Έτος
2008
Νόμος / διάταξη που αφορά
1511 ΑΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες, γυναίκες γονείς / διαζύγιο, επιμέλεια τέκνων

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Α2 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές:Δημήτριο Δαλιάνη, Αντιπρόεδρο, Ρένα Ασημακοπούλου, Ιωάννη Ιωαννίδη, Χαράλαμπο Ζώη και Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 13 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Χ, κατοίκου ... .. , η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σταύρο Τσακυράκη. Του αναιρεσιβλήτου: Ψ, κατοίκου .. .. . , ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Ορφανό. Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 12-7-2001 και 4-10-2001 αγωγές των ανωτέρω διαδίκων, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Λεβαδείας και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 57/2002, 25/2003 μη οριστικές, 79/2003 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου 41/2004 μη οριστική και 14/2005 οριστική του Εφετείου Λαμίας. Την αναίρεση της απόφασης αυτής ζήτησε η ήδη αναιρεσείουσα επι της οποίας εκδόθηκε η 1910/2005 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την απόφαση αυτή και παρέπεμψε την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Εφετείο Λαμίας Το εφετείο εξέδωσε την 35/2006 απόφαση, την αναίρεση της οποίας ζητά η αναιρεσείουσα με την από 27-6-2007 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Ιωάννης Ιωαννίδης ανέγνωσε την από 25-9-2008 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, από τη διάταξη του άρθρου 1511, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512 - 1514 ΑΚ, προκύπτει ότι βασικό κριτήριο για την ανάθεση της γονικής μέριμνας και ειδικότερα της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων στον ένα από τους γονείς τους είναι το συμφέρον του τέκνου. Το συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια, προς διαπίστωση δε της συνδρομής του εξετάζονται πάντα τα επωφελή και πρόσφορα για τον ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Ουσιώδους σημασίας είναι και η επισημαινόμενη στο νόμο ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμησή του, την οποία συνεκτιμά το δικαστήριο ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητάς του. Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλειά του, όμως υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα, ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου που έχει τη στοιχειώδη ικανότητα διακρίσεως. Πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη ότι ο ανήλικος, που έχει ακόμη ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητά του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες, έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτίμησης προς τον ένα από τους γονείς, οπότε η προτίμησή του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του. Η διάσπαση εξάλλου της έγγαμης συμβίωσης των γονέων, με συνεπακόλουθο και τη διάσπαση της οικογενειακής συνοχής, κλονίζει σοβαρώς την ψυχική ισορροπία του τέκνου που αισθάνεται ανασφάλεια και επιζητεί στήριγμα. Οι μεταξύ των συζύγων δημιουργούμενες έντονες αντιθέσεις ενίοτε αποκλείουν κάθε συνεννόηση μεταξύ τους αλλά και σε σχέση με τα τέκνα τους, τα οποία όχι σπανίως χρησιμοποιούνται ως όργανα για την άσκηση παντοειδών πιέσεων και την ικανοποίηση εκδικητικών διαθέσεων. Ετσι, υπό το κράτος της κατάστασης αυτής ο γονέας που αναλαμβάνει την επιμέλεια έχει, κατά την επιταγή του νόμου, πρόσθετα καθήκοντα και αυξημένη την ευθύνη της αντιμετώπισης των ως άνω ειδικών περιστάσεων κατά προέχοντα λόγο, κι αυτό προϋποθέτει την εξασφάλιση στο τέκνο κατάλληλων συνθηκών προσαρμογής. Το αποτέλεσμα όμως αυτό, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του τέκνου, κάθε άλλο παρά επιτυγχάνεται με την πλήρη αποξένωση του τέκνου από τον άλλο γονέα. Ηδη αυτή καθεαυτή η ανάθεση της επιμέλειας στον ένα από τους γονείς, εκ λόγων αναγομένων στο συμφέρον του τέκνου, αποτελεί παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας των γονέων στο λειτουργικό τούτο δικαίωμά τους το οποίο τίθεται υπό δικαστική ρύθμιση, παραβιάζονται δε και η αρχή αυτή και οι βασικοί κανόνες διαπαιδαγώγησης, που στηρίζονται στα πορίσματα της παιδικής ψυχολογίας προς βλάβη του ανηλίκου, ενώ παράλληλα δυσχεραίνεται και η ρυθμιστική επέμβαση του δικαστηρίου όταν το τέκνο περιάγεται σε στάση αρνήσεως ή αντιπάθειας έναντι του ετέρου των γονέων από πράξεις ή παραλείψεις εκείνου που έχει την επιμέλειά του. Εξάλλου, το συμφέρον του τέκνου συνιστά αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το ουσιαστικό δικαστήριο. Γι` αυτό η κρίση του ως προς το αν, ενόψει των περιστάσεων που δέχθηκε και για την ύπαρξη των οποίων κρίνει ανέλεγκτα, εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου, υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο. Αν η απόφαση περιέχει κρίση για την εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τέκνου, πλην όμως αυτή είναι εσφαλμένη, δημιουργείται λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔικ. Αν η απόφαση δεν έχει ως προς τούτο καθόλου αιτιολογίες ή έχει ανεπαρκείς, ασαφείς ή αντιφατικές αιτιολογίες, υπόκειται σε αναίρεση κατ` άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔικ. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη επί των πραγμάτων κρίση του, τα εξής: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο στο ..... .... στις 20-5-1989 και απέκτησαν δύο άρρενα τέκνα τον Α και τον Β. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά, καθόσον υπήρχαν συνεχείς προστριβές και εντάσεις μεταξύ τους λόγω ασυμφωνίας τους ως προς την αντιμετώπιση των καθημερινών οικογενειακών προβλημάτων τους και διασπάστηκε από το έτος 2000. Με την με αριθμό 416/2001 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ανατέθηκε προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων στη μητέρα τους και ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας με τον πατέρα τους. Η μητέρα τους την 1-7-2001 παρέδωσε ενόψει των θερινών διακοπών τα ανήλικα τέκνα στον πατέρα τους για το χρονικό διάστημα από 1-7-2001 μέχρι 31-7-2001, στο πλαίσιο της υποχρέωσής της από την παραπάνω απόφαση που ρύθμιζε το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του. Την 1-8-2001 ο εκκαλών (Ψ) παρέδωσε στην εφεσίβλητη τα ανήλικα τέκνα τους, τα οποία όμως αρνήθηκαν να επιστρέψουν στη μητέρα τους.

