Έτος
1988
Νόμος / διάταξη που αφορά
Άρθρο 8, παρ. 1 Ν. 38/75
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Διαζευγμένες θυγατέρες

 

Συνταξιοδότηση τέκων ασφαλισμένων ή συνταξιούχων λόγω θανάτου. Αποτελεί παρέκκλιση στηριζόμενη στο κριτήριο του φύλου, η συνταξιοδότηση διαζευγμένων θυγατέρων ασφαλισμένων ή συνταξιούχων οι οποίοι απεβίωση μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου (31.12.82).

Συμβ. Επικρατείας 4698/88 (Ολ.) Εισηγητής: Φ. ΚΑΤΖΟΥΡΟΣ Δικηγόροι: Ε. Τσάκωνα, Β. Μελάς Το άρθρον 8 παράγρ. 1 του Ν. 38/75 ώρισεν ότι συντάξεως τέκνου λόγω θανάτου δικαιούται παρά των Οργανισμών Κοινωνικών Ασφαλίσεων και η διαζευχθείσα υπαιτιότητι του συζύγου ή κοινή υπαιτιότητι θυγατήρ αποβιώσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, ως και εκείνη δι` ην η περί διαζυγίου δίκη διεκόπη βιαιώς συνεπεία θανάτου του ανδρός. Δια της υπ` αριθ. Β2/44/802/23/3/78 αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΦΕΚ 318 Β/10.4.78), η οποία εξεδόθη επί τη βάσει του άρθρου 5 του Ν. 2868/22, αντικατεστάθη η περίπτ. γ` της παραγρ. 1 του άρθρου 8 του κατασταστικού του Ταμείου Συντάξεων του Προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και ωρίσθη, μεταξύ άλλων, ότι τα άγαμα θήλεα τέκνα δικαιούνταισυντάξεως μέχρι της δια γάμου αποκαταστάσεώς των, περαιτέρω δε εθεσπίσθη δια πρώτην φοράν ειδικώς ως προς το ανωτέρω Ταμείον διάταξις κατά την οποίαν εν περιπτώσει λύσεως του γάμου διαζυγίω υπαιτιότι του συζύγου ή κοινή υπαιτιότητι, το δικαίωμα απολαβής της συντάξεως απονέμεται ή ανακτάται υπό της θυγατρός μετ` απόφασιν του ΔΣ, υπό την προϋπόθεσιν ότι η διάζευξις αφορά εις την λύσιν του πρώτου γάμου και εφ` όσον αύτη, κατά την κρίση του ΔΣ στερείται προστασίας ή αξιολόγου περιουσίας, την έννοιαν της οποίας προσδιορίζει η παράγρ. 2 του άρθρου 18 του αυτού καταστατικού. Πλην δια του άρθρου 19 του Ν. 997/79 ωρίσθη εις την παράγρ. 1 ότι η κατά τας διατάξεις της νομοθεσίας των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, πλην του ΟΓΑ και του ΙΚΑ, προβλεπομένη σύνταξις των αγάμων τέκνων θανόντων ησφαλισμένων ή συνταξιούχων διακόπτεται από της συμπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας των, ή, εν περιπτώσει συνεχίσεως των σπουδών των, από της συμπληρώσεως του 24ου έτους της ηλικίας των. Τα ανωτέρω όρια ηλικίας δεν ισχύουν προκειμένου περί τέκνω ανικάνων προς πάσαν βιοποριστικήν εργασίαν, εφ` όσον η αντικανότης επήλθεν προ της συμπληρώσεως των ορίων τούτων ηλικίας. Εις την παράγρ. 