Έτος
2001
Νόμος / διάταξη που αφορά
327 ΠΚ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
ΟΛΟΙ
Σημασία απόφασης
Συρροή εγκλημάτων. Ομαδικός βιασμός

 

[…] Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό των προσβαλλομένων 1425-1427/1999 αποφάσεών του, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων στην απόφασή του αυτή αποδεικτικών μέσων, […] ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

[…] Ο κατηγορούμενος: (Α) Με περισσότερες από μία πράξεις του, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος (δηλαδή του βιασμού) εξανάγκασε, με σωματική βλάβη και με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου, καθεμιά από τις κατωτέρω σε εξώγαμη συνουσία με την κατωτέρω διάκριση σε ανοχή ασελγούς πράξης. Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος (α) στην Αθήνα στις αρχές του μήνα Σεπτεμβρίου του έτους 1995 ενεργώντας από πρόθεση παρέσυρε την Ε.Γ.Ζ. στο σπίτι του που βρισκόταν στο Παγκράτι και αντίστοιχα σε σχέση με τους χρόνους που σημειώθηκαν στο επί της οδού Φ. 132 και Κ. 38 και χρησιμοποιώντας τις υπέρτερες σωματικές του δυνάμεις και απειλώντας την ανωτέρω παθούσα για την ζωή της λέγοντάς της ότι « θα της κοπανούσε το κεφάλι» συνουσιάσθηκε μαζί της βάζοντας μέχρι εκσπερμάτωσης το σε στύση πέος του την πρώτη φορά στο αιδοίο της ανωτέρω παθούσης και τη δεύτερη στον πρωκτό της ανωτέρω παθούσης (β) στην Αθήνα το καλοκαίρι του έτους 1995 δύο φορές, δηλαδή τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο και σε ημέρες που δεν προσδιορίσθηκαν ενεργώντας από πρόθεση Παρέσυρε την ..  στο επί της πρώτης από τις ανωτέρω οδούς σπίτι του, όπου χρησιμοποιώντας τις υπέρτερες σωματικές του δυνάμεις και απειλώντας την ίδια παθούσα για την σωματική της ακεραιότητα συνουσιάσθηκε μαζί της, βάζοντας μέχρι εκσπερμάτωσης το σε στύση πέος του μέσα στο αιδοίο της και (γ) στο Βύρωνα Αττικής τη νύχτα της 4 προς 5-4-1996 ενεργώντας από πρόθεση παρέσυρε τη …. στο κατά το χρόνο αυτό ευρισκόμενο στο Βύρωνα-Αττικής και επί της εκεί οδού Μ. 9 σπίτι του, όπου χρησιμοποιώντας τις υπέρτερες σωματικές του δυνάμεις επέτυχε να εξουδετερώσει κάθε αντίδρασή της και με το να δώσει σε αυτήν να πιεί ουσία που την κατέστησε αναίσθητη και στη συνέχεια να συνουσιασθεί μαζί της βάζοντας μέχρις εκσπερμάτωσης το σε στύση πέος του μέσα στο αιδοίο της ανωτέρω παθούσης. (Β)Με περισσότερες από μία πράξεις του, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος της ακούσιας απαγωγής κατά τους παραπάνω χρόνους από πρόθεση και με σκοπό την ακολασία απήγαγε τις Μ. Μ. Α. και την Ε. Γ. Ζ. χωρίς την θέλησή τους και έπραξε σε βάρος καθεμιά από αυτές, όσα παραπάνω έχουν σημειωθεί. (Γ) Με περισσότερες από μία πράξεις του, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος ενεργώντας με πρόθεση και χωρίς να είναι τοξικομανής κατείχε πώλησε, πρόσφερε και διέθεσε και διένειμε σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο ναρκωτικές ουσίες με σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών από ανηλίκους. Ειδικότερα στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του έτους 1995 μέχρι την 4 προς 5-4-1996 ενεργώντας από πρόθεση και χωρίς να είναι τοξικομανής κατείχε, πώλησε αντί αγνώστων χρηματικών ποσών, πρόσφερε