Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας
Κωνσταντινούπολη, 11.V.2011
Προοίμιο
Τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οι άλλοι υπογράφοντες το παρόν,
Ενθυμούμενοι τη Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Σειρά Ευρωπαϊκών Συνθηκών ETS Αριθ. 5, 1950) και τα Πρωτόκολλά της, τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη (Σειρά Ευρωπαϊκών Συνθηκών ETS Αριθ. 35, 1961, αναθεωρήθηκε το 1996, ETS Αριθ. 163), τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για Δράση κατά της Εμπορίας Ανθρώπων (Σειρά Συνθηκών Συμβουλίου της Ευρώπης CETS Αριθ. 197, 2005) και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία των Παιδιών ενάντια στη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και Κακοποίηση (Σειρά Συνθηκών Συμβουλίου της Ευρώπης CETS Αριθ. 201, 2007),
Ενθυμούμενοι τις ακόλουθες συστάσεις της Επιτροπής των Υπουργών των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης: Σύσταση Rec(2002)5 για την προστασία των γυναικών κατά της βίας, Σύσταση CM/Rec(2007)17 για τα πρότυπα και τους μηχανισμούς ισότητας των δύο φύλων, Σύσταση CM/Rec(2010)10 για το ρόλο των γυναικών και των ανδρών στην πρόληψη και επίλυση των συγκρούσεων και την οικοδόμηση της ειρήνης και άλλες σχετικές συστάσεις,
Λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που θέτει σημαντικά πρότυπα στον τομέα της βίας κατά των γυναικών,
Έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (1966), το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτισμικά Δικαιώματα (1966), τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (“CEDAW”, 1979) και το Προαιρετικό της Πρωτόκολλο (1999) καθώς και τη Γενική Σύσταση Αριθ. 19 της Επιτροπής CEDAW για τη βία κατά των γυναικών, τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (1989) και τα Προαιρετικά της Πρωτόκολλα (2000) και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (2006),
Έχοντας υπόψη το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (2002),
Ενθυμούμενοι τις βασικές αρχές του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και ιδιαίτερα τη Σύμβαση της Γενεύης (IV) σχετικά με την Προστασία των Αμάχων σε Καιρό Πολέμου (1949) και τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα I και II (1977) αυτής,
Καταδικάζοντας όλες τις μορφές βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας,
Αναγνωρίζοντας ότι η ύπαρξη νόμιμης και πραγματικής ισότητας ανάμεσα στις γυναίκες και τους άνδρες αποτελεί βασικό στοιχείο για την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών,
Αναγνωρίζοντας ότι η βία κατά των γυναικών αποτελεί απόδειξη των ιστορικά άνισων σχέσεων ισχύος ανάμεσα στις γυναίκες και τους άνδρες, που οδήγησαν στην κυριαρχία έναντι και τη διάκριση κατά των γυναικών από τους άνδρες και την αποτροπή της πλήρους προώθησης των γυναικών,
Αναγνωρίζοντας τη δομική φύση της βίας κατά των γυναικών ως βία με βάση το φύλο και ότι η βία κατά των γυναικών είναι ένας από τους κρίσιμους κοινωνικούς μηχανισμούς με τον οποίο οι γυναίκες αναγκάζονται να βρίσκονται σε υποδεέστερη θέση σε σύγκριση με τους άνδρες,
Αναγνωρίζοντας με ιδιαίτερη ανησυχία, ότι οι γυναίκες και τα κορίτσια εκτίθενται συχνά σε σοβαρές μορφές βίας όπως η ενδοοικογενειακή βία, η σεξουαλική παρενόχληση, ο βιασμός, ο αναγκαστικός γάμος, εγκλήματα που διαπράττονται στο όνομα της επονομαζόμενης «τιμής» και σε ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων, τα οποία αποτελούν σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών και σοβαρό εμπόδιο για την επίτευξη της ισότητας ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες,
Αναγνωρίζοντας τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων που επηρεάζουν τους πολίτες, ειδικά τις γυναίκες με τη μορφή ευρέως ή συστηματικού βιασμού και σεξουαλικής βίας και την πιθανότητα αυξημένης βίας με βάση το φύλο τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τις συγκρούσεις,
Αναγνωρίζοντας ότι οι γυναίκες και τα κορίτσια εκτίθενται σε υψηλότερο κίνδυνο βίας με βάση το φύλο από ότι οι άνδρες,
Αναγνωρίζοντας ότι η ενδοοικογενειακή βία επηρεάζει τις γυναίκες δυσανάλογα και ότι οι άνδρες μπορεί επίσης να είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας,
Αναγνωρίζοντας ότι τα παιδιά είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας, ακόμη και όταν είναι μάρτυρες βίας στην οικογένεια,
Αποσκοπώντας στη δημιουργία μιας Ευρώπης χωρίς βία κατά των γυναικών και ενδοοικογενειακή βία,
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
Κεφάλαιο Ι – Σκοποί, ορισμοί, ισότητα και μη διάκριση, γενικές υποχρεώσεις
Άρθρο 1 - Σκοποί της Σύμβασης
1. Οι σκοποί της παρούσας Σύμβασης είναι:
α η προστασία των γυναικών από κάθε μορφή βίας και η πρόληψη, δίωξη και εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας,
β η συνεισφορά στην εξάλειψη όλων των μορφών διάκρισης κατά των γυναικών και η προώθηση της ουσιαστικής ισότητας ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες, περιλαμβανομένης της χειραφέτησης των γυναικών,
γ ο σχεδιασμός περιεκτικού πλαισίου, πολιτικών και μέτρων για την προστασία και τη βοήθεια όλων των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και ενδοοικογενειακής βίας,
δ η προώθηση της διεθνούς συνεργασίας με σκοπό την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας,
ε η παροχή υποστήριξης και βοήθειας σε οργανισμούς και σε υπηρεσίες επιβολής του νόμου για αποτελεσματική συνεργασία ώστε να υιοθετηθεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας.
