ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β Πολ. Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Καβαλλιέρο, Αντιπρόεδρο Δημήτριο Καλομοίρη, Γεώργιο Βελλή, Πολύβιο Μαντζιάρα και Ευάγγελο Κρουσταλάκη, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστηάα του στις 6 Δεκεμβρίου 1994 με την παρουσία του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χρήστου Αναστασόπουλου (ο Εισαγγελέας είχε κώλυμα να μετάσχει) και της Γραμματέως Βασιλικής Σαμίου, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσειούσας: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε" που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Πελαγία Ζιάκα. Της αναιρεσίβλητης: Β.Δ, κατοίκου Θεσσαλονίκης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Βάγια.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20 Δεκεμβρίου 1989 αγωγή που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 394/1990 του ιδίου Δικαστήριου και 904/1993 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 5 Οκτωμβρίου 1993 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω, ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ευάγγελος Κρουσταλάκης ανέγνωσε την από 22 Νοεμβρίου 1994 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως, η πληρεξούσια της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη της αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη. Ο Εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τα άρθρα 185, 189, 192, 201, 361, 648 επ. ΑΚ, η προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη σε θέσεις εργασίας, που προβλέπεται να κενωθούν σε ορισμένη προθεσμία, αποτελεί πρόταση για τη σύναψη συμβάσεως εργασίας υπό την αίρεση της επιτυχίας στο διαγωνισμό και της κενώσεως - μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία - θέσεως αντίστοιχης προς τη σειρά επιτυχίας. Η υποβολή της αιτήσεως και η συμμετοχή στο διαγωνισμό ενέχει αποδοχή της προτάσεως. Σε περίπτωση επιτυχίας σε σειρά που ευρίσκεται μέσα στον αριθμό των θέσεων που προκηρύχθηκαν, εφόσον κενωθεί η αντίστοιχη προς τη σειρά αυτή θέση, η σύμβαση είναι καταρτισμένη. Εξάλλου από το συνδυασμό του άρθρου 4 παρ. 2 του Συντάγματος, των διατάξεων της Διεθνούς Συμβάσεως 100 που κυρώθηκε με το ν. 46/1975 και των άρθρων 2 και 3 του ν. 1414/1984 με τον οποίο η ελληνική νομοθεσία προσαρμόστηκε στις Οδηγίες 75/117 και 76/207 του Συμβουλίου της ΕΟΚ, προκύπτει ότι απαγορεύεται στις εργασιακές σχέσεις κάθε διάκριση με κριτήριο το φύλλο. Ειδικότερα το άρθρο 3 του ν. 1414/1984 ορίζει ότι η πρόσβαση σε όλους τους κλάδους και βαθμίδες κάθε απασχόλησης γίνεται αδιακρίτως φύλου, στις δε προκηρύξεις που αφορούν επιλογή προσώπων για την κάλυψη κενών θέσεων εργασίας απαγορεύεται να γίνεται αναφορά στο φύλο ή να χρησιμοποιούνται κριτήρια και στοιχεία που έστω και έμμεσα καταλήγουν σε διάκριση των φύλων, εκτός αν πρόκειται για εργασία συμφυή προς τα γνωρίσματα του ενός φύλου (άρθρο 10 παρ. 1β και 3 ν. 1414/1984). Αν ο εργοδότης κατά παράβαση της απαγορεύσεως προκηρύξει χωριστά ορισμένο αριθμό θέσεων για το κάθε φύλο, η διάκριση αυτή - ως αντικειμένη στις ανωτέρω απαγορευτικές διατάξεις - είναι ανίσχυρη (άρθρα 174, 180 ΑΚ), χωρίς η ακυρότητα αυτή να επιδρά κατά τα λοιπά στο κύρος του διαγωνισμού και στην περαιτέρω κατάρτιση της εργασιακής συμβάσεως βάσει των λοιπών όρων της προκηρύξεως (άρθρο 181 ΑΚ).