διέθεσε και διένειμε τόσο στην ανήλικη Ε. Γ. Ζ. ( η οποία έχει γεννηθεί την …1979) όσο και στους επίσης ανηλίκους ..., (που Γεννήθηκε την ..1979), …, … και «Γιάννη» αγνώστων λοιπών στοιχείων «χασίς» «hypnostedon» (χάπια) και «PERAGON» (σιρόπι) σε μη διακριβωθείσες ποσότητες. Περαιτέρω απεδείχθη ότι στις πράξεις του αυτές προέβη ο κατηγορούμενος με τον εμπίπτοντα στον προσδιοριζόμενο από τη διάταξη του άρθρου 8 ν. 1729/1987 σκοπό της πρόκλησης της χρήσης από τους ανωτέρω ανηλίκους των ναρκωτικών ουσιών που σημειώθηκαν. (Δ) Κατά μη προσδιορισθείσα ημέρα του δευτέρου δεκαπενθημέρου του μήνα Οκτωβρίου 1995 στο ’λσος παγκρατίου από πρόθεση επιτέθηκε κατά της Ε. Γ. Ζ. και κατάφερε με τις γροθιές του, (με μπουνιές), ισχυρότατα κτυπήματα στο πρόσωπό της με αποτέλεσμα αυτή (Ε. Γ. Ζ. ), να χάσει τις αισθήσεις της και να μεταφερθεί από φίλες της και διερχομένους από τον ανωτέρω τόπο σε Νοσοκομείο για την προσφορά σε αυτή των πρώτων βοηθειών. Περαιτέρω απεδείχθη, ότι ο τρόπος που προκλήθηκε η σημειωθείσα σωματική βλάβη στη Ε. Γ. Ζ., ήταν δυνατό να προκαλέσει σε αυτή κίνδυνο για τη ζωή της η βαριά σωματική της βλάβη και ότι ο κατηγορούμενος κατά το χρόνο της πρόκλησης της ανωτέρω σωματικής βλάβης στην σημειωθείσα παθούσα γνώριζε και ήθελε τις περιστάσεις, ( ισχυρότατα κτυπήματα με γροθιές στο πρόσωπο της παθούσης Ε. Γ. Ζ. ) που κατέστησαν τη σωματική βλάβη της ιδίας παθούσης επικίνδυνη για τη ζωή της ή για την πρόκληση σε αυτή βαριάς σωματικής βλάβης. Και (Ε) τη 16 Απριλίου 1996 στο Βύρωνα Αττικής και ειδικότερα στο σπίτι του που βρίσκεται, όπως σημειώθηκε, στην εκεί οδό Μ. αριθ. 9 κατελήφθη να κατέχει χωρίς άδεια της αρμοδίας αστυνομικής αρχής τα σημειούμενα στο διατακτικό της απόφασης αυτής όπλα και πυρομαχικά. Στην εκτεθείσα ομόφωνη κρίση του οδηγήθηκε ειδικότερα το Δικαστήριο από τις καταθέσεις των κατωτέρω αξιοπίστων μαρτύρων κατηγορίας που μεταξύ άλλων κατέθεσαν (α) η Ε. Γ. Ζ. «Αυτός» δηλαδή ο κατηγορούμενος με το στανιό με πήρε στο σπίτι του, με έπιασε από το χέρι με έβαλε στο ταξί και με πήγε στην οδό Φ. σε διαμέρισμα . μου έβγαλε τα ρούχα, ενώ εγώ σταθερά αρνιόμουν να ενδώσω, με πίεσε με τις σωματικές του δυνάμεις και με βίασε», «τη δεύτερη φορά . με πήγε σ'ένα σπίτι και με ξαναβίασε. μετά τον δεύτερο βιασμό σε ένα πάρκο. μου είπε έλα εδώ και επειδή εγώ δεν πήγα με εκτύπησε με μπουνιές στο πρόσωπο. Το ίδιο είχε κάνει στην Αλαμάνου, τη βιάσε. ναρκωτικά έδινε στα παιδιά της πλατείας Μεσολογγίου και στον Τ. ». (β) η Μ. Μ. Α. « με πρόφθασε «ο κατηγορούμενος «στο δρόμο με άρπαξε από το μπράτσο και μου είπε ότι προσπαθώ να ξεφύγω, με πήγε σπίτι του, κλείδωσε την πόρτα και πήγε στην κουζίνα όπου κάποιο υγρό ετοίμασε και όταν του είπα ότι θέλω να φύγω μου είπε να πιώ PCPV ή αγγελόσκονη και αν δεν το κάνω δεν θα μου άφηνε να φύγω, την ήπια και μετά 1-2 λεπτά έπεσα αναίσθητη στον καναπέ»., «γνωρίζω ότι έδωσε ναρκωτικά στον Τ., χάπια υπνοστεντόν, έδωσε και σε άλλα παιδιά ναρκωτικά», « στον Ουάϊλ ο κατηγορούμενος είπε ότι με βίασε και καλά να πάθει και αυτός το είπε στη μητέρα μου, είμαι βέβαιη, ότι αυτός με βίασε για αυτό έγινε από τη στιγμή που έπεσα αναίσθητη μέχρι που πήγα στον ιατροδικαστή», «ο Τ. μου είπε ότι τον πούλησε ναρκωτικά, όπως και σ' άλλα παιδιά», «ότι με κλείδωσε, ότι με πότισε ναρκωτικά, ότι έπαψα έκτοτε να είμαι παρθένα με κάνει να πιστεύω ότι με βίασε». Η επικαλούμενη από την ανωτέρω παθούσα εκπαρθένευσή της συμπορεύεται χρονικά με τις ως προς την ίδια παθούσα διαπιστώσεις της αναγνωσθείσης υπ' αριθμ. 