2. Για να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεών της από τα Μέρη, η παρούσα Σύμβαση καθιερώνει έναν ειδικό μηχανισμό παρακολούθησης.
Άρθρο 2 - Πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης
1 Η παρούσα Σύμβαση θα ισχύει για όλες τις μορφές βίας κατά των γυναικών, περιλαμβανομένης και της ενδοοικογενειακής βίας, που επηρεάζει τις γυναίκες δυσανάλογα.
2 Τα Μέρη ενθαρρύνονται να εφαρμόσουν την παρούσα Σύμβαση για όλα τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Τα Μέρη θα δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις γυναίκες που είναι θύματα βίας με βάση το φύλο κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
3 Η παρούσα Σύμβαση θα ισχύει σε περιόδους ειρήνης και σε περιπτώσεις ένοπλων συγκρούσεων.
Άρθρο 3 - Ορισμοί
Για το σκοπό της παρούσας Σύμβασης:
α. ως «βία κατά των γυναικών» νοείται η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μια μορφή διάκρισης κατά των γυναικών και θα εννοούνται όλες οι πράξεις βίας με βάση το φύλο που έχει ή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, σωματική, σεξουαλική ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή πόνο στις γυναίκες, περιλαμβανομένων των απειλών για τέτοιες πράξεις, του εξαναγκασμού ή της αυθαίρετης στέρησης της ελευθερίας, είτε στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό βίο,
β. ως «ενδοοικογενειακή βία» θα νοούνται όλες οι πράξεις σωματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας που συμβαίνουν εντός της οικογένειας ή της οικιακής μονάδας ή ανάμεσα σε πρώην ή νυν συζύγους ή συντρόφους, είτε ο αυτουργός διαμένει ή διέμενε στην ίδια κατοικία με το θύμα είτε όχι,
γ. ως «φύλο» νοούνται οι κοινωνικά δημιουργημένοι ρόλοι, συμπεριφορές, δραστηριότητες και ιδιότητες που μια δεδομένη κοινωνία θεωρεί κατάλληλα για τους άνδρες και τις γυναίκες,
δ. ως «βία με βάση το φύλο κατά των γυναικών» θα νοείται η βία που καταφέρεται εναντίον μιας γυναίκας επειδή είναι γυναίκα ή που επηρεάζει δυσανάλογα τις γυναίκες,
ε. ως «θύμα» θα νοείται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο υπόκειται σε τύπους συμπεριφοράς που προσδιορίζονται στα σημεία α και β,
στ. «γυναίκες» περιλαμβάνει και κορίτσια ηλικίας κάτω των 18 ετών.
Άρθρο 4 - Θεμελιώδη δικαιώματα, ισότητα και μη διάκριση
1 Τα Μέρη θα λάβουν τα νομοθετικά και άλλα μέτρα για να προωθούν και να προστατεύουν το δικαίωμα όλων, ιδιαίτερα των γυναικών, να ζουν χωρίς βία τόσο σε δημόσιο όσο και σε ιδιωτικό επίπεδο.
2 Τα Μέρη καταδικάζουν όλες τις μορφές διάκρισης κατά των γυναικών και λαμβάνουν, χωρίς καθυστέρηση, τα απαραίτητα νομοθετικά και άλλα μέτρα για να τις αποτρέψουν, συγκεκριμένα:
– ενσωματώνοντας στο εθνικό τους σύνταγμα ή άλλη κατάλληλη νομοθεσία την αρχή της ισότητας ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες και διασφαλίζοντας την πρακτική εφαρμογή της αρχής αυτής,
– απαγορεύοντας τις διακρίσεις κατά των γυναικών, περιλαμβάνοντας και τη χρήση κυρώσεων, όπου χρειάζεται,
– καταργώντας νόμους και πρακτικές που μεροληπτούν κατά των γυναικών.
3 Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης από τα Μέρη, συγκεκριμένα των μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων, θα διασφαλίζεται χωρίς καμία διάκριση λόγω φύλου, γένους, φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικής ή άλλης άποψης, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, σχέσης με εθνική μειονότητα, περιουσίας, γέννησης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, ηλικίας, κατάστασης υγείας, αναπηρίας, οικογενειακής κατάστασης, μεταναστευτικής ή προσφυγικής κατάστασης, ή άλλης κατάστασης.
4 Ειδικά μέτρα που είναι απαραίτητο να ληφθούν για την πρόληψη και την προστασία των γυναικών από βία με βάση το φύλο δεν θα θεωρούνται διάκριση σύμφωνα με τους όρους της παρούσας Σύμβασης.