Έτος
2007
Νόμος / διάταξη που αφορά
αρθ 63 ν. 1892/990, αρθ 21 Σ, , αρθ 8&14 ΕΣΔΑ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Γυναίκες / προνοιακά επιδόματα

 

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιανουαρίου 2006, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Δ. Μπριόλας, Δ. Μαρινάκης, Γ. Σγουρόγλου, Σπ. Μαρκάτης, Σύμβουλοι, Β. Ανδρουλάκης, Στ. Κτιστάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Ιωαννίδου. 
Για να δικάσει την από 10 Ιουνίου 2005 αίτηση:  της ............, κατοίκου Αθηνών (οδός ............ αριθ. ...), η οποία δεν παρέστη, αλλά η δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,  κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία « Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων» (Ο.Γ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Πατησίων αριθ. 30), το οποίο παρέστη με τον Θεόδωρο Ράπτη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. 
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ` αριθ. 57/18.03.2005 απόφαση της Επιτροπής Εκδικάσεως Ενστάσεων του Ο.Γ.Α. και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη. 
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου, Β. Ανδρουλάκη. 
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσίβλητου Οργανισμού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως. 
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και 
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα 
Σκέφθηκε κατά το Νόμο 
1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (2425965, 1708801/2005 ειδικά έντυπα γραμμάτια παραβόλου), ζητείται η ακύρωση της 57/18-3-2005 αποφάσεως της Επιτροπής Εκδικάσεως Ενστάσεων του Ο.Γ.Α. με την οποία απορρίφθηκε ένσταση της αιτούσης κατά της 200018/24-1-2005 αποφάσεως του Προϊσταμένου του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του καθ` ου Οργανισμού. Με την τελευταία απόφαση είχε απορριφθεί αίτημα της αιτούσης για την καταβολή του επιδόματος πολυτέκνου, που προβλέπεται από τον ν. 1892/1990, με την αιτιολογία ότι ούτε αυτή ούτε τα παιδιά της έχουν την ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ή είναι ελληνικής καταγωγής πρόσφυγες. 
2. Επειδή, στο άρθρο 63 του ν. 1892/1990 (Α` 101) ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί καταβάλλεται ... μηνιαίο επίδομα ... 2 ... 3. Στη μητέρα που θεωρείται πολύτεκνη κατά το Ν. 1910/1944, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μέχρι σήμερα, καταβάλλεται μηνιαίο επίδομα ... για κάθε άγαμο τέκνο της ηλικίας μέχρι είκοσι τριών ετών ... 4. Στη μητέρα που δεν δικαιούται πλέον το επίδομα της προηγούμενης παραγράφου χορηγείται ισόβια σύνταξη ...». Ακολούθως, με την κυρωθείσα με την παρ. 9 του άρθρου 9 του ν. 2008/1992 (Α` 16), Για/440/7-2-1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β` 90), καθορίστηκαν οι λεπτομέρειες της διαδικασίας χορηγήσεως των επιδομάτων και της ισόβιας σύνταξης που προβλέπονταν από τον πιο πάνω ν. 1892/1990. Ειδικότερα, στο άρθρο 2 της εν λόγω κοινής υπουργικής αποφάσεως ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Δικαιούχοι των επιδομάτων και της ισόβιας σύνταξης που προβλέπονται από το άρθρο 63 του Ν. 1892/90 είναι: α) Του επιδόματος της παρ. 1 και 2 η μητέρα που έχει ή αποκτά τρίτο παιδί υπό την προϋπόθεση όμως, ότι για την λήψη του επιδόματος πρέπει όλα τα παιδιά να έχουν ή να αποκτήσουν την Ελληνική υπηκοότητα. Σε περίπτωση τέκνου που αποκτήθηκε χωρίς νόμιμο γάμο, η μητέρα του να έχει την Ελληνική υπηκοότητα ή να είναι Ελληνίδα το γένος. β) ...». Περαιτέρω, στην παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2163/1993 (Α` 125) ορίσθηκε ότι: «Την ισόβια σύνταξη ... δικαιούνται και όσες μητέρες δεν θεωρούνται πολύτεκνες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 1920/1944, ..., υπό την προϋπόθεση να έχουν την ελληνική υπηκοότητα ή να είναι ελληνικής καταγωγής πρόσφυγες και στις δύο δε περιπτώσεις να μένουν μόνιμα στην Ελλάδα και να είχαν ή να έχουν τέσσερα τουλάχιστον στη ζωή τέκνα ...» και στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου ότι: «Τα τέκνα τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τη θεμελίωση του δικαιώματος λήψεως των παροχών των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, ..., απαιτείται