Οι διαγωνισθέντες θεωρούνται ως επιτυχόντες κατά τη σειρά της βαθμολογίας τους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φύλο. Αν δε οι θέσεις πρόκειται να πληρωθούν σταδιακά με βάση τη σειρά επιτυχίας, η κατάρτιση χωριστών πινάκων για τους επιτυχόντες κάθε φύλου δνε ισχύει και η αίρεση από την οποία εξαρτάται η πρόσληψη πληρούται όταν κενωθεί η προς την ενιαία σειρά επιτυχίας αντίστοιχη θέση, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη διαστολή μεταξύ των επιτυχόντων βάσει του φύλου. Εκτοτε ο εργοδότης οφείλει να απασχολεί τον επιτυχόντα, διαφορετικά περιέρχεται σε υπερημερία ως προς την αποδοχή της εργασίας και υπέχει τις συνέπειες αυτής σύμφωνα με το άρθρο 656 του ΑΚ. Περαιτέρω, κατά την παρ. 8 του άρθρου 4 της από 18.5.1982 Σ.Σ.Ε. - Οργανισμού καταστάσεως προσωπικού της Τράπεζας Μακεδονίας - Θράκης (που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β 344/4.6.1982 ύστερα από τη 16247/2.6.1982 Α.Υ.Εργασίας και έχει κανονιστική ισχύ), η πρόσληψη υπαλλήλου (που όταν είναι πτυχιούχος ανώτατης σχολής γίνεται μετά από διαγωνισμό - παρ. 1 Β και 6 Α του άρθρου 4) ανακοινώνεται με έγγραφο της Τράπεζας - που αποτελεί πρόταση για κατάρτιση συμβάσεως - με το οποίο καλείται ο ενδιαφερόμενος να αναλάβει υπηρεσία και καθορίζεται η ημερομηνία παρουσιάσεώς του. Είναι προφανές ότι η σύμβαση τελειώνεται με την επιτυχία στο διαγωνισμό και την κένωση θέσεως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν και ότι η κατάρτιση στην οποία αναφέρεται ο Οργανισμός είναι η έγγραφη πλέον κατάρτιση της συμβάσεως εργασίας επιβεβαιωτική της ήδη διά της επιτυχούς εξετάσεως γενομένης καταρτίσεως της εργασιακής συμβάσεως (βλ. και το άρθρο 165 του ΑΚ που ορίζει ότι αν τα μέρη επιφυλάχθηκαν να συντάξουν έγγραφο για σύμβαση που καταρτίστηκε μεταξύ τους, σε περίπτωση αμφιβολίας η σύμβαση ισχύει και αν δεν συνταχθεί το έγγραφο). Γι` αυτό ο ενδιαφερόμενος καλείται συγχρόνως να αναλάβει και υπηρεσία. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν παρουσιαστεί να αναλάβει υπηρεσία 10 ημέρες από την καθορισμένη ημερομηνία, θεωρείται ότι δεν αποδέχεται την πρόσληψή του. Αν προσέλθει έγκαιρα, η Τράπεζα καταρτίζει μαζί του σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για ένα χρόνο. Προκειμένου να κριθεί αν ο υπάλληλος θα παραμείνει ή όχι στην υπηρεσία μετά την πάροδο του χρόνου αυτού, η υπόθεση παραπέμπεται στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο το οποίο και αποφαίνεται γι` αυτό. Αν ο υπάλληλος εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του μετά την πάροδο του χρόνου αυτού, η σύμβαση αυτή θεωρείται ότι συνεχίζεται - κατά τους όρους του άρθρου 26 (η υπαλληλική σχέση λύεται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στη διάταξη αυτή) - και ο υπάλληλος εντάσσεται στο μόνιμο προσωπικό της Τράπεζας. Στην προκειμένη υπόθεση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη (904/1993) απόφαση, το Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχτηκε τα ακόλουθα: Στις 2.11.1984 η εναγομένη Τράπεζα Μακεδονίας Θράκης προκήρυξε για τις 16.12.1984 διαγωνισμό προσλήψεως υπαλλήλων πτυχιούχων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οι οποίοι θα κάλυπταν κενές ή κενωθησόμενες θέσεις στα καταστήματά της στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τους όρους της προκηρύξεως, οι προσλήψεις θα πραγματοποιούντο με τη σειρά επιτυχίας των υποψηφίων από τους πίνακες που θα συντάσσοντο χωριστά για τους άνδρες και τις γυναίκες. Οσοι θα επιτύγχαναν θα προσλαμβάνοντο με σύμβαση εργασίας ενός έτους και θα λάμβαναν αποδοχές υπολογιστή Β` (με διετή παραμονή στο βαθμό) και επιστημονικό και οικογενειακό (εφόσον εδικαιούντο) επίδομα, θα είχαν δε υποχρέωση να υπηρετήσουν σε οποιοδήποτε κατάστημα ή υπηρεσία της Τράπεζας ανάλογα με τις ανάγκες της. Η ενάγουσα, έχοντας τα τυπικά προσόντα, δήλωσε συμμετοχή και έλαβε μέρος στο διαγωνισμό. Η αρμόδια εξεταστική επιτροπή την έκρινε επιτυχούσα με γενικό βαθμό 48 και την κατέταξε 21η στη σειρά επιτυχίας των γυναικών, συντάσσοντας δύο πίνακες επιτυχόντων (ανδρών και γυναικών). Οι πίνακες θα ίσχυαν μέχρι 30.6.1988, παρατάθηκε δε η ισχύς τους μέχρι 31.12.1989.