2119/8-4-1996 ιατροδικαστικής έκθεσης, που έχει συνταχθεί από τον Ιατροδικαστή Φ. Κ., αφού σύμφωνα με την έκθεση αυτή» ο χρόνος προκλήσεως της προσφάτου ρήξεως του παρθενικού υμένα της παθούσης Μ. Μ. Α. «υπολογίζεται σε 3-4 ημέρες περίπου από της σημερινής εξετάσεως» της ιδίας παθούσης, που ενόψει του ότι η εξέτασή της έγινε, κατά την ίδια έκθεση, την 8 Απριλίου 1996 περιλαμβάνει και το χρόνο τέλεσης του βιασμού αυτής (Μ. Μ. Α. ), από τον κατηγορούμενο δηλαδή τη νύχτα της 4 προ 5 Απριλίου 1996. Τον στον κατηγορούμενο βιασμό της Μ. Μ. Α., επιβεβαιώνει και ο αξιόπιστος Μάρτυρας Γεώργιος Τ., αφού όπως κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου τούτου «αυτός» «δηλαδή ο Ουάϊλτ», στο σπίτι του οποίου οδήγησε την ανωτέρω παθούσα ο κατηγορούμενος μετά το βιασμό της «μου είπε ότι του ανέφερε ο κατηγορούμενος ότι την βίασε. Και είναι αλήθεια ότι η Ε. Νικολάου Αλαμάνου αρνήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ότι βιάσθηκε από τον κατηγορούμενο, πλην όμως η άρνησή της αυτή δεν δύναται να αποκλείσει την από τον κατηγορούμενο τέλεση, όπως του αποδίδεται βιασμού κατ' εξακολούθηση και σε βάρος αυτής, αφού ο βιασμός από τον κατηγορούμενο επιβεβαιώθηκε τόσο από την παθούσα αυτή (Ε. Νικολάου Αλαμάνου), κατά όπως κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την εξέτασή της από την «ασφάλεια», η οποία (εξέταση) ενόψει του ότι έγινε σε χρόνο εγγύτερο προς αυτόν της τέλεσής του, όπως έχει εκτεθεί συγκείμενου από δύο μερικότερες πράξεις βιασμού της κατ' εξακολούθηση από τον κατηγορούμενο παρέχει μεγαλύτερη πίστη όσο και από την κατάθεση ενώπιον του δικαστηρίου τούτου της αξιόπιστης μάρτυρος Ε. Γ. Ζ. Ο ισχυρισμός, που ο κατηγορούμενος πρόβαλε κατά την απολογία του και κατ' εκτίμηση του οποίου διατυπώθηκε η επίκληση ότι υφίσταται συναίνεση καθεμίας από τις Ε. Γ. Ζ. και Ε. Νικολάου Αλαμάνου στις πράξεις της εξώγαμης συνουσίας ή της άλλης ασελγούς πράξης, που με τις ανωτέρω διακρίσεις αποτέλεσαν μέρος της αντικειμενικής υπόστασης των μερικοτέρων πράξεων του βιασμού κατ' εξακολούθηση που τελέσθηκε από τον κατηγορούμενο σε βάρος καθεμιάς από τις ανωτέρω παθούσες είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού σύμφωνα με όσα ανωτέρω έγιναν δεκτά ότι απεδείχθησαν η εξώγαμη συνουσία του κατηγορουμένου με κάθε μία από αυτές, όπως και η επιχείρηση σε βάρος της πρώτης της σημειωθείσης ασελγούς πράξης υπήρξαν απότοκοι όχι συναίνεσής τους, αλλά σωματικής βίας κατά κάθε μιάς από αυτές και απειλής κατ' αυτών σπουδαίου και αμέσου κινδύνου. Περαιτέρω η από τον κατηγορούμενο τέλεση της τελευταίας από τις αποδιδόμενες σε αυτόν αξιόποινες πράξεις απεδείχθη από την με χρονολογία 16 Απριλίου 1996 έκθεση «κατ' οίκον ερεύνης - κατάσχεσης», που έχει συνταγεί από τον Ανθυπαστυνόμο της Διεύθυνσης Α. Αττικής Κ. Κ. Ε. κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο αυτό ο κατηγορούμενος (α) τη νύχτα της 4 προς 5 Απριλίου 1996 προκάλεσε την αναισθησία της Μ. Μ. Α. και συνακόλουθα την ανικανότητά της για αντίσταση, μετά την οποία επακολούθησε η μετ' αυτής εξώγαμη συνουσία του με την δόση σε αυτή να πιεί ποτό που περιείχε, όπως απεδείχθη και από την κατάθεση της ανωτέρω αξιόπιστης παθούσης, τη ναρκωτική ουσία PCPV (άρθρο 4 παρ. 1 και 3 πίνακα Α αριθμ. 