ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Νοεμβρίου 1995, με την εξής σύνθεση: Δ. Μαργαρίτης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α Τμήματος, Φ. Κατζούρος, Π.Ζ. Φλώρος, Σύμβουλοι, Δ. Μαρινάκης, Ι. Καπελούζος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη, Γραμματέας του Α Τμήματος.
Γιά να δικάσει την από 25 Ιουλίου 1988 αίτηση:
του "Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων" (ΙΚΑ), το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Κων. Φλέσσα (Α.Μ. 5340), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Βασιλείου Ιωάν. Μαραγκουδάκη, κατοίκου Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, (Γηροκομείο "ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ"), ο οποίος δεν παρέστη.
Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Ιδρυμα επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθ.
2167/1988 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητού, Παρέδρου Ι. Καπελούζου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος Ιδρύματος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, σε αίθουσα του δικαστηρίου και,
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, δια της υπό κρίσιν αιτήσεως, δια την άσκησιν της οποίας κατεβλήθησαν τα νόμιμα τέλη και παράβολον (υπ' αριθ. 6985516/1988 διπλότυπον του Ταμείου Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών και 584072 και 1962601 του έτους 1988 ειδικά έντυπα παραβόλου), ζητείται, τύποις παραδεκτώς, η αναίρεσις της υπ' αριθ.
2167/1988 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Δια της αποφάσεως αυτής, γενομένης δεκτής προσφυγής του αναιρεσιβλήτου, ηκυρώθη η υπ' αριθ. 1751/συν.113/12.12.1986 απόφασις της Β' Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του αιτούντος Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δια της οποίας είχε απορριφθή το αίτημα του αναιρεσιβλήτου περί συνταξιοδοτήσεώς του λόγω θανάτου της συζύγου του, κριθέντος ότι ούτος δικαιούται δια την ανωτέρω αιτίαν συντάξεως, υφ' ας προϋποθέσεις δικαιούται και η χήρα θανόντος συνταξιούχου του Ιδρύματος.
2. Επειδή, νομίμως εχώρησεν η συζήτησις της υποθέσεως και απολιπομένου του αναιρεσιβλήτου, εφ' όσον αντίγραφα της υπό κρίσιν αιτήσεως και της πράξεως του Προέδρου του Τμήματος περί ορισμού δικασίμου και εισηγητού επεδόθησαν νομοτύπως εις αυτόν ως δείκνυται εκ των υπ' αριθ. 535 β και 536 β από 22.3.1990 εκθέσεων επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητού Θεσσαλονίκης Χρήστου Γ. Ατματζίδη.
3. Επειδή, κατά τας ισχυούσας κατά τον κρίσιμον εν προκειμένω χρόνον διατάξεις της παρ. 6 του άρθρ. 28 του αν.ν. 1846/1951 "Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων" (Α' 179), ως ετροποποιήθη υπό της παρ. 3 του άρθρ. 5 του ν.δ. 4104/1960 (Α' 147), "εν περιπτώσει θανάτου συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος ή επιδοματούχου λόγω αναπροσαρμογής ή ησφαλισμένου έχοντος πραγματοποιήσει τουλάχιστον 1500 ημέρας εργασίας εξ ων 300 τουλάχιστον εντός των 5 ετών των αμέσως προηγουμένων εκείνου καθ' ο επήλθεν ο θάνατος ή ....... δικαιούνται συντάξεως κατά τας επομένας παραγράφους α) η χήρα ή ο άπορος και ανάπηρος χήρος, ου η συντήρησις εβάρυνε κυρίως την θανούσαν .......". Εκ των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι δια την συνταξιοδότησιν του χήρου συζύγου λόγω θανάτου της συζύγου του, συνταξιούχου ή ασφαλισμένης του ΙΚΑ, θεσπίζονται πρόσθετοι προϋποθέσεις πέραν εκείνων αι οποίαι θεσπίζονται δια την συνταξιοδότησιν της χήρας συζύγου θανόντος συνταξιούχου ή ασφαλισμένουΐαπαιτείται δηλαδή όπως ο αιτούμενος τη σύνταξιν χήρος είναι ανάπηρος και άπορος, εβάρυνε δε η συντήρησίς του κυρίως την θανούσαν σύζυγόν του (πρβλ. ΣΕ 2656/88, 3552/92 κ.α.).
