ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

  • C-256/01 Allonby κατά Accrington & Rossendale College

    Tο άρθρο 141, παράγραφος 1, ΕΚ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια γυναίκα, της οποίας η σύμβαση εργασίας με επιχείρηση δεν ανανεώθηκε και η οποία τέθηκε αμέσως στη διάθεση του πρώην εργοδότη της μέσω άλλης επιχειρήσεως για να παράσχει τις ίδιες υπηρεσίες, δεν μπορεί να επικαλεσθεί, έναντι της μεσολαβήτριας επιχειρήσεως, την αρχή της ισότητας των αμοιβών, λαμβάνοντας ως μέτρο συγκρίσεως την αμοιβή που λαμβάνει για την ίδια εργασία ή για εργασία ίσης αξίας άνδρας που απασχολείται από τον πρώην εργοδότη της γυναίκας αυτής. 

  • C-262/84 Beets-Proper κατά F. Van Lanschot Bankiers NV

    Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 76/207 έχει την έννοια ότι δεν παρέχεται στα κράτη μέλη ευχέρεια να εξαιρούν από την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ρητές ή σιωπηρές ρήτρες συμβάσεων εργασίας, συναπτομένων βάσει συλλογικής συμβάσεως, που έχουν ως αποτέλεσμα τη λύση της σχέσης εργασίας λόγω της ηλικίας που συμπληρώνει ο εργαζόμενος, όταν η ηλικία αυτή υπολογίζεται βάσει της ηλικίας κατά την οποία ο εργαζόμενος αποκτά δικαίωμα συντάξεως λόγω αποχωρήσεως και η οποία διαφέρει μεταξύ ανδρών και γυναικών

  • C-285/98 Kreil κατά Bundesrepublik Deutschland

    Αν και απόκειται στα κράτη μέλη, τα οποία πρέπει να θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα για την προάσπιση της εσωτερικής και εξωτερικής τους ασφαλείας, να λάβουν τις αποφάσεις που αφορούν την οργάνωση των ενόπλων δυνάμεών τους, δεν συνάγεται ωστόσο εξ αυτού ότι οι αποφάσεις αυτές πρέπει να εκφεύγουν εντελώς του πεδίου εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Όταν, στην περίπτωση της οργανώσεως των ενόπλων δυνάμεων, οι αρμόδιες εθνικές αρχές κάνουν χρήση της ευχέρειας που τους παρέχει το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 76/207, να αποκλείουν από το πεδίο εφαρμογής της τις επαγγελματικές δραστηριότητες για τις οποίες, λόγω της φύσεως ή των συνθηκών ασκήσεώς τους, το φύλο συνιστά παράγοντα αποφασιστικής σημασίας, δεν μπορούν, χωρίς να παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, να θεωρούν γενικώς ότι η σύνθεση όλων των ενόπλων μονάδων πρέπει να παραμείνει αποκλειστικά ανδροκρατούμενη.

    Η οδηγία 76/207 απαγορεύει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων οι οποίες αποκλείουν γενικώς τις γυναίκες από τις στρατιωτικές θέσεις που συνεπάγονται τη χρήση όπλων και επιτρέπουν την πρόσβασή τους μόνο στις υγειονομικές υπηρεσίες και στα σώματα στρατιωτικής μουσικής

  • C-313/02 Wippel κατά Peek & Cloppenburg GmbH & Co. KG

    Εργαζόμενος με σύμβαση εργασίας, η οποία ορίζει ότι η διάρκεια της εργασίας και η οργάνωση του χρόνου εργασίας εξαρτώνται από τον ανακύπτοντα φόρτο εργασίας, καθορίζονται δε μόνον κατά περίπτωση από κοινού μεταξύ των μερών, και η οποία, επομένως, επηρεάζει την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του εν λόγω εργαζομένου, επανοργανώνοντας, σύμφωνα με τις ανάγκες, τον χρόνο εργασίας του, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/207, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας. Οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση που εργάζονται σε ευκαιριακή βάση εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ίδιας συμφωνίας-πλαισίου εάν το κράτος μέλος δεν εξαίρεσε εντελώς ή εν μέρει, δυνάμει της ρήτρας της 2, παράγραφος 2, τους εν λόγω εργαζομένους από τις ευεργετικές της διατάξεις

