Προοίμιο
Η Γενική Συνδιάσκεψις της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, συγκληθείσα εν Γενεύη υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνελθούσα αυτόθι την 6ην Ιουνίου 1951, κατά την 34ην σύνοδον αυτής, Αφού απεφάσισε την αποδοχήν διαφόρων προτάσεων σχετικών προς την ισότητα της αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι' εργασίαν ίσης αξίας, ζήτημα αποτελούν το έβδομον σημείον της ημερησίας διατάξεως της συνόδου, Αφού απεφάσισεν όπως αι προτάσεις αύται λάβουν τον τύπον διεθνούς συμβάσεως, Αποδέχεται σήμερον 29ην Ιουνίου 1951 την ως έπεται σύμβασιν, ήτις θα αποκαλείται Σύμβασις περί ισότητας της αμοιβής, 1951.
Άρθρο 1
Εις την παρούσαν σύμβασιν:
α) Ο όρος "αμοιβή" περιλαμβάνει το ημερομίσθιον ή την συνήθη αντιμισθίαν, βασικήν ή κατωτάτην ως και παν έτερον όφελος καταβαλλόμενον, αμέσως ή εμμέσως, εις χρήμα ή εις είδος υπό του εργοδότου εις τον εργαζόμενον έναντι της απασχολήσεως αυτού.
β) Η έκφρασις "ισότης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι' εργασίαν ίσης αξίας" αναφέρεται εις το επίπεδον αμοιβής το καθοριζόμενον άνευ διακρίσεως βασιζομένης επί του φύλου.
Άρθρο 2
1. Εκαστον Μέλος οφείλει δια μέσων προσαρμοζομένων προς τας ισχυούσας μεθόδους δια τον καθορισμόν του επιπέδου της αμοιβής, να ενισχύει και καθ' ο μέτρον τούτο συνάδει προς τας εν λόγω μεθόδους, να εξασφαλίζη την εφαρμογήν εις άπαντας τους εργαζομένους της αρχής της ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι' εργασίαν ίσης αξίας.
2. Η αρχή αύτη δύναται να εφαρμοσθή μέσω:
α) είτε της εθνικής νομοθεσίας,
β) είτε παντός συστήματος καθορισμού της αμοιβής καθιερωμένου ή ανεγνωρισμένου υπό της νομοθεσίας,
γ) είτε συλλογικών συμβάσεων συναπτομένων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων,
δ) είτε δια συνδυασμού των διαφόρων τούτων μέσων.
Άρθρο 3
1. Εφ' όσον τοιαύτα μέσα θα δύνανται να διευκολύνουν την εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως, δέον όπως λαμβάνονται μέτρα προς ενθάρρυνσιν της αντικειμενικής εκτιμήσεως των απασχολήσεων επί τη βάσει των εργασιών τας οποίας περιλαμβάνουν.
2. Αι ακολουθητέαι μέθοδοι δια την εν λόγω εκτίμησιν δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενον αποφάσεων είτε εκ μέρους των αρμοδίων αρχών, εις ό,τι αφορά τον καθορισμόν του επιπέδου αμοιβής, είτε, εάν το επίπεδον αμοιβής έχη καθορισθή δυνάμει συλλογικών συμβάσεων, εκ μέρους των συμβαλλομένων μερών.
3. Αι διαφοραί μεταξύ επιπέδων αμοιβής αι αντιστοιχούσαι, ανεξαρτήτως φύλου εις διαφοράς προκυπτούσας εκ της τοιαύτης αντικειμενικής εκτιμήσεως των υπό εκτέλεσιν εργασιών δέον όπως μη θεωρούνται ως αντίθετοι προς την αρχήν της ισότητας της αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι' εργασίαν ίσης αξίας.
Άρθρο 4
Εκαστον Μέλος δέον όπως συνεργάζηται δια προσφόρου τρόπου μετά των ενδιαφερομένων οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων ίνα δοθή ισχύς εις τας διατάξεις της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρο 5
Αι επίσημοι επικυρώσεις της παρούσης συμβάσεως ανακοινούνται εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας παρ' ου και καταχωρίζονται.
