Ι. Γενικά.
Οι αποφάσεις που συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύονται στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο (νομικά περιοδικά και τράπεζες νομικών πληροφοριών) αφορούν κατά κύριο λόγο όχι τόσο σε ζητήματα που αναφέρονται στη λύση του γάμου με διαζύγιο, αλλά κυρίως στις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων και ειδικά στην αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα (άρθρο 1400 ΑΚ), στο επώνυμο των συζύγων (άρθρο 1388 ΑΚ), στη δικαστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας των τέκνων (άρθρο 1513 ΑΚ). Εντελώς πρόσφατα, μάλιστα, αναδεικνύεται σε κρίσιμο ζήτημα των δικαστικών αποφάσεων και η ονοματοδοσία του τέκνου, η οποία ως νομική πράξη ανήκει στο περιεχόμενο της επιμέλειας κατά τη θεωρία (άρα όποιος ασκεί την επιμέλεια, έχει και το δικαίωμα), ενώ κατά τη νομολογία ανήκει στο ευρύτερο περιεχόμενο της γονικής μέριμνας (άρα και στους δύο γονείς).
ΙΙ. Διαζύγιο.
Είναι αλήθεια ότι, μετά τη διευκόλυνση της λύσης του γάμου με το συναινετικό διαζύγιο στο Ν.1329/1983, που έτυχε μεγάλης αποδοχής από την κοινωνία, παράλληλα με τον αντικειμενικό κλονισμό ως λόγο διάζευξης στο άρθρο 1439 §3 ΑΚ, το διαζύγιο έπαψε να αποτελεί και να προκαλεί αμφισβητούμενα προβλήματα στη νομολογία. Η λύση του γάμου διευκολύνθηκε ακόμη περισσότερο με το Ν.3719/2008, όπου το αμάχητο τεκμήριο της διάστασης ως λόγος διαζυγίου περιορίστηκε στα δύο χρόνια (άρθρο 1439 §3 ΑΚ) και πρόσφατα με το Ν. 4055/2011 για το συναινετικό διαζύγιο.
Ωστόσο, το διαζύγιο αποτέλεσε ακόμη και θέμα του μνημονίου που οδήγησε σε αλλαγές με το Ν. 4055/2011 για την επιτάχυνση των διαδικασιών έκδοσής του. Η εκκρεμοδικία στη λύση του γάμου (γίνεται λόγος για 4000 υποθέσεις στο Πρωτοδικείο Αθηνών) δεν συνδέεται τόσο με την ταχύτητα της διαδικασίας του διαζυγίου όσο με την αδυναμία της επίλυσης των διαφορών εξαιτίας του διαζυγίου (κυρίως για την επιμέλεια των τέκνων και τις οικονομικές διαφορές των συζύγων). Όσο η χώρα μας δεν επιδιώκει την θεσμοθέτηση των οικογενειακών δικαστηρίων, η πολυδιάσπαση των διαδικασιών για τη ρύθμιση των αποτελεσμάτων του διαζυγίου θα καθιστά το διαζύγιο μια χρονοβόρα, ακριβή και πικρή διαδικασία για τους συζύγους και γονείς.
ΙΙΙ. Σχέσεις των συζύγων από το γάμο.
Σχετικά με το επώνυμο των συζύγων προκύπτει από τη νομολογία ότι αυτό εξακολουθεί να παραμένει ένα κοινωνικό ζήτημα. Παρά τη σταθερή στάση της νομολογίας για το αμετάβλητο του επωνύμου του συζύγου και κατά κύριο λόγο του επωνύμου της συζύγου (δηλαδή των γυναικών), το ζήτημα αποκτά μια νέα επικαιρότητα λόγω της αλλαγής του άρθρου 1388 ΑΚ με το Ν. 3719/2008, όπου πλέον και σε αντίθεση με την υπάρχουσα νομολογία παρέχεται στο/στη σύζυγο το δικαίωμα να προσθέσει στο επώνυμό του/της, το επώνυμο του άλλου συζύγου. Πολλές από τις αποφάσεις που παρατίθενται αφορούν το καθεστώς πριν από την αλλαγή του άρθρου 1388 ΑΚ το 2008, τροποποίηση που κατακρίθηκε από όλες τις γυναικείες οργανώσεις.
