Ημερομηνία
24 / 05 / 1971
Νόμος / διάταξη που αφορά
Άρθρο 119 της Συνθήκης ΕΟΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι / παροχές κοινωνικής ασφάλισης - συντάξεις

 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Μαΐου 1971

Στην υπόθεση 80/70, που έχει ως αντικείμενο αίτηση Conseild'État του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου μεταξύ GabrielleDefrenne, πρώην ιπταμένης συνοδού της Société anonymebelgedenavigationaérienneSabena, κατοίκου Βρυξελλών, και

Βελγικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τον υπουργό κοινωνικής προνοίας,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 119 της Συνθήκης ΕΟΚ σε σχέση με το βασιλικό διάταγμα της 3ης Νοεμβρίου 1969 περί καθορισμού για το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας των ειδικών κανόνων για τη γένεση του δικαιώματος επί της συντάξεως και τις ειδικές λεπτομέρειες εφαρμογής του βασιλικού διατάγματος 50 της 24ης Οκτωβρίου 1967 περί της συντάξεως λόγω αποχωρήσεως και της συντάξεως επιζώντων των μισθωτών εργαζομένων,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους R. Lecourt, πρόεδρο, Α. Μ. Donner και Α. Trabucchi, προέδρους τμήματος, R. Monaco, J. MertensdeWilmars, P. Pescatore (εισηγητή) και Η. Kutscher, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: Α. DutheilletdeLamothe γραμματέας: Α. VanHoutte εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση

(το μέρος που περιέχει τα «περιστατικά» παραλείπεται)

Σκεπτικό

1. Με απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 1970, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 11 Δεκεμβρίου 1970, το Conseild'État του Βελγίου υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, προς το Δικαστήριο τρία ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 119 της Συνθήκης ΕΟΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ισότητας των αμοιβών για όμοια εργασία μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών.

Επί του πρώτου ερωτήματος

2. Ερωτάται, πρώτον, το Δικαστήριο αν «συνιστά η σύνταξη λόγω αποχωρήσεως, η χορηγούμενη στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφαλίσεως που χρηματοδοτείται με τις εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών, καθώς και με επιδοτήσεις του κράτους, ευεργέτημα καταβαλλόμενο εμμέσως από τον εργοδότη στον εργαζόμενο λόγω της απασχολήσεως του τελευταίου».

3. Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής το εν λόγω ερώτημα ανέκυψε κατά τη διάρκεια διαφοράς περί του κύρους του βελγικού βασιλικού διατάγματος της 3ης Νοεμβρίου 1969 περί των συντάξεων λόγω αποχωρήσεως του ιπταμένου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας –που εκδόθηκε στο πλαίσιο του γενικού συστήματος συντάξεων λόγω αποχωρήσεως και συντάξεων επιζώντων των μισθωτών εργαζομένων– και, ειδικότερα, διατάξεως του εν λόγω διατάγματος με την οποία αποκλείονται οι ιπτάμενες συνοδοί από αυτό το σύστημα.

4. Κατά την προσφεύγουσα της κύριας δίκης, ο εν λόγω αποκλεισμός είναι αντίθετος προς την αρχή της ισότητας που διατυπώνει το άρθρο 119, δεδομένου ότι το ευεργέτημα της συντάξεως αποτελεί τμήμα της «αμοιβής», όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 119, δεύτερη παράγραφος, ως όφελος παρεχόμενο έμμεσα από τον εργοδότη.

5. Κατά το άρθρο 119, πρώτη παράγραφος της Συνθήκης ΕΟΚ, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εξασφαλίζουν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών για όμοια εργασία μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών.

6. Στη δεύτερη παράγραφο, η εν λόγω διάταξη επεκτείνει την έννοια της αμοιβής σε όλα τα οφέλη, σε χρήματα ή σε είδος, υφιστάμενα ή μελλοντικά, υπό τον όρο να παρέχονται, έστω και έμμεσα, από τον εργοδότη στον εργαζόμενο λόγω της σχέσεως εργασίας.