Άρθρο 6
1. Η παρούσα Σύμβασις δεσμεύει μόνον τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας ων η επικύρωσις έχει καταχωρισθή υπό του Γενικού Διευθυντού.
2. Τίθεται αύτη εν ισχύι δώδεκα μήνας μετά την υπό του Γενικού Διευθυντού καταχώρισιν των επικυρώσεων υπό δύο Μελών.
3. Ακολούθως η σύμβασις αύτη άρχεται ισχύουσα δι' έκαστον Μέλος δώδεκα μήνας αφ' ης καταχωρισθή η επικύρωσις αυτού.
Άρθρο 7
1. Αι εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας κοινοποιούμεναι δηλώσεις δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 35 του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, δέον όπως αναφέρουν:
α) Τα εδάφη δια τα οποία το ενδιαφερόμενον Μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως αι διατάξεις της συμβάσεως εφαρμόζονται άνευ τροποποιήσεων.
β) Τα εδάφη δια τα οποία αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως αι διατάξεις της συμβάσεως εφαρμόζονται μετά τροποποιήσεων και εις τι συνίστανται αι εν λόγω τροποποιήσεις.
γ) Τα εδάφη εις τα οποία η σύμβασις είναι ανεφάρμοστος και εν τη περιπτώσει αυτή τους λόγους οίτινες την καθιστούν ανεφάρμοστον.
δ) Τα εδάφη δια τα οποία επιφυλάσσεται να αποφασίση εν αναμονή πλέον εμπεριστατωμένης εξετάσεως της καταστάσεως εις τα εν λόγω εδάφη.
2. Αι εις τα εδάφια α) και β) της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου μνημονευόμεναι υποχρεώσεις δέον όπως θεωρούνται ως αποτελούσαι αναπόσπαστον μέρος της επικυρώσεως και επάγονται τα αυτά αποτελέσματα.
3. Παν Μέλος δύναται δια νεωτέρας δηλώσεως αυτού όπως παραιτήται εν όλω ή εν μέρει των εις την προγενεστέραν δήλωσίν του διατυπωθεισών επιφυλάξεων, δυνάμει των εδαφίων β), γ) και δ) της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου.
4. Παν Μέλος, καθ' α χρονικά διαστήματα επιτρέπεται η καταγγελία της παρούσης συμβάσεως, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 9, δύναται να κοινοποιή προς τον Γενικόν Διευθυντήν νεωτέραν δήλωσιν τροποποιούσαν τους όρους πάσης προγενεστέρας δηλώσεως αυτού και γνωρίζουσαν την επικρατούσαν κατάστασιν εις καθωρισμένα εδάφη.
Άρθρο 8
1. Αι εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας κοινοποιούμεναι δηλώσεις, συμφώνως προς τας παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 35 του Καταστατικού Χάρτου της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας δέον όπως αναφέρουν εάν αι διατάξεις της συμβάσεως έχουν εφαρμογήν επί του εδάφους μετά ή άνευ τροποποιήσεων. Εφ' όσον η δήλωσις αναφέρει ότι αι διατάξεις της συμβάσεως εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξιν τροποποιήσεων δέον να προσδιορίζη εις τι συνίστανται αι εν λόγω τροποποιήσεις.
2. Το ενδιαφερόμενον Μέλος ή τα Μέλη ή η ενδιαφερομένη διεθνής αρχή δύνανται να παραιτηθούν, εν όλω ή εν μέρει δια μεταγενεστέρας δηλώσεως αυτών, του δικαιώματος της προσφυγής εις τροποποίησιν μνημονευθείσαν εις προγενεστέραν δήλωσιν τούτων.
3. Το ενδιαφερόμενον Μέλος ή τα Μέλη ή η ενδιαφερομένη διεθνής αρχή, καθ' α χρονικά διαστήματα επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 9, δύνανται να κοινοποιούν εις τον Γενικόν Διευθυντήν νεωτέραν δήλωσιν τροποποιούσαν πάσαν προγενεστέραν δήλωσιν αυτών και να γνωρίζουν την κατάστασιν ως προς την εφαρμογήν της συμβάσεως ταύτης.
