Έτος
2010
Νόμος / διάταξη που αφορά
Άρθρο 26 Π.Δ. 169/2007
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Μόνιμοι στρατιωτικοί υπάλληλοι - δικαίωμα καταβολής σύνταξης
Σημασία απόφασης
Μη αποδοχή της επεκτατικής ισότητας. Αναδίπλωση της νομολογίας.

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ Τμήμα ΣΤ΄

Με μέλη τους: Δημητρούλα Μαυρομμάτη, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Γεώργιο Σκουλούδη και Ειρήνη Νάνου-Σκένδερη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Καλλιόπη Κοκκίνη, δικαστική υπάλληλο, συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 27 Σεπτεμβρίου 2010, για να δικάσει την από 8 Ιανουαρίου 2007 (αριθμ. καταχ. ΑΒΕΜ 47/8-1-2008) αίτηση ακυρώσεως

των: 1) ....................... και 2) ................................, κατοίκων Θεσσαλονίκης, οι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Αναστάσιο Παπαγγέλου, τον οποίο έχουν διορίσει με πληρεξούσιο

κατά του Υπουργού Εσωτερικών, που παραστάθηκε με τον Πάρεδρο του ΝΣΚ Περικλή Αγγέλου.

Κατά τη δημόσια συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε: τον εισηγητή της υπόθεσης, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, Γεώργιο Σκουλούδη, που διάβασε τη σχετική έκθεσή του, εξέθεσε τα ζητήματα που προκύπτουν και ανέπτυξε τη γνώμη του γι΄ αυτά, τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αιτούντων, που ανέπτυξε και προφορικά τους λόγους ακύρωσης και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, καθώς και τον εκπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησε αντίθετα, να απορριφθεί η αίτηση.

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού μελέτησε τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις, αποφασίζει τα εξής:

1. Επειδή για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ΄ αριθμ. 2952071 και 4012720/8-1-2008 ειδικά έντυπα παραβόλου).

2. Επειδή με την αίτηση αυτή ζητείται από τους αιτούντες Αρχιφύλακας της Ελληνικής Αστυνομίας ο πρώτος και Ανθυπαστυνόμος της Ελληνικής Αστυνομίας ο δεύτερος να ακυρωθούν οι υπ΄ αριθμ. 238842/12/6-1/19-11-2007 και 238869/8/1-α΄/29-10-2007 αποφάσεις του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας με τις οποίες απορρίφθηκαν οι από 12-11-2007 αιτήσεις των αιτούντων για υπαγωγή τους στο ευνοϊκό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό ρυθμιστικό πλαίσιο των γυναικών τριτέκνων.

3. Επειδή στο άρθρο 4 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. 2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις….». Εξάλλου στο άρθρο 26 του π.δ/τος 169/2007 «Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο με τον τίτλο «Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων» των διατάξεων που ισχύουν για την απονομή των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων» (Α, 210) ορίζονται τα εξής: «1. Ο μόνιμος στρατιωτικός δικαιούται σύνταξη: α) Αν απομακρυνθεί με οποιονδήποτε τρόπο υπό τις τάξεις και έχει εικοσιπενταετή τουλάχιστον συντάξιμη υπηρεσία από την οποία δεκαπενταετή πραγματική. Για τις μητέρες στρατιωτικούς γενικά, οι οποίες έχουν καταταγεί μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1982 και είναι χήρες με άγαμα παιδιά ή διαζευγμένες με άγαμα παιδιά ή άγαμες μητέρες με άγαμα παιδιά καθώς και για γυναίκες που είναι έγγαμες, αρκεί η συμπλήρωση δεκαπενταετούς πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 1992 και για όσες συμπληρώνουν τη δεκαπενταετία από την 1η Ιανουαρίου 1993 και μετά προστίθεται ένα εξάμηνο για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση δεκαεπτά (17) ετών και έξι (6) μηνών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας. Κατ΄ εξαίρεση για τις γυναίκες στρατιωτικούς γενικά, οι οποίες έχουν τρία τουλάχιστον παιδιά, καθώς και για τους άνδρες στρατιωτικούς, οι οποίοι έχουν τρία τουλάχιστον παιδιά και είναι χήροι ή διαζευγμένοι, εφόσον οι τελευταίοι έχουν με δικαστική απόφαση την επιμέλεια των ανήλικων ή ανίκανων παιδιών, αρκεί εικοσαετής πλήρης πραγματική συντάξιμη υπηρεσία ανεξάρτητα από το χρόνο κατάταξής τους….».