7. Παρόλον ότι οφέλη συμμετέχοντα της φύσεως παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως δεν είναι, συνεπώς, καταρχήν, ξένα προς την έννοια της αμοιβής, δεν είναι δυνατό ωστόσο να περιληφθούν σ’ αυτή την έννοια, όπως ορίζεται στο άρθρο 119, τα συστήματα ή παροχές κοινωνικής ασφαλίσεως, ιδίως οι συντάξεις λόγω αποχωρήσεως, που ρυθμίζονται απευθείας από το νόμο αποκλείοντας κάθε στοιχείο διαβουλεύσεως στους κόλπους της επιχείρησης ή του ενδιαφερόμενου επαγγελματικού κλάδου, και που έχουν υποχρεωτική εφαρμογή σε γενικές κατηγορίες εργαζομένων.

8. Πράγματι, τα εν λόγω συστήματα διασφαλίζουν στους εργαζόμενους το ευεργέτημα νομίμου συστήματος στη χρηματοδότηση του οποίου συμβάλλουν εργαζόμενοι, εργοδότες και ενδεχομένως οι δημόσιες αρχές κατά ένα μέτρο που τελεί σε συνάρτηση λιγότερο με τη σχέση εργασίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου παρά με λόγους κοινωνικής πολιτικής.

9. Συνεπώς, η μερίδα συμμετοχής των εργοδοτών στη χρηματοδότηση παρόμοιων συστημάτων δεν συνιστά άμεση ή έμμεση καταβολή προς τον εργαζόμενο.

10. Εξάλλου, ο εργαζόμενος απολαύει κανονικά των προβλεπόμενων νομίμων παροχών όχι λόγω της εργοδοτικής εισφοράς, αλλά μόνο λόγω του γεγονότος ότι συγκεντρώνει τις απαιτούμενες για τη χορήγηση της παροχής νόμιμες προϋποθέσεις.

11. Αυτά τα χαρακτηριστικά ισχύουν επίσης για τα ειδικά συστήματα τα οποία, στο πλαίσιο του νομίμου και γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως αφορούν ειδικώς ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων.

12. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτό ότι καταστάσεις που εισάγουν διακρίσεις οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις του άρθρου 119 της Συνθήκης.

13. Όπως προκύπτει από τα προεκτεθέντα, η σύνταξη λόγω αποχωρήσεως η παρεχόμενη στο πλαίσιο νομίμου συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως δεν συνιστά όφελος παρεχόμενο έμμεσα από τον εργοδότη στον εργαζόμενο λόγω της σχέσεως εργασίας, κατά την έννοια του άρθρου 119, δεύτερη παράγραφος.

Επί του δευτέρου και τρίτου ερωτήματος

14. Με το δεύτερο ερώτημα ερωτάται αν η εφαρμοστέα στον εργαζόμενο κανονιστική ρύθμιση μπορεί «να ορίζει όριο ηλικίας διαφορετικό για τους άρρενες και διαφορετικό για τους θήλεις υπαλλήλους που αποτελούν μέρος του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας».

15. Με το τρίτο ερώτημα ερωτάται, εξάλλου, αν οι ιπτάμενες συνοδοί και οι ιπτάμενοι φροντιστές της πολιτικής αεροπορίας κάνουν «την ίδια εργασία».

16. Λόγω της διδόμενης στο πρώτο ερώτημα απαντήσεως τα άλλα ερωτήματα κατέστησαν άνευ αντικειμένου.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

έχοντας υπόψη τα διαδικαστικά έγγραφα,

αφού άκουσε την έκθεση του εισηγητή δικαστή, τις προφορικές παρατηρήσεις των διαδίκων της κύριας δίκης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, ιδίως τα άρθρα 119 και 177, το πρωτόκολλο περί του οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, ιδίως το άρθρο 20, και τον κανονισμό διαδικασίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με Διάταξη της 4ης Δεκεμβρίου 1970, το Conseild'Etat του Βελγίου, τμήμα διοικητικών υποθέσεων,

αποφαίνεται:

1) Η σύνταξη λόγω αποχωρήσεως η παρεχόμενη στο πλαίσιο νομίμου συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως δεν συνιστά όφελος παρεχόμενο έμμεσα από τον εργοδότη στον εργαζόμενο, λόγω της σχέσεως εργασίας, κατά την έννοια του άρθρου 119, δεύτερη παράγραφος.

2) Δεν συντρέχει λόγος απαντήσεως στα άλλα ερωτήματα.

Lecourt Donner, Trabucchi Monaco, Mertens de Wilmars, Pescatore Kutscher

Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 25 Μαΐου 1971.