  • C-343/92 M. A. Roks…

    Το κοινοτικό δίκαιο αντιτάσσεται στην εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία, εξαρτώντας το δικαίωμα για παροχή λόγω ανικανότητας προς εργασία από προϋπόθεση που προηγουμένως δεν ίσχυε για τους άνδρες, στερεί τις έγγαμες γυναίκες των δικαιωμάτων που αντλούσαν από το άμεσο αποτέλεσμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1978, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως. Το κοινοτικό δίκαιο δεν αντιτίθεται στη θέσπιση εθνικής νομοθεσίας η οποία, εξαρτώντας τη διατήρηση του ευεργετήματος της παροχής λόγω ανικανότητας προς εργασία από μία προϋπόθεση που ισχύει εφεξής τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες, έχει ως αποτέλεσμα την αφαίρεση από τις γυναίκες, για το μέλλον, των δικαιωμάτων που αντλούσαν από το άμεσο αποτέλεσμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/7. Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/7 αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία εξαρτά τη χορήγηση παροχής λόγω ανικανότητας προς εργασία από την προϋπόθεση πραγματοποιήσεως κάποιου εισοδήματος κατά το έτος που προηγήθηκε της ενάρξεως της ανικανότητας, η οποία προϋπόθεση, καίτοι δεν κάνει διάκριση ανάλογα με το φύλο, αφορά πολύ μεγαλύτερο αριθμό γυναικών παρά ανδρών, ακόμη και όταν η θέσπιση της εθνικής αυτής νομοθεσίας στηρίζεται σε λόγους που αφορούν τον προϋπολογισμό.

  • C-37/89 Weiser κατά Caisse nationale des barreaux français

    Ένα πρόσωπο το οποίο ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα, όπως η δικηγορία, και αποχωρεί από το επάγγελμα του για να γίνει υπάλληλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν δικαιούται, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, να ζητήσει την εφαρμογή, υπέρ αυτού, του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η διάταξη αυτή είναι, ωστόσο, ανίσχυρη στο μέτρο που προβλέπει διαφορετική μεταχείριση, όσον αφορά τη μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από εθνικό σύστημα στο ασφαλιστικό σύτημα των Κοινοτήτων, μεταξύ των υπαλλήλων που έχουν αποκτήσει τα δικαιώματα αυτά απασχολούμενοι ως μισθωτοί και εκείνων που τα έχουν αποκτήσει απασχολούμενοι ως μη μισθωτοί

  • C-4/02 και 5/02 Schönheit κατά Stadt Frankfurt am Main και Becker κατά Land Hessen

    Δεν επιτρέπεται εφαρμογή νομοθεσίας, η οποία μπορεί να συνεπάγεται μείωση του ποσού της συντάξεως των δημοσίων υπαλλήλων που άσκησαν τα καθήκοντά τους με μειωμένο ωράριο κατά τη διάρκεια τουλάχιστον μέρους της σταδιοδρομίας τους, όταν αυτή η κατηγορία υπαλλήλων περιλαμβάνει σημαντικά υψηλότερο αριθμό γυναικών παρά ανδρών, εκτός αν η νομοθεσία αυτή δικαιολογείται από παράγοντες αντικειμενικούς και ξένους προς οποιαδήποτε διάκριση λόγω φύλου. Ο στόχος περιορισμού των δημοσίων δαπανών δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη διαφορετική μεταχείριση λόγω φύλου. 

  • C-43/75 Defrenne κατά Sabena

    Μπορεί να γίνεται επίκληση της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών εργαζομένων που ορίζεται από το άρθρο 119 ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία οφείλουν να εξασφαλίζουν την προάσπιση των δικαιωμάτων που παρέχει η διάταξη αυτή στους ιδιώτες, ιδίως σε περίπτωση διακρίσεων που πηγάζουν άμεσα από νομοθετικές διατάξεις ή από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καθώς και σε περίπτωση άνισης αμοιβής γυναικών και ανδρών εργαζομένων για όμοια εργασία, όταν αυτή εκτελείται στην ίδια επιχείρηση ή υπηρεσία, ιδιωτική ή δημόσια. Ακόμη καν στους τομείς στους οποίους το άρθρο 119 δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιφυλάσσουσα αποκλειστική αρμοδιότητα στον εθνικό νομοθέτη για την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών, δεδομένου ότι η εφαρμογή αυτή μπορεί να προκύπτει, εφόσον είναι αναγκαίο, από τη συνδρομή κοινοτικών και εθνικών διατάξεων.

  • C-450/93 Kalanke κατά Freie Hansestadt Bremen

    Το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 4, της οδηγίας 76/207, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας, αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία παρέχει αυτομάτως, εφόσον υφίστανται ίσα προσόντα των υποψηφίων διαφορετικού φύλου που έχουν γίνει δεκτοί ως προαγώγιμοι, προτεραιότητα στους υποψηφίους θηλυκού φύλου στους τομείς όπου οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται, νοουμένου ότι υφίσταται υποεκπροσώπηση όταν οι γυναίκες δεν εκπροσωπούν τουλάχιστον το ήμισυ του προσωπικού των διαφόρων βαθμίδων της οικείας κατηγορίας και όταν συμβαίνει το ίδιο όσον αφορά τα προβλεπόμενα από το οργανόγραμμα επίπεδα καθηκόντων.