12 ν. 1729/1987) και (β) τέλεσε την σε σχέση με την ανήλικη, ως γεννηθείσα την 27-7-1981 Μ. Μ. Α., αποδιδομένη μερικότερη πράξη του από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 98 ΠΚ και 8 ν. 1729/1987 προβλεπόμενου και τιμωρούμενο κατ' εξακολούθηση εγκλήματος, αφού αυτός που δεν ήταν τοξικομανής διέθεσε σύμφωνα με τον σκοπό του κατά τον παραπάνω χρόνο την απ' αυτόν κατεχόμενη ναρκωτική ουσία PCPV για χρήση από την Μ. Μ. Α., της οποίας η κατά τον ίδιο χρόνο ανηλικότητα ήταν γνωστή σε αυτόν. Συνακόλουθα με όσα έχουν εκτεθεί και ενόψει του ότι (α) η απόδειξη των ανωτέρω δεν αποκλείεται από τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης , που εξετάσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, αφού αυτοί δεν είναι αξιόπιστοι γιατί δεν έχουν καταθέσει περιστατικά που να έχουν υποπέσει στην άμεση αντίληψή τους και να αποκλείουν την τέλεση από τον κατηγορούμενο των αξιοποίνων πράξεων που του αποδίδονται και (β) ο άλλος ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση της διάταξης του άρθρου 12 παρ. 4 ν. 729/1987, η οποία (παράγραφος) προστέθηκε στο νόμο αυτό με το άρθρο 9 παρ. 1 ν. 2721/1999 είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα δεν απεδείχθη η προϋπόθεση της εφαρμογής της παραπάνω διάταξης, δηλαδή η προμήθεια από τον κατηγορούμενο για τις μη επικληθείσες άλλωστε προσωπικές του ανάγκες των ναρκωτικών που διέθεσε στους παραπάνω ανηλίκους, πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος των αξιοποίνων πράξεων που του αποδίδονται, όπως αυτές ειδικότερα προσδιορίζονται στο διατακτικό της απόφασης αυτής και στις οποίες κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο αυτό περιλαμβάνεται σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί και η μερικότερη πράξη του προβλεπομένου και τιμωρουμένου από τις διατάξεις των άρθρων 98 ΠΚ και 8 ν. 1729/1987 κατ' εξακολούθηση εγκλήματος, το οποίο αντικειμενικά συνίσταται στη διάθεση στην ανήλικη Μ. Μ. Α. της ναρκωτικής ουσίας PCPV. Επιπροσθέτως το Εφετείο αναγνώρισε σ'αυτόν το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας. Με αυτά που δέχτηκε το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα άνω απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού παραθέτει τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προέκυψαν τα ανελέγκτως γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά και εκθέτει με πληρότητα και σαφήνεια, χωρίς αντιφάσεις, όλα τα περιστατικά αυτά που συγκροτούν, αντικειμενικά και υποκειμενικά τις, ως άνω αξιόποινες πράξεις του βιασμού κατ' εξακολούθηση ( άρθρα 98 και 336 παρ. 1 ΠΚ), παράβασης του νόμου περί ναρκωτικών ( άρθρα 5 παρ. 1 β, ζ, και παρ. 2 και 8 ν. 1729/1987), ακουσίας απαγωγής κατ' εξακολούθηση ( άρθρα 98 και 327 ΠΚ), επικίνδυνης σωματικής βλάβης ( άρθρα 308 και 309 ΠΚ) και παράνομης κατοχής όπλων ( άρθρα 1 παρ. 1 περιπ. Δ, 2 περιπτ. Β και 7 παρ. 1 και 8 ζ εδαφ. 1 ν.