2 ότι ειδικώς δια τους αγάμους ή διαζευγμένας θυγατέρας η σύνταξις επαναχορηγείται η, συντρεχούσης περιπτώσεως, το πρώτον χορηγείται μετά την συμπλήρωσιν του 55ου έτους της ηλικίας των και εφ` όσον δεν εργάζονται ή δεν λαμβάνουν σύνταξιν εξ ετέρας πηγής. Το όριον τούτο προσαυξάνεται εις το 60όν έτος από 1.1.82 και εις το 65ον από 1.1.85 και εις την παράγρ. 3 ότι πάσα αντίθετος διάταξις καταργείται από 1.1.80. Σημειωτέον ότι η διάταξις αύτη αντικατεστάθη δια του άρθρου 51 του Ν. 1140/81, τροποποιηθείσα και επεκταθείσα επί των αδελφών των θανόντων ησφαλισμένων και συνταξιούχων, η δε παράγρ. 2 διεμορφώθη δια του ρηθέντος άρθρου 51 του Ν. 1140/81 ως εξής: ειδικώς δια τους αγάμους ή διαζευγμένας θυγατέρας ή αδελφάς η σύνταξις επαναχορηγείται ή συντρεχούσης περιπτώσεως, το πρώτον χορηγείται μετά την συμπλήρωσιν του 55ου έτους της ηλικίας των και εφ` όσον δεν λαμβάνουν εξ εργασίας ή συντάξως εξ ετέρας πηγής ποσόν μεγαλύτερον του κατωτάτου ορίου συντάξεως το οποίον χορηγείται δια την κατηγορίαν τους από τον οικείον ασφαλιστικόν οργανισμόν. Το όριον τούτο προσαυξάνεται εις το 60όν από 1.1.82 και εις το 65ον από 1.1.85. Αι διατάξεις αύται, αποσκοπούσαι εις την ενιαίαν ρύθμισιν του θέματος της συνταξιοδοτήσεως των τέκνων και αδελφών των θανόντων ησφαλισμένων και συνταξιούχων των οργανισμών κοινωνικών ασφαλίσεων των τελούντων υπό την εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών πλην του ΟΓΑ και του ΙΚΑ, συνεπήγαντο την κατάργησιν των προϋφισταμένων διατάξεων περί συνταξιοδοτήσεως των διαζευγμένω θυγατέρων και συνεπώς αι προβλέπουσαι την απονομήν θυγατέρας διατάξεις τόσον του άρθρου 8 παράγρ. 1 του Ν. 38/75 όσον και αι διατάξεις της νομοθεσίας η οποία διείπε το ανωτέρω Ταμείον κατηργήθηκαν. Ακολούθως, το άρθρον 24 του Ν. 1276/82, το οποίον ισχύει από 1.9.82 κατά το άρθρον 25 αυτού, προέβλεψεν ότι αι διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 997/79, ως ετροποποιήθησαν δια του άρθρου 51 του Ν. 1140/81, δεν εφαρμόζονται επί των ασφαλιστικών οργανισμών οι οποίοι διέπονται υπό ιδίων καταστατικών διατάξεων αι οποίαι ισχύον προ της μεταβολής τούτων και ότι επαναφέρονται εν ισχύ αι καταστατικαί αύται διατάξεις. Ως συνάγεται εκ της εισηγητικής εκθέσεως της σχετικής τροπολογίας και των συζητήσεων εις την Βουλήν (πρακτικά της Ι Συνεδριάσεως της 28.7.82 σελ. 313), σκοπός της διατάξεως ταύτης ήτο η από 1.9.82 επαναφορά εν ισχύϊ των διατάξεων των διεπουσών τους διαφόρους οργανισμούς κοινωνικών ασφαλίσεων αι οποίαι περιείχον ευμενεστέρας ρυθμίσεις ως προς την συνταξιοδότησιν των τέκνων αι οποίαι είχον καταργηθή δια του Ν. 997/79, ως ετροποποιήθη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και αι ευμενέστεραι διατάξεις περί συνταξιοδοτήσεως των διαζευγμένων θυγατέρων, ως είναι, ως προς το ανωτέρω Ταμείον, αι διατάξεις της υπουργικής αποφάσεως Β2/3/44/802/23/3/78. Η διάταξις του άρθρου 4 παράγρ. 