Σχετικά με τις προσωπικές σχέσεις των συζύγων ενδιαφέρουσα είναι η νομολογία που διασφαλίζει το δικαίωμα της προσωπικότητας ακόμη και μέσα στο γάμο, με βάση την ΑΚ 1387 §2, υπό την έννοια της προστασίας του απορρήτου της αλληλογραφίας (του καθενός έναντι του άλλου) ή των παράνομων μαγνητοταινιών σε αντίθεση με την παλαιότερη νομολογία (βλ. ΑΠ 381/1987) .
Σχετικά με το δικαίωμα διατροφής αυτό συνδέεται με το νομικό καθεστώς της έννομης σχέσης του γάμου (διάσταση, διαζύγιο, ακυρότητα γάμου). Ενδιαφέρουσα είναι η απόφαση που ορίζει ότι η αντισυζυγική συμπεριφορά δεν αναιρεί το εύλογο της διάστασης, έτσι ώστε ο σύζυγος να δικαιούται έστω ελαττωμένη διατροφή (βλ. ΑΠ 121/2011), ενώ ανεπιεικής φαίνεται η αντιμετώπιση του όλου ζητήματος σχετικά με την απορία του δικαιούχου συζύγου, όταν αυτός/η έχει απρόσοδη περιουσία (βλ. ΟλΑΠ 9/1991).
Σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, κεντρικό ζήτημα αποτελεί η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα (1400-1402 ΑΚ) και δευτερευόντως η παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης (1393 ΑΚ). Θεωρία και κυρίως νομολογία έχουν λύσει μια σειρά από ερμηνευτικά ζητήματα, όπως σχετικά με τη νομική φύση της αξίωσης και τη δυνατότητα της αυτούσιας απόδοσης του «αποκτήματος» στο σύζυγο που συνέβαλε στην αύξηση κατά το ποσοστό της συμβολής του (βλ. ΕφΑθ 9092/1990 από τις πρώτες αποφάσεις), την έννοια «της επαύξησης» της περιουσίας του συζύγου, την έννοια «της συμβολής» του άλλου συζύγου, η οποία αντιμετωπίστηκε με διασταλτική (ευρεία) ερμηνεία, αλλά παραμένει υπό αμφισβήτηση κυρίως η προστασία του δικαιούχου της αξίωσης (στο ενδεχόμενο εκποίησης) από το χρόνο της διακοπής της έγγαμης σχέσης μέχρι την οριστική ή τελεσίδικη απόφαση για την ικανοποίηση της αξίωσης.
Κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση του άρθρου 1400 ΑΚ, ώστε η αξίωση να γεννιέται π.χ. στο τέλος του χρόνου κατά τον οποίο επήλθε η διάσταση των συζύγων και όχι μετά την συμπλήρωση της τριετίας σε διάσταση, όπως ισχύει σήμερα.
Επίσης διφορούμενο παραμένει το ζήτημα της αξιολόγησης της συμβολής του συζύγου, όταν αυτή συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών εντός του οίκου και στην ανατροφή των παιδιών (βλ. θετικά ΑΠ 926/2000, ΑΠ 193/2010 ).
Σε σχέση με την παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης (άρθρο 1393 ΑΚ) αποτελεί εγγενές μειονέκτημα ότι αυτή παρέχεται μόνο για το διάστημα της διάστασης.
IV. Σχέσεις γονέων και τέκνων.
Σχετικά με τη γονική μέριμνα, υπάρχει το θέμα όχι τόσο των κριτηρίων για την ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων όπου η κρίση του δικαστηρίου είναι αναγκαστικά κρίση inconctreto (με μεγάλη ποικιλία αξιολογήσεων από το δικαστήριο, γεγονός που οδηγεί σε μεγάλες αντιδικίες), όσο το γενικότερο ζήτημα της ερμηνείας του άρθρου 1513 ΑΚ, αν οι γονείς είναι υποχρεωμένοι να προσφύγουν στο δικαστήριο για τη ρύθμιση της επιμέλειας (κάτι που γίνεται υποχρεωτικά στο συναινετικό διαζύγιο) ή όχι (δηλαδή δεν είναι υποχρεωμένοι), οπότε ισχύει ο κανόνας ότι εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα. Εδώ μάλιστα νομοθετικά παρουσιάζεται μια απόκλιση (διαφοροποίηση) ανάμεσα στο συναινετικό διαζύγιο και στο διαζύγιο με αντιδικία, η οποία δημιουργεί πρακτικά προβλήματα στους εν διαστάσει συζύγους. Αναλυτικότερη προσέγγιση αυτών των ζητημάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, όταν οι γονείς καταφεύγουν στο συναινετικό διαζύγιο, προσκομίζουν τη συμφωνία τους για την επιμέλεια, η οποία έχει προσωρινή ισχύ μέχρι να λυθεί το θέμα από το δικαστήριο κατά το άρθρο 1513 ΑΚ. Άρα εξακολουθεί να παραμένει ένα αμφισβητούμενο ζήτημα αν η προσφυγή είναι ή όχι υποχρεωτική.