να έχουν την ελληνική υπηκοότητα». Εξ άλλου, στην παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 2459/1997 (Α` 17) ορίστηκε ότι: «Ως πολύτεκνοι αναγνωρίζονται οι πολίτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατοικούν ή εργάζονται στην Ελλάδα ... με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που αναγνωρίζονται οι Έλληνες πολίτες σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του ν. 1910/1944 ...» και στην παρ. 6 του αυτού άρθρου ότι: «Τα επιδόματα που προβλέπονται από τις διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 ... και του άρθρου 2 του ν. 2163/1993 ... παρέχονται και στους κατά τα ανωτέρω αναγνωριζόμενους ως πολύτεκνους υπηκόους των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που προβλέπονται και για τους Ελληνες υπηκόους ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 11 του ν. 2819/2000 (Α` 84) προβλέπονται τα εξής: «α. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 ... της Γ1α/440/91 ... κοινής υπουργικής απόφασης που κυρώθηκε με το ν. 2008/1992 … και το άρθρο 3 του ν. 2163/1993  όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2459/1997 ... έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους υπηκόους των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. β. Οι διατάξεις που ισχύουν για τους Έλληνες πολίτες και τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την αναγνώριση της πολυτεκνικής ιδιότητας, απονομής πολυτεκνικών επιδομάτων, επιδόματος τρίτου παιδιού και ισόβιας πολυτεκνικής σύνταξης, εφαρμόζονται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και στους υπηκόους των χωρών που εντάσσονται στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο ...». Τέλος, στην παρ. 1 του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 «Περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί προστασίας πολυτέκνων» (Α` 229), που κυρώθηκε με την 303/1946 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (Α` 182), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 860/1979 (Α` 2), ορίζονται τα εξής: «Πολύτεκνοι υπό την έννοιαν του παρόντος νόμου είναι οι γονείς οι έχοντες τέσσερα τουλάχιστον ζώντα τέκνα εκ νομίμου γάμου ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ...». 
 3. Επειδή, οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, οι οποίες θεσπίζουν παροχές όπως το επίδομα και η σύνταξη πολύτεκνης μητέρας, δεν εμπίπτουν στην κατά το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 702/1977 (Α` 268) νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως. Επομένως, η άρνηση ή παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του Ο.Γ.Α. να χορηγήσουν τις παραπάνω παροχές δεν υπόκειται σε προσφυγή, ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων αλλά σε αίτηση ακυρώσεως, για την εκδίκαση της οποίας αρμόδιο είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας και ειδικότερα το Α` Τμήμα αυτού, διότι πρόκειται για διαφορά που ανακύπτει από την εφαρμογή νομοθεσίας περί κοινωνικής προστασίας γενικώς (άρθρο 1 περ. α` π.δ. 361/2001, Α` 244. Βλ. Σ.τ.Ε. 468/2005 επταμ.). 
4. Επειδή, στο άρθρο 21 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Εθνους, καθώς και ο γάμος και η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους. 2. Πολύτεκνες οικογένειες, ... έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος. 3... 5. [όπως η παρ. αυτή προστέθηκε με το από 6-4-2001 Ψήφισμα της Βουλής των Ελλήνων - Α` 84] Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους». 
5. Επειδή, στην κυρωθείσα με το ν.δ. 3989/1959 (Α` 201), σύμβαση της Γενεύης του έτους 1951 για το καθεστώς των προσφύγων, περιέχεται Kεφάλαιο IV που τιτλοφορείται «Κοινωνική Πρόνοια» (άρθρα 20 έως 24). Στο άρθρο 23 του παραπάνω κεφαλαίου ορίζονται τα εξής: «Αι συμβαλλόμεναι Χώραι θα επιφυλάσσουν εις τους νομίμως διαμένοντας επί του εδάφους αυτών πρόσφυγας μεταχείρισιν οίαν και εις τους υπηκόους αυτών, όσον αφορά την υπό του Δημοσίου παρεχομένην πρόνοιαν και συνδρομήν». Εξ άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 28 του ισχύοντος Συντάγματος, η παραπάνω Σύμβαση έχει, από της κυρώσεώς της δια νόμου, αυξημένη τυπική ισχύ και υπερισχύει από κάθε αντίθετη διάταξη νόμου (πρβ. Σ.τ.Ε. 3103/1997). 