2 του Συντάγματος σκοπόν είχε την από επόψεως δικαιωμάτων και υποχρεώσεων εξομοίωσιν των δύο φύλων κατά τρόπο ώστε εφ` εξής να μη υφίστανται εν τη νομοθεσία διακρίσεςι αναλόγως του φύλου. Εξαίρεσιν από του κανόνος τούτου εισάγει το άρθρον 116 παράγρ. 2 του Συντάγματος το οποίον επιτρέπει και μετά την λήξιν της μεταβατικής περιόδου την δια νόμου θέσπισιν τοιούτων ρυθμίσεων (ευμενών ή δυσμενών) αναλόγως του φύλου, εφ` όσον όμως υφίστανται προς τούτο αποχρώντες λόγοι. Η παροχή υπό του καταστατικού του ανωτέρω Ταμείου, μετά την τροποποίησιν αυτού κατά το έτος 1978, ειδικώς εις τας διαζευγμένας θυγατέρας του δικαιώματος προς λήψιν συντάξεως λόγω θανάτου του ησφαλισμένου ή συνταξιούχου πατρός των αποτελεί παρέκκλισιν από της αρχής ότι τα τέκνα των θανόντων ησφαλισμένων ή συνταξιούχων πρέπει να μην έχουν συνάψει γάμον δια να δικαιούνται συντάξεως λόγω του θανάτου του γονέως των, η παρέκκλισις δ` αύτη στηρίζεται επί του κριτηρίου του φύλου χωρίς να υπάρχουν αποχρώντες λόγοι κατά την έννοιαν του άρθρου 116 παράγρ. 2 του Συντάγματος οι οποίοι να την καθιστούν θεμιτήν. Συνεπώς η διάταξις αύτη του καταστατικού του Ταμείου η οποία επανεφέρθη εν ισχύϊ δια του άρθρου 24 του Ν. 1276/82, είναι εν πάση περιπτώσει ανίσχυρος όταν ο θάνατος του ησφαλισμένου ή του συνταξιούχου επήλθε μετά την λήξιν της μεταβατικής περιόδου της παραγρ. 1 του άρθρου 116 του Συντάγματος. Κατά την γνώμην τριών μετ` αποφασιστικής ψήφου μελών του Δικαστηρίου, η υπέρ των διαζευγμένων θυγατέρων μέριμνα του καταστατικού του Ταμείου είναι αποχρώντως δικαιολογημένη κατά την έννοια του άρθρου 116 παράγρ. 2 του Συντάγματος ως εκ των δυσμενών κοινωνικών συνθηκών υπό τας οποίας αύται τελούν εισέτι, κατά την γνώμην δ` ενός άλλου μέλους του Δικαστηρίου, δια της επιμάχου διατάξεως αναγνωρίζεται ως ωρισμένην κατηγορίαν προσώπων, συγκεκριμένως εις τας διεζευγμένας θυγατέρας ησφαλισμένων ή συνταξιούχων δικαίωμα συντάξεως υπό ωρισμένας προϋποθέσεις. Το δικαίωμα τούτο, εφ` όσον θεσπίζεται υπέρ ωρισμένης κατηγορίας δικαιούχων, δεν αποτελεί προνόμιο δηλ. "δίκαιον εφαρμοζόμενον επί ενός ή πλειόνων ατομικώς ωρισμένων προσώπων" και συνεπώς δεν αντιβαίνει η θέσπισή του εις τας περί ισότητος των δύο φύλων διατάξεις του Συντάγματος, διότι ο νομοθέτης όχι μόνον δεν κωλύεται αλλά και υποχρεούται, όταν τούτο ζητηθή, να θεσπίση το αυτό δικαίωμα, υπό τας αυτάς προϋποθέσεις και υπέρ του ετέρου φύλου.