Επειδή, κατά το άρθρο 359 του ΠΚ, όποιος εγκαταλείπει σε απορία ή με άλλο τρόπο αβοήθητη γυναίκα που έμεινε από αυτόν έγκυος και που λόγω της εγκυμοσύνης ή του τοκετού της δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτόν της. τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται, ότι ουσιώδες στοιχείο για τον απαρτισμό του εγκλήματος αυτού είναι, πλην άλλων, αφενός μεν η εγκατάλειψη της εγκύου σε απορία, ήτοι σε κατάσταση κατά την οποία αυτή στερείται των αναγκαίων για τη συντήρησή της μέσων ή η εγκατάλειψη αυτής αβοήθητης, ανεξαρτήτως απορίας, εφόσον έχει ανάγκη βοηθείας συνεπεία των δυσμενών ψυχικών και άλλων συνθηκών που προκλήθηκαν από την κύηση ή τον τοκετό, αδυνατεί δε αυτή και στις δύο περιπτώσεις, λόγω της εγκυμοσύνης ή του τοκετού, να φροντίσει για τον εαυτόν της, ώστε να πορισθεί τα αναγκαία για τη συντήρησή της μέσα ή να αντιμετωπίσει την κατάσταση, που γι' αυτήν δημιουργείται από τις ως άνω δυσμενείς συνθήκες, αφετέρου δε η πραγματική δυνατότητα του υπαιτίου να παράσχει στη γυναίκα, που δεν μπορεί, κατά την ως άνω έννοια, να φροντίσει τον εαυτό της, την αναγκαία υλική ή άλλη μη περιουσιακή βοήθεια και συνεπώς ως προς τη δυνατότητα αυτή το δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει και να διαλάβει στην απόφασή του και να αιτιολογήσει ιδιαιτέρως την περί της συνδρομής αυτής κρίση του. Εξάλλου, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, συντρέχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει ορθώς τα περιστατικά, τα οποία έχει δεχθεί, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι δεν εκτίθενται στην απόφαση με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα περιστατικά που προέκυψαν, με αποτέλεσμα να μην καθίσταται δυνατός ο έλεγχος από τον Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, που δίκασε, δέχθηκε ανελέγκτως, μετά από αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτή αποδεικτικών μέσων, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αναιρεσείων, κατά τη διάρκεια της μνηστείας του με την εγκαλούσα Κ.Δ., που διήρκεσε μέχρι τον μήνα Μάϊο 1986, είχε έλθει με αυτή εξακολουθητικώς σε σαρκική συνάφεια, με αποτέλεσμα να την καταστήσει έγκυο και ενώ γνώριζε τούτο, αντί να της συμπαρασταθεί και να την βοηθήσει τόσο υλικά, αφού γνώριζε ότι αυτή δεν διέθετε μέσα προς συντήρησή της και λόγω της εγκυμοσύνης, αδυνατούσε να μεριμνήσει για τον εαυτό της, όσο και ηθικά, αυτός την εγκατέλειψε αβοήθητη καθόλο το από Μαϊου 1986 μέχρι και 30-7-1986 χρονικό διάστημα. Μετά από αυτά, το ως άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα του εγκλήματος εγκύου και επέβαλε σ' αυτόν ποινή φυλακίσεως πέντε μηνών. Με αυτά, όμως, που δέχθηκε το Εφετείο, χωρίς να διαλάβει στην απόφασή του εάν ο αναιρεσείων είχε τη δυνατότητα να παράσχει στην έγκυο, που εγκατέλειψε, την αναγκαία οικονομική και ηθική βοήθεια, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, καθώς και από που προκύπτει αυτό, παραβίασε εκ πλαγίου τη διάταξη του άρθρου 359 του ΠΚ, αφού διέλαβε ελλιπή αιτιολογία, εξαιτίας της οποίας καθίσταται αδύνατος ο ακυρωτικός έλεγχος, περί της ορθής ή μη εφαρμογής της παραπάνω διατάξεως και έτσι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. Ε' του ΚΠΔ δεύτερος λόγος της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατ' άρθρο 519 του ιδίου Κώδικα για νέα συζήτηση στο αυτό δικαστήριο, διότι είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.