4. Επειδή η εν λόγω διάταξη του άρθρου 26 του π.δ/τος 169/2007 που αποδίδει διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 1854/1951 όπως διαμορφώθηκαν περαιτέρω με τα άρθρα 3 ν.δ. 626/1970, 6 ν. 1813/88, 1/1976/91 και 19 ν. 2084/92, προβλέπει κατ΄ απόκλιση του γενικώς ισχύοντος για άνδρες και γυναίκες ασφαλισμένους στρατιωτικούς συστήματος ρυθμίσεως ως προς το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης ότι, ειδικώς εκείνες οι γυναίκες ασφαλισμένες, που πληρούν τις εξαιρετικές προϋποθέσεις της εν λόγω διάταξης, δικαιούνται πρόωρης σύνταξης με τη συμπλήρωση μειωμένου χρόνου πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας. Η διάταξη αυτή με το προεκτεθέν περιεχόμενό της, παρίσταται ως εξαιρετική με συνέπεια τυχόν κρίση, περί αντίθεσής της προς το Σύνταγμα να οδηγεί αναγκαίως σε μη εφαρμογή της στην ειδική κατηγορία προσώπων, στην οποία αφορά και όχι στην επέκταση της εφαρμογής της και σε άλλες γενικές ή ειδικές κατηγορίες προσώπων, τις οποίες ούτε κατά το γράμμα της ούτε κατά την έννοια της διέπει. Επομένως η προβολή της αντίθεσής της προς το Σύνταγμα από άρρενα εργαζόμενο, ο οποίος επιδιώκει κατ΄ επίκληση της αντισυνταγματικότητας αυτής σε επέκταση της εφαρμογής της και στον ίδιο είναι αλυσιτελής, αφού δεν θα οδηγήσει στο επιδιωκόμενο από αυτόν αποτέλεσμα της επεκτατικής εφαρμογής (προβλ. Ολομ. ΣτΕ 1580/2010).

5. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Οι αιτούντες υπέβαλαν τις από 5-1-2008 και 15-1-2008 αιτήσεις τους προς τη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας ζήτησαν κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας και της ισονομίας να υπαχθούν στο ευνοϊκό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό ρυθμιστικό πλαίσιο των γυναικών τριτέκνων, να δικαιωθούν δηλαδή σύνταξης με εικοσαετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία ως έχοντες τρία παιδιά, όπως κατ΄ εξαίρεση δικαιούνται και οι γυναίκες στρατιωτικοί. Οι ως άνω αιτήσεις των αιτούντων απορρίφθηκαν με τις προσβαλλόμενες πράξεις στις οποίες γίνεται η επίκληση της υπ΄ αριθμ. 8010/1/57/3-7-2006 εγκυκλίου Διαταγής του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας στην οποία αναγράφονται οι προϋποθέσεις δικαιώματος σύνταξης, οι οποίες δεν καλύπτονται από τους αιτούντες. Ενόψει τούτων, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη η απόρριψη του αιτήματος των αιτούντων ήταν νόμιμη τα υποστηριζόμενα για το αντίθετο είναι αβάσιμα και απορριπτέα.

6. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Οι αιτούντες υπέβαλαν τις από 12-11-2007 αιτήσεις τους προς τη Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας με τις οποίες ζήτησαν, κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας και της ισονομίας, να υπαχθούν στο ευνοϊκό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό ρυθμιστικό πλαίσιο των γυναικών τριτέκνων, να δικαιωθούν δηλαδή σύνταξης με εικοσαετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία ως έχοντες τρία παιδιά, όπως κατ΄ εξαίρεση δικαιούνται και οι γυναίκες στρατιωτικοί. Οι ως άνω αιτήσεις των αιτούντων απορρίφθηκαν με τις προσβαλλόμενες πράξεις στις οποίες γίνεται η επίκληση της υπ΄ αριθμ. 8010/1/57/3-7-2006 εγκυκλίου Διαταγής του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας στην οποία αναγράφονται οι προϋποθέσεις δικαιώματος σύνταξης, οι οποίες δεν καλύπτονται από τους αιτούντες. Ενόψει τούτων, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη η απόρριψη του αιτήματος των αιτούντων ήταν νόμιμη, τα υποστηριζόμενα για το αντίθετο είναι αβάσιμα και απορριπτέα.

7. Επειδή με το από 27-9-2010 υπόμνημα προβάλλεται από τους αιτούντες ότι στις διατάξεις του ήδη αντικατασθέντος και ισχύοντος από 1-1-2011 με το νέο περιεχόμενο τρίτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 26 του π.δ/τος 169/2007 με το άρθρο 6 παρ. 1β του ν. 3865/2010 (Α΄ 120) αναφέρεται ότι: «Κατ΄ εξαίρεση για τους στρατιωτικούς γενικά που έχουν τρία τουλάχιστον παιδιά αρκεί η συμπλήρωση εικοσαετούς πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, η οποία αυξάνεται κατά ένα έτος για όσους συμπληρώνουν την εικοσαετία εντός του έτους 2011….» με αποτέλεσμα να απαιτείται εικοσαετία προς θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για τους στρατιωτικούς γενικά που έχουν τρία παιδιά άνευ διακρίσεως των αρρένων και των θηλέων, των μητέρων και των πατέρων. Ο λόγος όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί, διότι ανεξαρτήτως του αν προβάλλεται παραδεκτώς με το ως άνω υπόμνημα και ανεξαρτήτως του αν με βάση τις νέες αυτές διατάξεις θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα των αιτούντων, με τις ισχύουσες διατάξεις κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος δεν θεμελίωναν, όπως προεκτέθηκε, δικαίωμα συνταξιοδότησης.

7. Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση, να περιέλθει στο Δημόσιο το παράβολο που κατατέθηκε (άρθρο 36 παρ. 4 του π.δ. 18/1989), να απαλλαγούν όμως οι αιτούντες, κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων, από τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρα 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ. και 4 παρ. 1 περίπτ. στ΄ του ν. 702/1977).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την αίτηση ακυρώσεως.