3) Εκούσια απαγωγή αρ. 328 Π.Κ.

Η οικογενειακή τάξη είναι το προστατευόμενο αγαθό του άρ. 328 του Π.Κ το οποίο ορίζει ότι «όποιος απάγει ή κατακρατεί με σκοπό το γάμο ή την ακολασία άγαμη και ανήλικη κόρη με τη θέλησή της χωρίς όμως τη συγκατάθεση των προσώπων που την έχουν στην εξουσία τους ή που έχουν σύμφωνα με το νόμο δικαίωμα να φροντίζουν το πρόσωπό της, τιμωρείται, αν τέλεσε την πράξη αυτή με σκοπό το γάμο, με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, αν με σκοπό την ακολασία, με φυλάκιση».

Το θύμα είναι άγαμη και ανήλικη κόρη η οποία απάγεται μεν με τη θέλησή της, αλλά χωρίς τη συγκατάθεση των προσώπων που την έχουν στην εξουσία τους ή που έχουν σύμφωνα με το νόμο δικαίωμα να φροντίζουν το πρόσωπό της. Νομικό αντικείμενο είναι το δικαίωμα των προσώπων που έχουν τη φροντίδα της ανήλικης.

Από την ανάγνωση του νομολογιακού υλικού συμπεραίνεται ότι το έγκλημα της εκούσιας απαγωγής συμβαίνει κυρίως σε αγροτικές περιοχές με δράστες ώριμους άνδρες και θύματα νεαρές γυναίκες. Κύριος σκοπός των ανδρών δραστών είναι η ακολασία αφού η πλειονότητα αυτών είναι έγγαμοι.

Από το νομολογιακό υλικό εξαιρετικό ενδιαφέρον παραουσιάζει η με αρ. 576/2005 απόφαση του Εφετείου Πατρών η οποία έκανε δεκτή αγωγή μητέρας για προσβολή προσωπικότητας της ανήλικης κόρης της η οποία είχε απαχθεί με τη θέλησή της. Επειδή η απόφαση αυτή είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παρατίθεται απόσπασμά της: «Από τις αρχές του έτους 1997 ο εναγόμενος, ηλικίας τότε 25 ετών, συνήψε ερωτική σχέση με την ηλικίας τότε 14 ετών Μ.Τ., θυγατέρα της ενάγουσας και παρά την αντίθεση των γονέων της που ασκούσαν τη γονική μέριμνα αυτής, την επιβίβαζε στο αυτοκίνητο του και την οδηγούσε σε διάφορες ερημικές τοποθεσίες με σκοπό την ακολασία και ενεργούσε επ` αυτής ασελγείς πράξεις και ερχόταν και σε συνουσία μαζί της. Αποτέλεσμα των σχέσεων αυτής με τον εναγόμενο ήταν να απουσιάζει από το σχολείο της πηγαίνοντας μαζί του κατά τις ώρες των μαθημάτων της και έτσι κατά τη σχολική εκείνη περίοδο σημείωσε 191 συνολικά απουσίες. Οι γονείς της προσπαθούσαν να τη συνετίσουν και να την απομακρύνουν από τον εναγόμενο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα και μάλιστα δημιουργήθηκε έκρυθμη κατάσταση στην οικογένεια και η ανήλικη ήλθε σε σύγκρουση με τους γονείς της. Τελικώς οι γονείς βλέποντας ότι η θυγατέρα τους είχε γίνει πειθήνιο όργανο στα χέρια του εναγομένου και είχε απορρίψει εντελώς τους γονείς της, των οποίων μάλιστα ήθελε και τον θάνατο όπως είχε σημειώσει στο σχετικό ημερολόγιο της που προσκομίζεται, αναγκάστηκαν αφενός να υποβάλουν μηνύσεις κατά του εναγομένου και αφετέρου η ενάγουσα πήρε τη θυγατέρα της το έτος 1998 και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, προκειμένου να απομακρυνθεί από τον εναγόμενο. Κατόπιν των ανωτέρω μηνύσεων ο εναγόμενος καταδικάστηκε δύο φορές για εκούσια απαγωγή και για αποπλάνηση της ανήλικης με τις υπ` αρθ. 2041/1997 και 437/1999 αποφάσεις του Τριμελούς Πλημ/κείου Αγρινίου και του επιβλήθηκε συνολική ποινή φυλακίσεως 18 μηνών στην πρώτη περίπτωση και 15 μηνών στη δεύτερη περίπτωση. Από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγομένου προσβλήθηκε ευθέως το βασικό οικογενειακό δικαίωμα της ενάγουσας να ασκεί τη γονική μέριμνα της θυγατέρας της και να αποφασίζει για το πρόσωπο της και έτσι προσέβαλε την ενάγουσα στην προσωπικότητα της υπό τη διπλή έννοια που προαναφέρθηκε, γνώριζε δε την αντίθεση των γονέων της ανήλικης στις ενέργειες του, καθώς και την περιέλευσή τους σε αδυναμία να ασκήσουν τη γονική μέριμνα κατά το μέρος που αφορούσε το πρόσωπο της ανήλικης. Από την ως άνω προσβολή της προσωπικότητας της, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη και δικαιούται χρηματική ικανοποίηση, για την αποκατάσταση της οποίας κρίνεται εύλογο το ποσό των 6.000 Ευρώ, λαμβανομένου, κυρίως, υπόψη του είδους και της έντασης της προσβολής, της υπαιτιότητας του εναγομένου και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των διαδίκων».