6. Επειδή, κατά την έννοια των προμνημονευθεισών διατάξεων του άρθρου 21 του Συντάγματος η πρόνοια για τις πολύτεκνες οικογένειες εκδηλούται εν όψει της ανάγκης «συντηρήσεως και προαγωγής» του ελληνικού έθνους και συνεπώς δεν αναφέρεται, κατ` αρχήν, σε οικογένειες αλλοδαπών οι οποίοι διαβιούν στην Ελλάδα (πρβ. Σ.τ.Ε. 1489/2006). Εξ άλλου, οι παροχές που θεσπίζονται με το άρθρο 63 του ν. 1892/1990 αποτελούν μέτρα με τα οποία, κατ` εξοχήν, πραγματώνεται η κατά το Σύνταγμα ειδική κρατική φροντίδα υπέρ των πολυτέκνων και έχουν χαρακτήρα κινήτρου προς δημιουργία πολυτέκνων οικογενειών, με σκοπό την αντιμετώπιση του οξέος δημογραφικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η Χώρα (όπως συνάγεται από την εισηγητική έκθεση του παραπάνω νόμου και τα σχετικά πρακτικά συνεδριάσεων της Βουλής - βλ. Σ.τ.Ε. 1095/2001). Εν όψει των ανωτέρω, η καθιέρωση της ελληνικής ιθαγένειας για τα τέκνα που συγκροτούν την έννοια της «πολύτεκνης οικογένειας», ή της ελληνικής ιθαγένειας ή της ελληνικής καταγωγής της μητέρας (αναλόγως των διακρίσεων του νόμου), ως προϋποθέσεως για την λήψη των παροχών που προβλέπει το άρθρο 63 του ν. 1892/1990, δεν προσκρούει σε καμία συνταγματική διάταξη ή αρχή (πρβ. Σ.τ.Ε. 1489/2006). Περαιτέρω, και συναφώς προς τα ανωτέρω, ο συντακτικός νομοθέτης δεν απέβλεψε στην προστασία των πολυτέκνων οικογενειών ως κατηγορίας οικονομικώς αδυνάτων ή αναξιοπαθούντων ατόμων αλλά επιδιώκει την προστασία τους για λόγους δημογραφικής πολιτικής (πρβ. Σ.τ.Ε. 1095/2001). Επομένως, εν όψει του χαρακτήρα του εν λόγω επιδόματος ως κινήτρου για την δημιουργία πολυτέκνων οικογενειών, αυτό δεν εμπίπτει στην κατά την Σύμβαση της Γενεύης έννοια των μέτρων «πρόνοιας και συνδρομής» και, κατ` ακολουθίαν, δεν επιβάλλεται από την παραπάνω Σύμβαση η χορήγηση του επιδόματος πολυτέκνου σε αναγνωρισμένη πρόσφυγα η οποία διαμένει νομίμως στην Ελλάδα. Κατά την γνώμη, όμως, του Παρέδρου Β. Ανδρουλάκη, οι νομίμως διαμένοντες στην Ελλάδα αναγνωρισμένοι πρόσφυγες δικαιούνται το επίδομα πολυτέκνου κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23 της Συμβάσεως της Γενεύης και τούτο διότι το εν λόγω επίδομα, στερούμενο ανταποδοτικού χαρακτήρα και ερειδόμενο στο άρθρο 21 του Συντάγματος, έχει και προνοιακό χαρακτήρα, εμπίπτον, επομένως, στην έννοια των μέτρων «πρόνοιας και συνδρομής» περί των οποίων διαλαμβάνει η εν λόγω Σύμβαση στο παραπάνω άρθρο 23. Εξ άλλου, εν όψει του σκοπού της συμβάσεως της Γενεύης, η οποία αποβλέπει στην παροχή προστασίας σε άτομα τα οποία δεν μπορούν να τύχουν οποιασδήποτε μορφής αρωγής από τις αρχές του Κράτους προελεύσεώς τους, για τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 1 της Συμβάσεως, η έννοια των μέτρων πρόνοιας και συνδρομής επιβάλλεται να ερμηνεύεται ευρέως και, επομένως, είναι αδιάφορος, από την εδώ εξεταζόμενη άποψη, ο σκοπός στον οποίο η χορήγηση του επιδόματος πολυτέκνου αποβλέπει (πρβ. Απόφαση Δ.Ε.Κ. της 29ης-10-1998, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελλάδος, C - 158/96, σκ. 34). 