2168/1933) για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, καθώς και τις σκέψεις που θεμελιώνουν την περί ενοχής κρίση του για τις πράξεις αυτές και ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ως άνω ουσιαστικές διατάξεις, τις οποίες και δεν παραβίασε με ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές στο πόρισμά της, ούτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Ειδικότερα: 1) Αιτιολογημένα το Εφετείο με παρεμπίπτουσα απόφασή του απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης του κατηγορουμένου- αναιρεσείοντος, με το οποίο ζητούσε την κλήτευση ως μάρυτρα του Ευαγγέλου Ι. Χατζηγιαννάκη, εφόσον δέχεται ότι « από την κατάθεση του μάρτυρα Α. Α., που εξετάσθηκε ένορκα στο ακροατήριο του Εφετείου, συνδυαζόμενη και με τα έγγραφα, που αναγνώσθηκαν δεν προέκυψε ανάγκη εξέτασης του Επίκουρου Καθηγητή Ευαγ. Ι. Χατζηγιανάκη, που με την ιδιότητα του Διευθυντή του πρώτου χειρουργικού τομέα του Γ.Π.Ν.Α « Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» έχει υπογράψει το δεύτερο από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν. Στην κρίση του αυτή οδηγείται ειδικότερα το δικαστήριο, γιατί και από το έγγραφο αυτό (δηλαδή το με αριθμό πρωτοκόλλου 358/6-5-1996), απεδείχθη ότι αυτός ( Ευαγ. Ι. Χατζηγιαννάκης) δεν έχει εξετάσει την, από τις πολιτικώς ενάγουσες, Μ. Α. Η μη δε από αυτόν εξέταση της ανωτέρω καθιστά την μαρτυρία του μη αναγκαία για την ανακάλυψη της αλήθειας», και η αιτίαση του αναιρεσείοντος, ότι το Εφετείο με την παρεμπίπτουσα αυτή απόφασή του παρεβίασε το περιεχόμενο του ως άνω εγγράφου 358/6-5-1996, δεν θεμελιώνει λόγο αναιρέσεως, κατά τα προεκτεθέντα. 2) Το Εφετείο προς σχηματισμό της ως άνω κρίσεώς του ρητώς αναφέρει στην προσβαλλόμενη απόφαση του, ότι έλαβε υπόψη και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η μάρτυρας Β. Τ. Και ναι μεν δεν γίνεται ειδική μνεία στο σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η κατάθεση της μάρτυρα αυτής λήφθηκε υπόψη, πλην όμως από το όλο περιεχόμενο του σκεπτικού αυτού προκύπτει, ότι η κατάθεση αυτή λήφθηκε υπόψη, αφού τα γεγονότα που καταθέτει αυτή (περί της καταστάσεως της Μ. Α. και περί του εάν ο κατηγορούμενος πωλούσε ναρκωτικά) λεπτομερώς αιτιολογούνται στο ως άνω σκεπτικό. 3)Αρκούντως το Εφετείο προσδιόρισε α) την ναρκωτική ουσία PCPV, που προσέφερε ο κατηγορούμενος στην παθούσα Μ. Α., μέσα σε ποτό για να πιεί και β) ότι περιήλθε σε αναισθησία αυτή, όπως το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως συμπληρούται από το διατακτικό (σελ . 39 και 52).