Άρθρο 9
1. Παν Μέλος επικυρούν την παρούσαν σύμβασιν, δύναται να καταγγέλλη αυτήν μετά πάροδον δεκαετίας από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης συμβάσεως δια πράξεως ανακοινουμένης εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και υπ' αυτού καταχωριζομένης. Η καταγγελία άρχεται ισχύουσα εν έτος μετά την καταχώρισιν αυτής.
2. Παν Μέλος επικυρούν την παρούσαν σύμβασιν, το οποίον εντός έτους από της λήξεως της εν τη προηγουμένη παραγράφω μνημονευομένης δεκαετίας δεν έχει κάμει χρήσιν της υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένης δυνατότητος καταγγελίας δεσμεύεται δια μίαν νέαν δεκαετίαν και συνεπώς δικαιούται να καταγγείλλη την παρούσαν σύμβασιν επί τη λήξει εκάστης δεκαετίας, υπό τους εν τω παρόντι άρθρω προβλεπομένους όρους.
Άρθρο 10
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί εις άπαντα τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας την καταχώρισιν πασών των επικυρώσεων, δηλώσεων και καταγγελιών, αίτινες ανακοινούνται προς αυτόν υπό των Μελών της Οργανώσεως.
2. Γνωστοποιών εις τα Μέλη της Οργανώσεως την καταχώρισιν της δευτέρας επικυρώσεως, ήτις τω έχει ανακοινωθή, ο Γενικός Διευθυντής εφιστά την προσοχήν των Μελών της Οργανώσεως επί της ημερομηνίας αφ' ης η παρούσα σύμβασις άρχεται ισχύουσα.
Άρθρο 11
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας ανακοινοί εις τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών προς καταχώρισιν, συμφώνως προς το άρθρον 102 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών, πλήρεις πληροφορίας σχετικάς προς πάσας τας επικυρώσεις, δηλώσεις και καταγγελίας τας οποίας ούτος έχει καταχωρίσει συμφώνως προς τα προηγούμενα άρθρα.
Άρθρο 12
Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, οσάκις κρίνη τούτο αναγκαίον υποβάλλει εις την Γενικήν Συνδιάσκεψιν έκθεσιν επί της εφαρμογής της παρούσης συμβάσεως και αποφασίζει εάν συντρέχη περίπτωσις εγγραφής, εις την ημερησίαν διάταξιν της Συνδιασκέψεως, θέματος ολικής ή μερικής αναθεωρήσεως αυτής.
Άρθρο 13
1. Εν η περιπτώσει η Συνδιάσκεψις αποδεχθή νεωτέραν σύμβασιν επαγομένην εν όλω ή εν μέρει αναθεώρησιν της παρούσης συμβάσεως και εφ' όσον η νεωτέρα σύμβασις δεν ορίζει άλλως:
α) Η επικύρωσις υπό Μέλους της νεωτέρας συμβάσεως της αναθεωρούσης την παρούσαν επάγεται αυτοδικαίως, παρά τας διατάξεις του ως άνω άρθρου 9, άμεσον καταγγελίαν της παρούσης συμβάσεως υπό την επιφύλαξιν ότι έχει τεθή εν ισχύι η αναθεωρούσα ταύτην νεωτέρα σύμβασις.
β) Αφ' ης η επαγομένη την αναθεώρησιν νεωτέρα Σύμβασις, τεθή εν ισχύι η παρούσα σύμβασις παύει ούσα δεκτική επικυρώσεως υπό των Μελών.
2. Η παρούσα σύμβασις παραμένει, ουχ ήττον, εν ισχύι υπό τον τύπον και το περιεχόμενον αυτής δια τα Μέλη άτινα επικυρώσαντα αυτήν δεν ήθελον επικυρώσει την αναθεωρούσαν ταύτην νεωτέραν σύμβασιν.
Άρθρο 14
Το Γαλλικόν και Αγγλικόν κείμενον της παρούσης συμβάσεως είναι εξ ίσου αυθεντικά.