Έτος
2008
Νόμος / διάταξη που αφορά
6 παρ. 2 Ν 3500/2006
Άλλες διατάξεις/ νόμοι που επηρεάζονται
310 παρ.3-2, 308 ΠΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
ΟΛΟΙ
Σημασία απόφασης
Κλασικό παράδειγμα ενδοοικογενειακής βίας

 

Η γενομένη δεκτή εισαγγελική πρόταση έχει ως εξής: Ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του Π.Σ., κατοίκου ... Αττικής (οδός ...) και ήδη προσωρινώς κρατουμένου στο Κατάστημα Κρατήσεως Κορυδαλλού (από την 22.10.2007), για την πράξη της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης (άρθρα 310 παρ.3-2 ΠΚ, 6 παρ. 2 Ν 3500/2006), με βάση την από 5.4.2007 έγκληση της συζύγου του Κ.Σ. [...]

Κατά το άρθρο 308 ΠΚ: "1. Όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Αν η κάκωση ή βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι εντελώς ελαφρά, τιμωρείται με φυλάκιση το πολύ έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. Και αν είναι ασήμαντη, τιμωρείται με κράτηση ή με πρόστιμο". Οπως συνάγεται από τη διάταξη αυτή, η απλή σωματική βλάβη είναι υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα και ουσιαστικό, δηλαδή η αντικειμενική του υπόσταση περιλαμβάνει όχι μόνο ορισμένη ενέργεια, αλλά και ορισμένο αποτέλεσμα. Συνίσταται δε στην πρόκληση είτε σωματικής κάκωσης, είτε βλάβης της υγείας άλλου. Η σωματική κάκωση αποτελεί εξωτερική, εμφανή και διακριτή επενέργεια στο σώμα, έχουσα ως αποτέλεσμα επιβλαβή αποτελέσματα στην ακεραιότητα του, ενώ η βλάβη της υγείας (αποτελεί) διατάραξη των εσωτερικών λειτουργιών, με περιεχόμενο την επέλευση ορισμένων παθολογικών συμπτωμάτων,

τα οποία εκδηλώνονται ως άμεση συνέπεια της ανθρώπινης εξωτερικής επεμβάσεως στο σώμα και τον οργανισμό συγκεκριμένου προσώπου. Η σωματική κάκωση μπορεί να είναι ταυτόχρονα και βλάβη της υγείας, χωρίς να είναι αυτό απαραίτητο.

Αλλά και η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει χωρίς σωματική κάκωση. Μπορεί επίσης, είτε να εμφανισθούν χωριστά, είτε να είναι η μία συνέπεια της άλλης (ΑΠ 133/1998 ΠοινΔικ 1998, 992, ΑΠ 971/1992 ΠοινΧρ 1992, 707, ΕφΑιγαίου 122/2004 ΠοινΧρ 2005, 337). Ειδικότερα, απλή σωματική βλάβη είναι η βλάβη, η οποία στερείται των ιδιαζόντων χαρακτήρων της επικίνδυνης, της βαρείας και της θανατηφόρας σωματικής βλάβης των άρθρων 309, 310 και 311 ΠΚ, και έχει τρεις βαθμούς ανάλογα με τη βαρύτητα της: α) αυτόν της απλής, χωρίς τους προνομιούχους χαρακτήρες της όλως ελαφρός ή της ασήμαντης, φέρουσας τον χαρακτήρα πλημμελήματος, β) αυτόν της όλως (εντελώς) ελαφρός, φέρουσας επίσης τον χαρακτήρα πλημμελήματος και γ) αυτόν της ασήμαντης, φέρουσας τον χαρακτήρα πταίσματος (ΑΠ 53/1980 ΠοινΧρ 1980, 412). Περαιτέρω, εντελώς ελαφρά είναι η σωματική βλάβη που χωρίς να είναι εντελώς επουσιώδης, έχει επιπόλαιες συνέπειες, και ασήμαντη εκείνη που έχει ήπιες συνέπειες (ΑΠ 174/1999 ΠοινΔικ 1999, 427). Κατά συνέπεια, την πρώτη μορφή της απλής σωματικής βλάβης αποτελεί εκείνη η βλάβη, η οποία ενώ δεν έχει ήπιες ούτε επιπόλαιες ενέργειες, δεν έχει τα χαρακτηριστικά της επικίνδυνης, βαρείας και θανατηφόρας σωματικής βλάβης. Η απλή σωματική βλάβη μπορεί να προκληθεί με οποιονδήποτε τρόπο, και μάλιστα με άμεση ενέργεια επί του σώματος (με πλήγματα με τα χέρια ή τα πόδια-γροθιές, ραπίσματα ή λακτίσματα, ΑΠ 602/1982 ΠοινΧρ 1983,41). Υποκειμενικά απαιτείται πρόθεση, δηλαδή δόλος που περιέχει τη γνώση και τη θέληση του δράστη να προξενήσει σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας (ΑΠ 442/1988 ΠοινΧρ 1988, 628, ΑΠ 1131/1985 ΠοινΧρ 1986, 157, ΑΠ 602/1982 ΠοινΧρ 1983,41).

