονέων του ή, σε περίπτωση διασπάσεως της συμβιώσεως τους, του εξ αυτών έχοντος ταύτην, να προσδιορίζουν τον τόπο διαμονής του, δηλαδή το συγκεκριμένο γεωγραφικό τόπο αλλά και το οίκημα όπου ο ανήλικος θα διαμένει.
Με το δικαίωμα αυτό συνδέεται, περαιτέρω, και η αξίωση αποδόσεως του ανηλίκου, ως έκφραση της απολύτου εξωτερικής ενέργειας που παράγει το δικαίωμα επιμελείας, ειδικότερα, και της γονικής μερίμνης του, γενικότερα, έναντι τρίτων, η οποία στρέφεται κατά παντός ο οποίος αφαιρεί ή κατακρατεί παράνομα τον ανήλικο, ενδεχομένως δηλαδή και κατά του άλλου γονέα, στον οποίο δεν ανήκει πλέον η επιμέλεια του. Στην έννοια της παρανόμου αφαιρέσεως ή κατακρατήσεως υπάγεται κάθε συμπεριφορά, η οποία, δυναμένη να επιτυγχάνεται με ποικίλους εκάστοτε τρόπους ή μέσα, όπως η απόκρυψη του τόπου διαμονής του ανηλίκου, παρεμπόδιση των γονέων του ή του εξ αυτών έχοντος την επιμέλεια του να το πλησιάσουν ή ψυχολογικός επηρεασμός του για απομάκρυνση του από αυτούς, συνεπάγεται άμεση προσβολή του δικαιώματος τους για προσδιορισμό του τόπου διαμονής του ανηλίκου, ματαιώνοντας ή δυσχεραίνοντας την άσκηση του. Παράνομη προσβολή του ιδίου δικαιώμαος συνιστά, περαιτέρω, και η συμπεριφορά εκείνη η οποία διευκολύνει ή ενισχύει, με υλική ή ψυχολογική υποστήριξη, την αυτόβουλη απόφαση του ανηλίκου να απομακρυνθεί από τους γονείς του ή από τον εξ αυτών έχοντα μόνον την επιμέλεια του (Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ΑΚ, υπ` άρθρο 1518, αριθ. 81, 121, 122, 123 και 124, Αθανασίου Πουλιάδη, Ζητήματα από την επιμέλεια και την προσωπική επικοινωνία με ανήλικα τέκνα - Ουσιαστικό δίκαιο και δικονομικοί προβληματισμοί, Αρμ ΜΣΤ` 981). Η συναφής δε αγωγή εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων, με την επ` αυτής δε εκδιδόμενη απόφαση καταδικάζεται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 950 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ο γονέας που έχει το τέκνο να εκτελέσει την πράξη αυτή, δηλονότι να αποδώσει τον ανήλικο και, σε περίπτωση που δεν συμμορφώνεται, απαγγέλλεται αυτεπαγγέλτως σε βάρος του και υπέρ του αιτούντος την απόδοση ή παράδοση χρηματική ποινή έως 5.900 ευρώ ή σε προσωπική κράτηση έως ένα έτος ή και στις δύο ποινές (Βαθρακοκοίλης, Κατ` άρθρο ερμηνεία ΚΠολΔ, υπ` άρθρο 950). Να σημειωθεί, περαιτέρω, ότι η απόδοση του τέκνου από τον προς τούτο υπόχρεο δεν εξαντλείται απλώς στην ανοχή της παραλαβής του, αλλά στην άρση της συμπεριφοράς εκείνης που οδήγησε στην απομάκρυνση του από τους γονείς του, δηλαδή άρση των δημιουργημένων πραγματικών ή ψυχολογικών εμποδίων (Γεωργιάδης - Σταθόπουλος, ό.π. αριθμ. 129, Αθ. Πουλάδης, ό.π.). Τέλος, η ως άνω διάταξη του άρθρου 950 ΚΠολΔ δεν κάνει λόγο για τελεσίδικη απόφαση και, συνεπώς, είναι επιτρεπτή η κήρυξη της προσωρινά εκτελεστής, κατά τους όρους των άρθρων 907 και 908 του ΚΠολΔ (Γεωργιάδης - Σταθόπουλος, ό.π., αριθμ. 131).