Με βάση αυτούς τους πίνακες η εναγομένη προσέλαβε συνολικά 39 επιτυχόντες, από τους οποίους οι 22 ήσαν άνδρες και οι 17 γυναίκες. Συγκεκριμένα στις 5.3.1986 προσέλαβε τους Νικόλαο Χρηστίδη και Στέργιο Ντέρο οι οποίοι είχαν γενικό βαθμό επιτυχίας 47.50 και 46.50 και σειρά στον πίνακα επιτυχόντων ανδρών 12 και 14 αντιστοίχως, ενώ παρέλειψε να προσλάβει την ενάγουσα παρόλο που αυτή είχε γενικό βαθμό επιτυχίας 48 και προηγείτο αυτών. Στη συνέχεια η εναγομένη προσέλαβε στις 9.3.1986 το Δημήτριο Βούκα, στις 26.3.1986 τον Παναγιώτη Δεληπαλτά, στις 29.4.1986 το Γεώργιο Κοσμαρίκα, στις 17.11.1986 τον Αθανάσιο Βαλανίκα, στις 26.6.1987 τον Αναστάσιο Ζαχαρόπουλο και στις 27.7.1987 τον Κυριάκο Πολυμετάκη, οι οποίοι είχαν γενικό βαθμό επιτυχίας 46.5, 45.5, 45, 44.25, 42.75, 42 αντιστοίχως, δηλαδή κατώτερο από εκείνο της ενάγουσας. Με αυτές τις παραδοχές, το Εφετείο έκρινε: α) Οτι η διανομή των θέσεων από την εναγομένη με βάση το φύλο και η αυθαίρετη πρόσληψη ανδρών με μικρότερη από τις γυναίκες βαθμολογία αποτελεί δυσμενή σε βάρος των τελευταίων διάκριση, αντίκειται στις προαναφερόμενες διατάξεις και ο σχετικός όρος της προκηρύξεως είναι άκυρος, χωρίς αυτή η ακυρότητα να επεκτείνεται σε ολόκληρη την προκήρυξη και τη συναφθείσα βάση αυτής συμφωνία. β) Οτι η άρνηση της εναγομένης να προσλάβει την ενάγουσα από τις 5.3.1986, που προσλήφθηκαν οι Νικόλαος Χρηστίδης και Στέργιος Ντέρος με μικρότερη βαθμολογία, καίτοι υπήρχαν 39 κενές θέσεις υπαλλήλων πτυχιούχων και η ενάγουσα είχε στη γενική κατάταξη σειρά επιτυχίας 32, περιήγαγε την εναγομένη σε υπερημερία εξ αιτίας της οποίας οφείλει στην ενάγουσα μισθό υπολογιστή Β`, αφού και η σύμβαση τελειώθηκε με την έκδοση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού και την κένωση των θέσεων, κατά τα προεκτεθέντα, γ) Οτι εφόσον η σύμβαση εργασίας έγινε στις 5.3.1986 και από τότε παρήλθε έτος (μέχρι την πρώτη συζήτηση 23.5.1990) χωρίς το υπηρεσιακό συμβούλιο να έχει αποφανθεί θετικά ή αρνητικά για την παραμονή ή όχι της ενάγουσας στην υπηρεσία της εναγομένης, θεωρείται ότι η πρώτη, σύμφωνα με τον Οργανισμό καταστάσεως του προσωπικού, έχει μονιμοποιηθεί και δικαιούται να λάβει το μισθό ολοκλήρου του χρόνου από 5.3.1986 μέχρι τη συζήτηση της αγωγής.
Ετσι το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση (394/1990 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης), που είχε δεχθεί την αγωγή και απέρριψε την έφεση της εναγομένης. Με αυτά τα δεδομένα, το Εφετείο δεν παραβίασε τους προπαραταθέντες κανόνες ουσιαστικού δικαίου (του Συντάγματος, της Διεθνούς Συμβάσεως 100, του ΑΚ, του ν. 1414/1984 και του Οργανισμού καταστάσεως προσωπικού της αναιρεσείουσας) και είναι αβάσιμοι οι υποστηρίζοντες το αντίθετο τέσσερεις ταυτόσημοι λόγοι του αναιρετηρίου (από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ). Αφού δε πρόκειται για εφαρμογή διατάξεων του εσωτερικού (εθνικού) δικαίου και όχι του κοινοτικού, δεν τίθεται θέμα προδικαστικής παραπομπής στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 177 της ΣυνθΕΟΚ. Μετά ταύτα, πρέπει να απορριφθεί η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης (άρθρο 183 ΚΠολΔ), που δεν κατέθεσε προτάσεις. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την από 5.10.1993 αίτηση της Τράπεζας Μακεδονίας-Θράκης, περί αναιρέσεως της 904/1993 αποφάσεως του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει σε δραχμές εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000). Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 10 Ιανουαρίου 1995. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 14 Φεβρουαρίου 1995. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