Κατά το άρθρο 309 Π Κ "Αν η πράξη του άρθρου 308 τελέσθηκε με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στον παθόντα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική του βλάβη (άρθρο 310 παρ. 2), επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών".

Η αντικειμενική υπόσταση λοιπόν του ανωτέρω αδικήματος συνίσταται στην πρόκληση της κατ` άρθρο 308 παρ. 1 ΠΚ σωματικής βλάβης, κατά τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή του παθόντα ή βαριά σωματική βλάβη. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση της πληρούμενης δυνατότητας του κινδύνου της ζωής ή της βαριάς σωματικής βλάβης και θέληση του υπαίτιου να προξενήσει σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας (ΑΠ 659/2004 ΠοινΔικ 2004, 891). Κατά το άρθρο 310 ΠΚ: "1. Αν η πράξη του άρθρου 308 είχε ως επακόλουθο τη βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. 2. Βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο της ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοια του. 3. Αν ο υπαίτιος επιδίωκε το αποτέλεσμα που προξένησε, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών". Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για να κριθεί ότι τελέσθηκε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη δεν εξετάζεται ο τρόπος τελέσεως του εγκλήματος, αλλά αφενός το επελθόν αποτέλεσμα και αφετέρου η ύπαρξη δόλου ως προς το αποτέλεσμα αυτό, δηλαδή επιδίωξη πραγματώσεως της βαριάς σωματικής βλάβης (ΣυμβΑΠ 2104/2004 ΠοινΧρ 2005, 752). Ως προς την επιδίωξη του βαρύτερου αποτελέσματος δεν αρκεί ενδεχόμενος δόλος, και αν διαπιστωθεί ενδεχόμενος δόλος σε σχέση με το αποτέλεσμα αυτό ή αμέλεια, η πράξη τιμωρείται κατά την παρ. 1 του άρθρου 310 ΠΚ (ΣυμβΕφΑΘ 3010/2003 ΠοινΧρ 2004, 933, ΑΠ 353/2000 ΠοινΧρ 2000, 900). Αν η σωματική κάκωση που επήλθε στον παθόντα συνίσταται σε τραύματα, τα οποία αντιμετωπίσθηκαν επιτυχώς και δεν επέφεραν ολοκληρωτική ή μερική αδυναμία χρήσεως του πληγέντος μέρους του σώματος ή παραμόρφωση ή αλλαγή στην εξωτερική εμφάνιση του, δεν πρόκειται για βαριά σωματική βλάβη, αλλά ενδεχομένως για επικίνδυνη (ΤρΕφΠατρ 339/2001 ΠραξΛογΠΔ 2002, 168). Βαριά σωματική βλάβη συνιστά ενδεικτικώς η