    Επιτρέπει εθνικά μέτρα στον τομέα της προσβάσεως στην απασχόληση, περιλαμβανομένης και της επαγγελματικής προωθήσεως, τα οποία, με το να ευνοούν ειδικά τις γυναίκες, σκοπό έχουν να βελτιώνουν την ικανότητα των γυναικών να ανταγωνίζονται στην αγορά εργασίας και να ακολουθούν σταδιοδρομία υπό συνθήκες ισότητας με τους άνδρες. Δεν συνιστά μέτρο αυτού του είδους η εθνική ρύθμιση η οποία εξασφαλίζει στις γυναίκες απόλυτη και από ουδεμία προϋπόθεση εξαρτωμένη προτεραιότητα επί διορισμού ή προαγωγής, καθότι βαίνει πέραν της προωθήσεως της ισότητας ευκαιριών και υποκαθιστά στην ισότητα ευκαιριών το αποτέλεσμα, δηλαδή την ισότητα εκπροσωπήσεως, στο οποίο μόνον η εφαρμογή της ισότητας ευκαιριών θα μπορούσε να απολήξει. 

  • C-77/02 Erika Steinicke κατά Bundesanstalt für Arbeit

    Τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν διάταξη κατά την οποία η υπαγωγή στο σύστημα απασχολήσεως με μειωμένο ωράριο λόγω ηλικίας μπορεί να επιτραπεί μόνο σε υπάλληλο ο οποίος, κατά τα πέντε τελευταία έτη πριν από την έναρξη της απασχολήσεως με μειωμένο ωράριο, εργάστηκε με πλήρες ωράριο τουλάχιστον επί τρία συνολικά έτη, εφόσον πολύ περισσότερες γυναίκες από άνδρες εργάζονται με μειωμένο ωράριο και, επομένως, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, αποκλείονται από το σύστημα απασχολήσεως με μειωμένο ωράριο λόγω ηλικίας, εκτός αν αυτή δικαιολογείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ανεξάρτητων από οποιαδήποτε διάκριση βασιζόμενη στο φύλο.

  • C-80/70 Defrenne κατά βελγικού δημοσίου

    Τα γενικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης (νομικά συστήματα) δεν καλύπτονται από το άρθρο 119 της συνθήκης ΕΚ

  • C-96/80 Jenkins κατά Kings Gatte Ltd

    Μια διαφορά αμοιβής μεταξύ εργαζόμενων με πλήρες ωράριο και εργαζόμενων με μειωμένο ωράριο δε συνιστά διάκριση απαγορευόμενη από το άρθρο 119 τής Συνθήκης παρά μόνον αν αποτελεί στην πραγματικότητα έμμεσο τρόπο για να μειωθεί το επίπεδο αμοιβής των εργαζόμενων με μειωμένο ωράριο ενόψει τού γεγονότος ότι η κατηγορία αυτή εργαζόμενων αποτελείται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από γυναίκες 

  • ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ της Επιτροπής προς το ΕΚ, το Σ, την ΟΚΕ και την ΕΠ, Στρατηγική για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2010-2015, SEC (2010) 1079 SEC (2010) 1080, Βρυξέλλες, 21.09.2010, COM (2010) 491 τελικό

    Εισαγωγή

    Τα επιτεύγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την ενίσχυση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών βοήθησαν να αλλάξουν οι ζωές πολλών Ευρωπαίων πολιτών προς το καλύτερο και προσφέρουν τη βάση πάνω στην οποία οφείλουμε τώρα να οικοδομήσουμε μια γνήσια κοινωνία με ισότητα φύλων.

  • ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ της Επιτροπής, Ενίσχυση της δέσμευσης για την ισότητα γυναικών και ανδρών Χάρτης για τα δικαιώματα των γυναικών, Δήλωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την ευκαιρία της παγκόσμιας ημέρας της γυναίκας για το 2010 σε συνδυασμό με την 15η επέτειο της

    ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    Η ισότητα γυναικών και ανδρών αποτελεί θεµελιώδες δικαίωµα, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 2  της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Χάρτη Θεµελιωδών ∆ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Είναι  µία από τις κοινές αξίες στις οποίες βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. 

  • Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1922/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20.12.2006, περί ιδρύσεως Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων, ΕΕ L 403, 30.12.2006, σ. 9-17

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 13, παράγραφος 2, και το άρθρο 141, παράγραφος 3,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [1],

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης [2],

  • Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 806/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με την προώθηση της ισότητας των φύλων στην αναπτυξιακή συνεργασία

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 179,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της συνθήκης (1),

  • Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου στον ασφαλιστικό τομέα, υπό το πρίσμα της απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-236/09 (Test-Achats)

  • Οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου της 13.12.2004 «για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών», ΕΕ L 373, 21.12.2004, σ. 37-43

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 13, παράγραφος 1,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [1],

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [2],

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [3],

  • Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), ΕΕ L 204, 26.07.2006, σ. 23-36

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 141 παράγραφος 3,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [1],

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης [2],

  • Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), ΕΕ L 204, 26.07.2006, σ. 23-36 (Αρ. 1-29)

    Η Οδηγία ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το Νόμο 3896/2010(ΦΕΚ Α 207, 08/12/2010 «Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης - Εναρμόνιση της κείμενης νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 και άλλες συναφείς διατάξεις» και με το νόμο 3865/2010 (ΦΕΚ Α 120, 21/07/2010) «Μεταρρύθμιση Συνταξιοδοτικού Συστήματος του Δημοσίου και συναφείς διατάξεις».