4. Επειδή, εξ άλλου, το ισχύον Σύνταγμα εις μεν το άρθρον 4 ορίζει ότι "οι Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου" (παρ. 1) και ότι "οι Ελληνες και αι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις" (παρ. 2), εις δε το άρθρον 116 ότι "υφιστάμεναι διατάξεις, αντιβαίνουσαι εις το άρθρον 4 παρ. 2, παραμένουν εν ισχύϊ μέχρι της δια νόμου καταργήσεώς των, το βραδύτερον δε μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1982" (παρ. 1) και ότι "αποκλίσεις εκ των ορισμών της παρ. 2 του άρθρου 4 επιτρέπονται μόνον δι' αποχρώντας λόγους εις τας ειδικώς υπό του νόμου οριζομένας περιπτώσεις" (παρ. 2).
5. Επειδή, δια της προεκτεθείσης παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος, αποτελούσης ειδικωτέραν εκδήλωσιν της κατά την παράγραφον 1 του αυτού άρθρου γενικής αρχής της ισότητος εις τον τομέα της κοινωνικής θέσεως και της νομικής αντιμετωπίσεως των σχέσεων των δύο φύλων, αφ' ενός μεν απαγορεύεται η δημιουργία ανίσων καταστάσεων και η διαφοροποίησις του περιεχομένου των επί μέρους δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων των πολιτών, τόσον μεταξύ των όσον και έναντι της Πολιτείας, βάσει της διαφοράς του φύλου, αφ' ετέρου δε επιβάλλεται η παροχή ίσων δυνατοτήτων και εις τα δύο φύλα. Και επιτρέπονται μεν αποκλίσεις από την ανωτέρω αρχήν, αλλά μόνον εφ' όσον τίθενται ευθέως ή προβλέπονται συγκεκριμένως από ειδικήν διάταξιν τυπικού νόμου και δικαιολογούνται εξ αποχρώντων λόγων αναφερομένων είτε εις την ανάγκην μεγαλυτέρας προστασίας της γυναικός και μάλιστα εις τα θέματα της μητρότητος, του γάμου και της οικογενείας είτε εις βιολογικάς διαφοράς επιβαλλούσας την λήψιν ιδιαιτέρων μέτρων ή διάφορον μεταχείρισιν εν όψει του αντικειμένου της υπό ρύθμισιν σχέσεως, πάντοτε δε εντός των ακραίων ορίων, πέραν των οποίων η ρύθμισις αντίκειται εις το κοινόν περί δικαίου αίσθημα (Σ.Ε. 4325/88, 3552/92 κ.α.).
6. Επειδή, δια της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως εγένετο δεκτόν ότι ο ήδη αναιρεσίβλητος δια της από 12.12.1985 αιτήσεώς του εζήτησε παρά του ΙΚΑ την συνταξιοδότησίν του λόγω θανάτου της συζύγου του, συνταξιούχου λόγω αναπηρίας του ΙΚΑ, η οποία είχεν αποβιώσει την 9.10.1969. Το αίτημά του απερρίφθη αρχικώς δια της υπ' αριθ. 15507/22.9.1986 αποφάσεως του διευθυντού του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του Ιδρύματος και ακολούθως δια της υπ' αριθ.