διαρκής στέρηση οργάνων του σώματος (ΑΠ 1322/2005 ΠοινΔικ 2006, 121, ΑΠ 1498/1997 ΠοινΔικ 1998,163), η πρόκληση κινητικών διαταραχών στα άκρα και η διαταραχή της αισθητικότητας (ΣυμβΑΠ 641/2000 ΠοινΔικ 2000, 927), η πρόκληση σοβαρού κινδύνου για τη ζωή του παθόντος, που ξεπεράστηκε με τη βοήθεια της ισχυρής κράσεώς του και της γρήγορης μεταφοράς του στο νοσοκομείο (ΜΟΕφΠειρ 105,105α, 106,107,108/1998 ΠοινΔικ 1999, 558) ή τον έθεσε μεταξύ ζωής και θανάτου (βλ. εισαγν. προτ. σε ΣυμβΠλημΜεσ 60/2000 ΠοινΧρ 2002,154) και η εμφάνιση σοβαρής ασθένειας (βλ. την ανωτέρω πρόταση, αλλά και ΠλημΠειρ 647/2002 ΠοινΧρ 2002, 942). Η αδυναμία χρήσεως μέλους του σώματος του παθόντος μόνο για ένα μήνα έχει κριθεί ότι συνιστά βαριά σωματική βλάβη του (βλ. ΤρΕφΚρητ 419/2004 στην ΑΠ 1155/2005 ΠοινΧρ 2006, 154, ΜΟΕφΠατρ 84-85/1998 ΠοινΔικ 1999,111), όπως επίσης και τα πολλαπλά κατάγματα του ζυγωματικού οστού και του εδάφους του οφθαλμικού κόγχου (ΑΠ 1651/2006 ΠοινΧρ 2007, 738) και η ανικανότητα για εργασία επί εννιάμηνο (ΑΠ 1010/1997 ΠοινΔικ 1998, 166). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1 Ν 3500/2006: "Για τον παρόντα νόμο θεωρείται: 1. ενδοοικογενειακή βία, η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα 2α. οικογένεια, η κοινότητα που αποτελείται από συζύγους ή γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους", ενώ κατά το άρθρο 6 του ιδίου νόμου :"1. Το μέλος της οικογένειας, το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του υπό την έννοια του εδ. α` της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδ. β` της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. 2. Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου είναι δυνατόν να προκαλέσει στο θύμα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική βλάβη, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Αν επακολουθήσει βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του θύματος, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Αν ο υπαίτιος επεδίωκε ή γνώριζε και αποδέχθηκε το αποτέλεσμα της πράξης του, τιμωρείται με κάθειρξη". Σε περίπτωση βαριάς σωματικής βλάβης, οι ρυθμίσεις του Ν 3500/2006 είναι λοιπόν αυστηρότερες του άρθρου 310 ΠΚ.