7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την 9135/25709/24-10-1995 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αναγνωρίστηκε η προσφυγική ιδιότητα της (λιβανικής υπηκοότητος) αιτούσης, του σύζυγου της και των τριών τέκνων τους, επειδή στο πρόσωπό τους συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 της Συμβάσεως της Γενεύης και του Πρωτοκόλλου της Νέας Υόρκης του έτους 1967. Ακολούθως, η αιτούσα απέκτησε με τον σύζυγό της άλλα δύο τέκνα (βλ. τις 146/1999 και 74/1997 ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεως του Ληξιαρχείου Αθηνών). Με την 200018/24-1-2005 απόφασή του ο Προϊστάμενος του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του Ο.Γ.Α. απέρριψε αίτημα της αιτούσης να της χορηγηθεί το επίδομα πολύτεκνης μητέρας που προβλέπεται από τον ν. 1892/1990, με την αιτιολογία ότι η αιτούσα στερείται της ιδιότητας του πολυτέκνου, διότι ούτε αυτή ούτε τα τέκνα της έχουν την ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ούτε είναι ελληνικής καταγωγής πρόσφυγες. Ένσταση (ενδικοφανής προσφυγή) της αιτούσης απορρίφθηκε, επίσης, με την προσβαλλομένη 57/18-3-2005 απόφαση της Επιτροπής Εκδικάσεως Ενστάσεων κατά των πράξεων του Προϊσταμένου του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του Ο.Γ.Α. με την αυτή ως άνω αιτιολογία. Κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως η αιτούσα άσκησε την κρινόμενη αίτηση. 
8. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως, προβάλλεται ότι η αιτούσα δικαιούται το επίδομα πολύτεκνης μητέρας κατ` επίκληση του άρθρου 23 της Συμβάσεως της Γενεύης. Ο λόγος αυτός, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στην έκτη σκέψη, δεν είναι βάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Σύμφωνα, όμως, με την γνώμη που μειοψήφησε ο λόγος είναι βάσιμος, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε για τον λόγο αυτόν να γίνει δεκτή και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Διοίκηση για να ερευνηθεί εάν η αιτούσα πληροί τις υπόλοιπες προϋποθέσεις για την χορήγηση του επίδικου επιδόματος. 
9. Επειδή, με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Α` 256) κυρώθηκαν η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το πρόσθετο πρώτο αυτής πρωτόκολλο. Στο άρθρο 8 της εν λόγω συμβάσεως κατοχυρώνεται το δικαίωμα κάθε προσώπου στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής και στο άρθρο 14 αυτής ορίζεται ότι τα αναγνωριζόμενα με την σύμβαση δικαιώματα και ελευθερίες πρέπει να εξασφαλίζονται ασχέτως διακρίσεων λόγω φυλής, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων. Τέλος δε με το άρθρο 1 του πρώτου προσθέτου πρωτοκόλλου προστατεύεται η περιουσία κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου. 
10. Επειδή, εν όψει του χαρακτήρα του επίδικου επιδόματος πολύτεκνης μητέρας και, ιδίως, λόγω του μη ανταποδοτικού χαρακτήρα του (πρβ. απόφαση επί του παραδεκτού του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της 3ης Οκτωβρίου 2000, Wessels - Bergervoet κατά Ολλανδίας), αυτό δεν εμπίπτει στην κατά το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έννοια της περιουσίας. Εξ άλλου, με τις μνημονευθείσες στην δεύτερη σκέψη διατάξεις των παρ. 1 και 4 του άρθρου 3 του ν. 2163/1993 (με τις οποίες ως προϋπόθεση καταβολής του επιδόματος τίθεται η ελληνική ιθαγένεια των τέκνων ή της μητέρας ή η ελληνική καταγωγή της τελευταίας) δεν παραβιάζεται το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεδομένου ότι με τις παραπάνω νομοθετικές διατάξεις τίθεται μια αντικειμενική προϋπόθεση για την χορήγηση του επιδόματος και της σύνταξης της πολύτεκνης μητέρας και δεν επιχειρείται διάσπαση της οικογενειακής ζωής, ούτε τίθεται εμπόδιο στην δημιουργία οικογένειας (πρβ. Σ.τ.Ε. 1489/2006). Τέλος, δεν παραβιάζεται ούτε το άρθρο 14 της παραπάνω Συμβάσεως δεδομένου ότι η διάκριση ημεδαπών και αλλοδαπών, ως προς την χορήγηση του επιδίκου επιδόματος, στηρίζεται στο αντικειμενικό και εύλογο, στην προκειμένη περίπτωση, κριτήριο της ιθαγένειας.  
11. Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου ακυρώσεως η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί. 
 
12. Επειδή, το δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει την αιτούσα από την δικαστική δαπάνη του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 εδ. β` του π.δ. 18/1989 (Α` 8). 
Διά ταύτα 
Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση ακυρώσεως.