Με την με αριθμό 590/2001 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ανακλήθηκε η με αριθμό 416/2001 απόφαση του παραπάνω δικαστηρίου και ανατέθηκε προσωρινά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων στον πατέρα τους. Εκτοτε τα ανήλικα τέκνα διαμένουν στην .. πλησίον του πατέρα τους, παρακολουθούν εκεί τα σχολεία τους, έχουν διαμορφώσει το περιβάλλον τους, είναι ικανοποιημένα από το ενδιαφέρον που επιδεικνύει γι` αυτά ο πατέρας τους, έχουν αναπτύξει στενό ψυχικό δεσμό μαζί του και δεν επιθυμούν να διαμένουν με τη μητέρα τους. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με τις με αριθμούς 57/2002 και 25/2003 αποφάσεις του διέταξε τη διενέργεια δύο πραγματογνωμοσυνών, οι οποίες και έγιναν από την Ψυχίατρο .... , η πρώτη, και από τον ψυχολόγο ......, η δεύτερη, και με τις οποίες οι πραγματογνώμονες γνωμοδότησαν ότι η αναιρεσείουσα δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για τα τέκνα της, ότι η απουσία της είναι καταλυτική για την ισόρροπη ανάπτυξη τους και ότι ο πατέρας τους οφείλει να συμπράξει για την αποκατάσταση των σχέσεων τους με τη μητέρα τους που παρέχει εχέγγυα καλύτερης άσκησης της επιμέλειάς τους. Ακολούθως, δέχθηκε το Εφετείο ότι από το καλοκαίρι του έτους 2001, που τα ανήλικα τέκνα διαμένουν συνεχώς με τον πατέρα τους, αυτός τους παρέσχε την αμέριστη αγάπη και φροντίδα του και συνέβαλε αποφασιστικά στη σωστή διαμόρφωση της προσωπικότητας τους. Ζουν σε ένα ήρεμο περιβάλλον, πράγμα το οποίο αποδεικνύεται και από το ότι: α) πηγαίνουν πολύ καλά στα μαθήματα τους, β) συμμετέχουν ενεργά στις σχολικές δραστηριότητες, γ) αναπτύσσουν συνδικαλιστική δράση στο σχολείο τους, δ) ασχολούνται με τη μουσική, ο δε Β ασχολείται και με τη ζωγραφική, ε) είναι αθλητικοί τύποι και συμμετέχουν στις ομάδες του συλλόγου "......". Εξάλλου, η προνομιακή θέση της πόλεως στην οποία ζουν δημιουργεί σ` αυτούς πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, έχουν δε αναπτύξει τις φιλίες τους και διατηρούν στενές σχέσεις με τα οικεία τους πρόσωπα, τα οποία τους αγαπούν και συμβάλλουν με τον τρόπο τους στη σωστή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους.