Από το αποδεικτικό υλικό της ανακριτικής δικογραφίας, δηλαδή από τα έγγραφα, τις καταθέσεις και την απολογία του κατηγορουμένου προέκυψαν τα εξής:Το πρωί της 5.4.2007 η εγκαλούσα Κ.Σ. προσήλθε στο Αστυνομικό Τμήμα ... και υπέβαλε έγκληση κατά του κατηγορουμένου συζύγου της Π.Σ. αναφέροντας ότι την 3.4.2007 και περί ώρα 19:00`, ενώ βρισκόταν μαζί στην οικία τους ... (επί της οδού ...), ξυλοκοπήθηκε αναίτια και άγρια από εκείνον. Ειδικότερα, η εγκαλούσα ανέφερε ότι ο σύζυγος της ήταν αλκοολικός και εμφάνιζε ψυχολογικά προβλήματα, με αποτέλεσμα να βιαιοπραγεί καθημερινά σε βάρος της θεωρώντας την υπαίτια γΓ αυτά, τη δε 3.4.2007 της συμπεριφέρθηκε για τον ίδιο λόγο εξαιρετικά βίαια χτυπώντας τη με τα χέρια και τα πόδια του στο πρόσωπο και το σώμα της επανειλημμένα, για χρονικό διάστημα δύο ωρών. Εκ των χτυπημάτων που δέχθηκε, η εγκαλούσα υπέστη πολλαπλά κατάγματα ζυγωματικού συμπλέγματος αριστερά και εμφάνισε πολλαπλές εκχυμώσεις προσώπου, μώλωπες αριστεράς σιαγόνος, υπόσφαγμα και οίδημα αριστερού οφθαλμού, διπλωπία, και εκτεταμένες εκχυμώσεις αμφοτέρων μηρών. Στην από 22.7.2007 εξέταση της ανέφερε ότι κατά το ξυλοδαρμό της από τον κατηγορούμενο ήταν παρόντα τα τέκνα τους Χ. και Μ., ετών 18 και 12 αντίστοιχα, εξακολουθούσε δε και τότε να επιθυμεί την ποινική του δίωξη. Ο κατηγορούμενος εξεταζόμενος χωρίς όρκο την 22.7.2007, κατά την οποία (ημερομηνία) δήλωσε ως κατοικία την ίδια κατοικία με τη σύζυγο του, δέχθηκε ότι χτύπησε την τελευταία, αλλά ανέφερε ότι ωθήθηκε από την προηγούμενη συμπεριφορά της, διότι εκείνη "έπινε", εξύβρισε τότε αυτόν και τους συγγενείς του και του επιτέθηκε κρατώντας μαχαίρι. Πέραν αυτών, ο κατηγορούμενος δήλωσε μετανιωμένος για τις πράξεις του. Στην από 4.10.2007 ανακριτική κατάθεση της η εγκαλούσα παραδέχθηκε μόνο ότι εξύβρισε τον κατηγορούμενο την 3.4.2007 και ότι αντιμετώπιζε και η ίδια πρόβλημα αλκοολισμού, δήλωσε δε ότι η αιτία του ξυλοδαρμού της ήταν οι εκκλήσεις της προς εκείνον για να εργασθεί και για να μη στρέφει τα εννέα τέκνα τους εναντίον της. Εξάλλου, παρότι ανέφερε ότι ο σύζυγος της ήθελε να την "ξεμπερδέψει" όταν τη χτυπούσε, δήλωσε ότι δεν ήθελε να οδηγηθεί στη φυλακή. Στην από 4.10.2007 κατάθεση του ο υιός τους Χ.Σ. (συγκάτοικων με την εγκαλούσα) ανέφερε ότι και οι δύο γονείς του "έπιναν" και ότι η εγκαλούσα εμφάνιζε επιθετική συμπεριφορά απέναντι στον πατέρα του, όταν κατανάλωνε οινοπνευματώδη ποτά. Όμοια ήταν και η από 22.10.2007 κατάθεση του Κ.Σ., ετέρου υιού του κατηγορουμένου και της εγκαλούσας. Αυτός ανέφερε επίσης ότι από τον Ιούλιο του 2007 και μετά οι γονείς του συγκατοικούσαν ξανά και ότι από τον Απρίλιο του ιδίου έτους δεν είχαν ξανατσακωθεί. Τέλος, ο κατηγορούμενος στην ανακριτική του απολογία δήλωσε μετανοιωμένος και ομολόγησε ότι χτύπησε τη σύζυγο του προκληθείς από εκείνη.