4) Η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι δεν έκαμε αξιολογική συσχέτιση του αναγνωσθέντος υπ' αριθμ. 358/6-5-1996 εγγράφου του ιατρού Ε. Χ. και του υπ' αριθμ. 03/04/2556 /10-4-1996 πιστοποιητικού νοσηλείας του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός με την ως άνω ιατροδικαστική έκθεση δεν θεμελιώνει λόγο αναιρέσεως, αλλά πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. 5) Ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος που προβλήθηκε ενώπιον του Εφετείου κατά την απολογία του « ότι οι σαρκικές επαφές έλαβαν χώρα με την συγκατάθεση και τη συναίνεση των ως άνω παθουσών», δεν έχρηζε ειδικής αιτιολογίας, διότι δεν είναι αυτοτελής αλλά υπερασπιστικός και ως εκ περισσού απορρίφθηκε και μάλιστα αιτιολογημένα από την προσβαλλομένη απόφαση. Όπως δε προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλομένης αποφάσεως ο κατηγορούμενος δεν προέβαλε ορισμένο ισχυρισμό ότι τις ως άνω ποσότητες των ναρκωτικών ουσιών της κατείχε για δική του αποκλειστική χρήση και ότι από αυτές διέθεσε σε τρίτους, για αποκλειστική τους χρήση, όπως αξιώνει η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 και 4 του ν. 1729/1987 και δεν έχρηζε αυτεπαγγέλτου εξετάσεως, ούτε ειδικής αιτιολογίας τυχόν υποτιθέμενος ισχυρισμός εκ του άρθρου αυτού και ως εκ περισσού απορρίφθηκε και μάλιστα αιτιολογημένα από την προσβαλλομένη απόφαση.

6)Αιτιολογεί ειδικώς η προσβαλλομένη απόφαση τον δόλο του κατηγορουμένου, σχετικά με τα εγκλήματα: α) της ακουσίας απαγωγής με σκοπό την ακολασία των Μ. Μ. Α. και Ε. Γ. Ζ., όταν δέχεται ότι ο κατηγορούμενος απήγαγε αυτές παρά την θέλησή τους με σκοπό την κατά φύση και παρά φύση συνουσία και εξειδικεύει τους τόπους και τους χρόνους, όπου έλαβαν χώραν, οι ως άνω ασελγείς πράξεις και β) της διαθέσεως ναρκωτικών ουσιών από τον κατηγορούμενο με σκοπό να προκαλέσει την χρήση αυτών από ανηλίκους, όταν εκθέτει την πρόθεση αυτού, τα πραγματικά περιστατικά της διαθέσεως ναρκωτικών, τα ονόματα των εν λόγω ανηλίκων και την ανηλικότητα αυτών. Και 7) αιτιολογεί ειδικώς η προσβαλλομένη απόφαση την επικινδυνότητα της σωματικής βλάβης εις βάρος της παθούσης Ε. Ζ. του Γ., όταν δέχεται ότι ο κατηγορούμενος κατάφερε κατ' αυτής ισχυρότατα κτυπήματα (μπουνιές) στο προς πρόσωπό της, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της και να μεταφερθεί σε νοσοκομείο. Συνεπώς, οι εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ απορρέοντες αντίθετοι πρώτος και δεύτερος λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Οι ίδιοι λόγοι, κατά το μέρος που αποδίδουν πλημμέλειες στην προσβαλλόμενη απόφαση, σχετικές με την κρίση πραγματικών γεγονότων, είναι απαράδεκτοι, αφού πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου.

2. Μετά από αυτά πρέπει ν' απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση και να καταδικασθεί ο αιτών σ την πληρωμή των δικαστικών εξόδων και στη δικαστική δαπάνη της παράστασης στη δίκη πολιτικώς ενάγουσας ( άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 8 Δεκεμβρίου 2000 αίτηση του Δ. Κ. του Χ., για αναίρεση των 1425-1427/1999 αποφάσεων του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε εβδομήκοντα χιλιάδες (70.000) δραχμές και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς ενάγουσας Μ. Α. του Μ., που ορίζεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 28 Νοεμβρίου 2001. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Νοεμβρίου 2001.