1751/113/1986 αποφάσεως της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ιδίου Υποκαταστήματος, επί τη αιτιολογία ότι δεν συνέτρεχον εις την περίπτωσιν του αι τασσόμεναι υπό του άρθρου 28 παρ. 6 περ. α' του αν.ν. 1846/1951 προϋποθέσεις και συγκεκριμένως, διότι ούτος δεν ήτο ανάπηρος, κατά την διαπίστωσιν της αρμοδίας υγειονομικής επιτροπής, κατά τον χρόνον θανάτου της συζύγου του, ούτε άπορος, η δε συντήρησίς του δεν εβάρυνε κυρίως την θανούσαν. Το εκδόν την αναιρεσιβαλλόμενην απόφασιν δικαστήριον δεχθέν ότι η διάταξις του άρθρου 28 παρ. 6 περ. α' του αν.ν. 1846/1951, καθ' ο μέρος έτασσε προσθέτους προϋποθέσεις δια την χορήγησιν συντάξεως εις τον χήρον σύζυγον λόγω θανάτου της συνταξιοδοτουμένης λόγω αναπηρίας συζύγου του ήτο ανίσχυρος κατά τον χρόνον υποβολής της αιτήσεως του αναιρεσιβλήτου, ως αντικειμένη εις το άρθρον 4 παρ. 2 του Συντάγματος, έχον αποκτήσει πλήρη ισχύν από 1.1.1983, ότε έληξεν η μεταβατική περίοδος του άρθρου 116 παρ. 1 του Συντάγματος, έκρινεν ότι ούτος δικαιούται συνταξιοδοτήσεως από 12.12.1985 και εφεξής. Η κρίσις όμως αύτη του δικάσαντος Πρωτοδικείου δεν είναι νόμιμος, διότι, πέραν του ότι κατά τον κρίσιμον εξ απόψεως εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος χρόνον της επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου, ο οποίος συμπίπτει εν προκειμένω με την ημερομηνίαν θανάτου της συζύγου του αναιρεσιβλήτου (9.10.1969), δεν ίσχυε το Σύνταγμα του έτους 1975, η κατά παράβασιν του άρθρου 4 παρ. 2 του Συντάγματος τούτου θέσπισις ευνοϊκωτέρων προϋποθέσεων συνταξιοδοτήσεως των γυναικών, συζύγων ησφαλισμένων ή συνταξιούχων, εν σχέσει προς τους άνδρας κατά το άρθρον 28 παρ.
6 του αν.ν. 1846/1951, ως ετροποποιήθη δια του άρθρου 5 παρ. 3 του ν.δ.
4104/1960, συνεπαγομένη τον αποκλεισμόν της εφαρμογής των διατάξεων τούτων επί των γυναικών, δεν θα ηδύνατο πάντως να οδηγήση εις την επέκτασίν των επί των ανδρών, συζύγων θανουσών συνταξιούχων του ΙΚΑ, διότι τούτο θα απετέλει ανεπίτρεπτον επέμβασιν του δικαστού εις τα έργα της νομοθετικής εξουσίας (πρβλ. ΣΕ 4688/87, 4325/88, 3552/92 κ.α.). Δια τον λόγον δε τούτον, εμμέσως προβαλλόμενον δια της υπό κρίσιν αιτήσεως, καθίσταται αναιρετέα η προσβαλλομένη απόφασις, η δε υπόθεσις πρέπει να παραπεμφθεί εις το εκδόν ταύτην δικαστήριον προς νέαν νόμιμον κρίσιν.
7. Επειδή, εν όψει των περιστάσεων της παρούσης υποθέσεως, το δικαστήριον κρίνει ότι ο αναιρεσίβλητος πρέπει να απαλλαγή της δικαστικής δαπάνης του αιτούντος Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κατ' άρθρον 39 παρ. 1 του ν.δ. 170/1973 (άρθρον 39 παρ "α-ατου π.δ. 18/1989).
Διά ταύτα
Δέχεται την υπό κρίσιν αίτησιν.
Αναιρεί την υπ' αριθ. 2167/1988 απόφασιν του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, εις το οποίον και παραπέμπει την υπόθεσιν κατά τα εν τω σκεπτικώ. Διατάσσει την απόδοσιν του παραβόλου. Και Απαλλάσσει τον αναιρεσίβλητον της δικαστικής δαπάνης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου 1996 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 24ης Ιουνίου 1996.
Ο Πρόεδρος του Α Τμήματος Η Γραμματέας του Α Τμήματος