Παρότι εμφανίζει (ο κατηγορούμενος) ψυχικά και σωματικά προβλήματα (καταθλιπτική συνδρομή και κρίσεις επιληψίας) προερχόμενα από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, που υπέστη σε τροχαίο ατύχημα προ 13ετίας, είναι και σήμερα ικανός να εργασθεί (βλ. την από 24.12.2007 αίτηση του για αντικατάσταση της προσωρινής του κρατήσεως με περιοριστικούς όρους). Ενόψει και αυτού του γεγονότος, αλλά και της ανυπαρξίας άλλων στοιχείων, που να καταδεικνύουν ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε τη δυνατότητα να αντιληφθεί τι έπραττε την 3.4.2007, μπορεί ασφαλώς να υποστηριχθεί βασίμως ότι γγώριζε και ήθελε να προκαλέσει στη σύζυγο του σωματικές κακώσεις. Εξάλλου, η σοβαρότητα και η πολλαπλότητα τους είναι τέτοια, που αποκλείει την πρόκληση τους από μία μόνο ή λίγες επιθετικές του κινήσεις. Ο κατηγορούμενος χτύπησε επανειλημμένα τη σύζυγο του. Παρά τη σοβαρότητα όμως των τραυμάτων της εγκαλούσας, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί η σωματική της βλάβη ως βαριά. Ειδικότερα, η ζωή της εγκαλούσας δεν κινδύνεψε, αφού μάλιστα η ίδια δεν θεώρησε αναγκαία την εισαγωγή της στο νοσοκομείο "Ευαγγελισμός" (βλ. το από 4.5.2007 ιατρικό πιστοποιητικό). Εξάλλου, το χρονικό διάστημα των (30) ημερών από την 16.4.2007, κατά το οποίο η παθούσα έπρεπε να απόσχει από τις ασχολίες της σύμφωνα με τον Ιατροδικαστή (βλ. την από 16.4.2007 ιατροδικαστική έκθεση), δηλαδή των (43) ημερών από την ημέρα του συμβάντος, δεν κρίνεται ιδιαίτερα μεγάλο (δεν συνιστά "πολύ χρόνο" κατά το άρθρο 310 παρ. 2 ΠΚ), διότι σε αυτή την περίπτωση η έννοια της βαριάς σωματικής βλάβης θα διευρυνόταν ανεπίτρεπτα (αφού ο χρόνος αυτός πρέπει να είναι ανάλογος σε σημασία με τον κίνδυνο ζωής, τη βαριά αρρώστια και το σοβαρό ακρωτηριασμό). Η εγκαλούσα ανέφερε μάλιστα στην από 26.10.2007 "υπεύθυνη" δήλωση της ότι εξακολουθούσε (και ήταν ικανή) να εργάζεται. Οι καλές σχέσεις της με τον κατηγορούμενο, όπως περιγράφονται σ` αυτή τη δήλωση της (κατόπιν της προφυλακίσεώς του βέβαια), την "εμποδίζουν" ουσιαστικώς να περιγράψει λεπτομερώς τις δυσκολίες, που ενδεχομένως της εμφανίσθηκαν στην καθημερινότητα της λόγω των τραυμάτων της.

Για το λόγο αυτό, παρότι ο κατηγορούμενος επεδίωκε το αποτέλεσμα που προκάλεσε, δεν προξένησε βαριά σωματική βλάβη στη σύζυγο του. Ενήργησε όμως κατά τρόπο, που μπορούσε να προκαλέσει στην παθούσα κίνδυνο για βαριά σωματική της βλάβη, αφού τη χτύπησε επανειλημμένα και με σφοδρότητα σε ευπαθές σημείο του σώματος της. Συνακόλουθα, υπαρχουσών σοβαρών ενδείξεων ενοχής του για την πράξη αυτή, που προβλέπεται και τιμωρείται από τις διατάξεις των άρθρων 1,14,26, 27, 51, 53,61, 63,64,79, 308 παρ. 1α` ΠΚ, 1,