Ακόμη, δέχθηκε το Εφετείο, ότι μεταξύ των ανηλίκων τέκνων και του πατέρα τους, ενόψει των ανωτέρω δεκτών γενομένων πραγματικών περιστατικών, έχει διαμορφωθεί μία δυνατή συναισθηματική σχέση, αυτά είναι ψυχολογικά προσκολλημενα προς τον πατέρα τους προς τον οποίο και εξέφρασαν ρητά την προτίμησή τους, ο δε ιδιαίτερος αυτός δεσμός μεταξύ τους αναπτύχθηκε φυσιολογικά και αβίαστα ως ψυχική στάση η οποία ήταν προϊόν της ελεύθερης επιλογής των ανηλίκων που έχουν οπωσδήποτε τη στοιχειώδη ικανότητα διακρίσεως. Τέλος το Εφετείο, σταθμίζοντας και το βαθμό της ωριμότητος των ανηλίκων τέκνων, την εκδηλωθείσα επιθυμία τους να ζήσουν με τον πατέρα τους και συνεκτιμώντας και το στοιχείο της σταθερότητος, της εξελίξεως και διαπαιδαγωγήσεως των ανηλίκων, τα οποία επί μακρό χρόνο φρόντιζε από μόνος του ο πατέρας τους, τυχόν δε μεταβολή του περιβάλλοντός τους θα επιδρούσε επιβλαβώς στην εξέλιξή τους, ανέθεσε την άσκηση της επιμέλειας αυτών στον πατέρα τους και αυτό ανεξάρτητα από την πολύ δύσκολη θέση που βρίσκεται η μητέρα τους, της οποίας ο πόνος και θλίψη είναι δεδομένα. Υπό τις παραδοχές αυτές το Εφετείο δέχθηκε την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και ανέθεσε την επιμέλεια των ανηλίκων στον πατέρα τους.

Ετσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τον κανόνα ουσιαστικού δικαίου του άρθρου 1511 ΑΚ, το οποίο και ορθώς εφήρμοσε, αφού η κρίση του για την εξυπηρέτηση του συμφέροντος των ανηλίκων τέκνων ήταν ορθή και η προτίμηση τούτων προς τον πατέρα τους ήταν αποτέλεσμα της ελεύθερης επιλογής τους και συνεπώς ο εκ του αριθ.1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ 1ος λόγος αναιρέσεως με τον οποίο υποστηρίζεται το αντίθετο είναι αβάσιμος. Επειδή ο εκ του αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως είναι δυνατό να φέρεται ότι πλήττει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη νομίμου βάσεως, αλλά στην πραγματικότητα να την πλήττει ως προς την -ανέλεγκτη από τον Αρειο Πάγο εκτίμηση των αποδείξεων. Με το 2ο λόγο της αίτησης αναίρεσης και κατά το 1ο μέρος του αποδίδεται η αιτίαση της έλλειψης νόμιμης βάσης στην προσβαλλόμενη απόφαση με επισήμανση σφαλμάτων που αναφέρονται στην εκτίμηση των αποδείξεων σχετικά με την αποδοχή της αγωγής του αναιρεσιβλήτου και την ανάθεση σ`αυτόν της επιμέλειας των δύο ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, το πόρισμα των οποίων (αποδείξεων) είναι σαφές. Ο λόγος συνεπώς αυτός, με τον οποίο, υπό την επίφαση της συνδρομής των προϋποθέσεων θεμελιώσεώς του, πλήττεται η εκ μέρους του Εφετείου εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων, είναι απαράδεκτος. Επειδή το δικαστήριο εκτιμώντας ελεύθερα την γνωμοδότηση των πραγματογνωμόνων κατά το άρθρο 387 ΚΠολΔ δεν υποχρεούται να αιτιολογήσει ειδικά την κρίση του γι` αυτή του την εκτίμηση. Επομένως ο 2ος λόγος και κατά το 2ο μέρος του εκ του αρ.19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι δηλαδή το Εφετείο δεν αιτιολόγησε καθόλου την κρίση του γιατί δεν δέχθηκε το πόρισμα των δύο πραγματογνωμόνων που είχε ορίσει το πρωτόδικο δικαστήριο, είναι απαράδεκτος. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ.8 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως ιδρύεται και όταν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα" θεωρούνται οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, εντάσεως ή αντενστάσεως (Ολ.ΑΠ 25/2003), όχι όμως και οι ισχυρισμοί που αποτελούν άρνηση της αγωγής ή ενστάσεως ή επιχειρήματα νομικά ή πραγματικά τα οποία αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων. Με τον 2ο λόγο εκ του αριθ.8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ και κατά το 3ο μέρος του καταλογίζεται στο Εφετείο η πλημμέλεια ότι δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, περί καταλληλότητας αυτής στην άσκηση της επιμελείας των ανηλίκων τέκνων, ο οποίος (ισχυρισμός) ενισχύεται και από τις δύο εκθέσεις των πραγματογνωμόνων που διορίσθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο, σε αντίθεση με τον αναιρεσίβλητο σύζυγό της στον οποίο ανατέθηκε η επιμέλεια, και ο οποίος δεν θεωρείται ο πιο κατάλληλος. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι αναφέρεται σε ισχυρισμό που αποτελεί άρνηση της αγωγής του αναιρεσιβλήτου-πατέρα των ανηλίκων τέκνων και συνεπώς δεν αποτελεί "πράγμα" κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ.8 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 29-6-2007 αίτηση, της Χ για αναίρεση της υπ` αριθ. 35/2006 αποφάσεως του Εφετείου Λαμίας. Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε χίλια διακόσια (1.200) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 11 Νοεμβρίου 2008.

Και

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Δεκεμβρίου 2008. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