Επίσης αναγκαία είναι η θεσμοθέτηση της συμμετοχής ειδικών (ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών) για την υποβοήθηση του δικαστή στο έργο του (υπάρχει ήδη καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΑΔ -Υπόθεση Κοσμοπούλου κατά Ελλάδος).
Πρόσφατα, και μάλιστα με επικίνδυνα αυξανόμενο ρυθμό, εμφανίζεται στη νομολογία, το ζήτημα αν η ονοματοδοσία του τέκνου ανήκει στο γονέα που έχει την επιμέλεια ή ανήκει και στους δύο γονείς που ασκούν τη γονική μέριμνα (άρθρα 1518 ΑΚ και 1510 ΑΚ)και αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο στην περίπτωση που οι σύζυγοι και γονείς βρίσκονται σε διάσταση ή έχουν λύσει το γάμο τους. Σύμφωνα με την κρατούσα γνώμη στη νομολογία (βλ. ΑΠ 982/1983, ΑΠ 99/1985, ΑΠ 1321/1992) η ονοματοδοσία του τέκνου είναι περιεχόμενο της γονικής μέριμνας και όχι της επιμέλειας, άρα και οι δύο γονείς πρέπει να συμφωνήσουν στο όνομα του παιδιού.
Αν οι γονείς διαφωνούν, το ζήτημα επιλύεται από το δικαστήριο με βάση την ΑΚ 1512 (βλ. ΑΠ 1985/1986).
Αντίθετη είναι η θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι υπεύθυνος για την ονοματοδοσία του τέκνου είναι μόνο ο γονέας που έχει την επιμέλεια, άρα σε περίπτωση διάστασης μόνο ο ένας γονέας, έτσι ώστε να αποφεύγεται και η πιθανή (ή σχεδόν πάντα) προσφυγή στο δικαστήριο από τους εν διαστάσει γονείς.
Για το θέμα αυτό κρίνεται ότι χρειάζεται νομοθετική παρέμβαση, επειδή τα ληξιαρχεία έχουν μεγάλο πρόβλημα.
Αντίστοιχο πρόβλημα δημιουργείται και με το επώνυμο των τέκνων, όπου η νομολογία δέχεται την εφαρμογή του ΑΚ 1512 για τη λύση της διαφωνίας των γονέων ή την ακύρωση των δηλώσεων της βούλησης των γονέων στη επιλογή του επωνύμου, ενώ ο νόμος ορίζει ρητά ότι το επώνυμο που ορίζεται είναι αμετάβλητο. Το ζήτημα αυτό δημιουργεί επίσης προβλήματα στα ληξιαρχεία.
V. Συμβίωση ατόμων ίδιου φύλου- Τεχνητή αναπαραγωγή για άνδρα μόνο και άγαμο.
Τελευταίο αλλά σημαντικό θέμα, που δεν έχει απασχολήσει τη νομολογία άμεσα (αλλά έμμεσα σχετικά με την υπόσταση του γάμου τους βλ. ΠΠρΡοδ 114/2009) είναι το ζήτημα του συμφώνου συμβίωσης κυρίως για τα άτομα του ίδιου φύλου, αλλά με βελτιώσεις και για τα άτομα διαφορετικού φύλου. Το ζήτημα όμως που απασχόλησε τη νομολογία με δύο αποφάσεις, την 2827/2008 του Μον. Πρωτοδικείου Αθηνών και την 1370/2009 του Μον. Πρωτοδικείου Θεσ/νίκης, είναι η απόκτηση τέκνου από μόνο άγαμο άνδρα με παρένθετη μητέρα, οι οποίες αποφάσεις για λόγους ισότητας των φύλων έδωσαν αυτή την άδεια (για απόκτηση τέκνου) και στον άνδρα.