παρ. 1,2α`, 2,6 παρ. 1,2α` Ν 3500/2006, στην οποία μπορεί επιτρεπτώς και πρέπει να μεταβληθεί η αρχική κατηγορία (ΑΠ 1485/2003 ΠοινΧρ 2004,425), πρέπει το Συμβούλιο σας να τον παραπέμψει στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά για να δικασθεί (άρθρα 1β`, 5,112,119 παρ. 1, 309 παρ. 1ε`, 313 ΚΠΔ). Ενόψει αυτού, πρέπει να καταργηθεί η ισχύς του υπ` αριθμ. 22/2007 εντάλματος προσωρινής κρατήσεως του κατηγορουμένου και να αρθεί η κράτηση του, γενομένης τυπικά και ουσιαστικά δεκτής της υπ` αριθ. 20/2007 προσφυγής κατά του εντάλματος αυτού, καθώς και της από 24.12.2007 αιτήσεως του περί αντικαταστάσεως της προσωρινής του κρατήσεως με περιοριστικούς όρους, που εμπεριέχει σαφώς και αίτημα άρσεως της (άρθρα 285 παρ. 4,315 παρ. 1 ΚΠΔ). Λαμβανομένου υπόψη του ότι ο κατηγορούμενος συγκατοικεί πλέον με τη σύζυγο του (με την οποία έχει αποκτήσει εννέα τέκνα) δεν κρίνεται αναγκαία η επιβολή σε βάρος του περιοριστικών όρων. Τέλος, ενόψει του ότι η ανωτέρω προσφυγή του κατηγορουμένου κρίνεται μαζί με την ουσία της υποθέσεως μετά το πέρας της ανακρίσεως, το (υποβληθέν με το επί της προσφυγής υπόμνημα του) αίτημα του να εμφανισθούν ενώπιον σας αυτός και [η] σύζυγος του, κατά την κρίση της, ισοδυναμεί με αίτημα εμφανίσεως του κατ` άρθρο 309 παρ. 2 ΚΠΔ. Επειδή όμως ο κατηγορούμενος έχει εκθέσει πλήρως τις απόψεις του κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως και με την προσφυγή του, η σχετική αίτηση του πρέπει να απορριφθεί.

Για τους λόγους αυτούς – Προτείνω. Να απορριφθεί η από 29.10.2007 αίτηση του κατηγορουμένου περί αυτοπρόσωπης εμφανίσεως αυτού και της συζύγου του ενώπιον σας. Να παραπεμφθεί στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά ο κατηγορούμενος Π.Σ., κάτοικος ... Αττικής ..., για να δικασθεί ως υπαίτιος του ότι: Στο ... Αττικής και επί της οδού ..., την 3.4.2007 και περί ώρα 19:00`, με πρόθεση προξένησε σε μέλος της οικογενείας του σωματικές κακώσεις, ενεργώντας με τρόπο, που μπορούσε να προκαλέσει στο θύμα κίνδυνο για βαριά σωματική του βλάβη, και συγκεκριμένα, με πρόθεση χτύπησε επανειλημμένα με τα χέρια και τα πόδια του τη σύζυγο του Κ.Σ. στο πρόσωπο και στο σώμα της, για χρονικό διάστημα δύο ωρών, με αποτέλεσμα να της προκαλέσει πολλαπλά κατάγματα ζυγωματικού συμπλέγματος αριστερά και να εμφανίσει η παθούσα πολλαπλές εκχυμώσεις προσώπου, μώλωπες αριστεράς σιαγόνος, υπόσφαγμα και οίδημα αριστερού οφθαλμού, διπλωπία και εκτεταμένες εκχυμώσεις αμφοτέρων μηρών, ενώ από τον τρόπο που ενήργησε (με επανειλημμένα και σφοδρά χτυπήματα σε ευπαθή σημεία του σώματος της), μπορούσε να της προκαλέσει κίνδυνο για βαριά σωματική της βλάβη (αναπηρία).

Να καταργηθεί η ισχύς του υπ` αριθμ. 22/2007 εντάλματος προσωρινής κρατήσεως του Ανακριτή Πειραιά, Ε` Τμήματος και να αρθεί η κράτηση του κατηγορουμένου, γενομένης τυπικά και ουσιαστικά δεκτής της υπ` αριθμ. 20/2007 προσφυγής κατά του εντάλματος.