2) Η ακούσια απαγωγή με σκοπό το γάμο ή την ακολασία αρ. 327 Π.Κ.

Από την ανάγνωση των αποφάσεων δικαστηρίων και βουλευμάτων δικαστικών Συμβουλίων προκύπτει ότι στην πλειονότητά τους οι υποθέσεις ακούσιας απαγωγής αφορούν την ακολασία και όχι το γάμο. Επίσης προκύπτει ότι το έγκλημα της ακούσιας απαγωγής συρρέει με άλλα βαρύτερα εγκλήματα όπως του βιασμού ή της ανθρωποκτονίας. Σε μία περίπτωση το Δικαστήριο του ΑΠ 131/1995 δέχθηκε ότι δεν επρόκειτο για ακούσια αλλά για εκούσια απαγωγή γιατί «…πράγματι είναι δύσκολο  να γίνει πιστευτό ότι η μηνύτρια απήχθην παρά τη θέληση της η ώρα 9 το πρωί, σε πολυσύχναστο δρόμο και υπό την απειλή μαχαιριού, ούτε ότι δεν μπόρεσε ο κατηγορούμενος να την βιάσει, αν πράγματι επεδίωξε κάτι τέτοιο, με την απειλή στιλέτου και ενώ ήταν μαζί της έξι τουλάχιστον ώρες σε ερημικές τοποθεσίες». Σύμφωνα με το σκεπτικό του με αρ. 9/2000 ΒουλΣυμβΠλημ Βόλου «το έγκλημα αυτό (δηλ. της ακούσιας απαγωγής με σκοπό το γάμο ή την ακολασία) είναι διαρκές (βλ. Ιωάν. Δασκαλόπουλο: ΠοινΧρ ΙΕ', σελ. 449, Ηλ. Γαφο: Ποιν.Δικ., τόμος Δ'), θεωρείται τελειωμένο με την απαγωγή ή την παράνομη κατακράτηση της γυναίκας και διαρκεί μέχρι την άρση της κατακρατήσεώς της. Είναι δυνατόν δε να τελεσθεί τόσο από άνδρα όσο και από γυναίκα, πάντοτε όμως εις βάρος γυναίκας ανίκανης να προβάλλει αντίσταση για οποιονδήποτε λόγο (διανοητική-σωματική ατέλεια, μέθη, τύφλωση, νάρκωση), ανεξαρτήτως της ηλικίας και της προσωπικής εν γένει καταστάσεώς της. Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος πληρούται με την απαγωγή της γυναίκας υπό την έννοια της απομακρύνσεώς της από τον τόπο διαμονής και το περιβάλλον της, παρά την αντίθεσή της, η οποία πάντως δεν απαιτείται να εκδηλώνεται με βίαιο τρόπο, ούτε καταλύεται από ενδεχομένη συναίνεσή της (υπό τους όρους, ασφαλώς, της ικανότητας προς παροχή αυτής), η οποία όμως δεν αφορά και στον επιδιωκώμενο σκοπό του δράστη (βλ. Γ.-Α. Μαγκάκης: Ποιν.Δικ. εκδ. 1984, σελ. 232). Εξάλλου, δεν είναι αναγκαία ούτε η εκ μέρους του δράστη χρήση βίας αλλά αρκεί η παραπλάνηση απλώς της απαγομένης, η οποία αγνοώντας τις πραγματικές προθέσεις του πείθεται να τον ακολουθήσει υποβαλλόμενη έτσι στη δική του, ανεμπόδιστη επιρροή».

Η διάταξη του άρ. 327 η οποία προστατεύει τη σεξουαλική ελευθερία της γυναίκας προβλέπει ότι «όποιος με σκοπό το γάμο ή την ακολασία απάγει ή κατακρατεί παράνομα γυναίκα χωρίς τη θέλησή της ή γυναίκα που έχει διαταραγμένη νόηση ή είναι ανίκανη να αντισταθεί λόγω απώλειας της συνείδησης ή διανοητικής ατέλειας ή για άλλο λόγο…». Από το γράμμα της διάταξης προκύπτει ότι θύμα του εγκλήματος της ακούσιας απαγωγής είναι μόνον η γυναίκα η οποία έχει διαταραγμένη νόηση ή δεν μπορεί να προβάλει αντίσταση. Το ίδιο βούλευμα (9/2000 ΣυμβΠλημΒόλου) περιγράφει  χαρακτηριστικά τα στοιχεία του εγκλήματος της ακούσιας απαγωγής με σκοπό το γάμο ή την ακολασία του άρ. 327 Π.Κ. «Οι κατηγορούμενοι από κοινού αποφάσισαν να απαγάγουν την Ε.Μ. χωρίς τη θέλησή της και να την οδηγήσουν σε μέρος διαφορετικό από το γνώριμο περιβάλλον της ούτως ώστε να βρεθεί υπό την απόλυτη επιρροή τους με σκοπό την ακολασία. Αμφότεροι εγνώριζαν την ανικανότητά της να αντισταθεί λόγω της σωματικής της μειονεξίας, η οποία επιτάθηκε από τη διατάραξη των νοητικών της λειτουργιών λόγω της κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας ισχυρού αλκοολούχου ποτού (τσίπουρο) που οι ίδιοι της προσέφεραν και την εκμεταλλεύθηκαν στο έπακρο προκειμένου να την επιβιβάσουν στο αυτοκίνητο του Α.Β. αντίθετα προς τη θέλησή της. Προκειμένου μάλιστα να είναι βέβαιοι για την επίτευξη του εγκληματικού τους σκοπού οι κατηγορούμενοι δεν αρκέσθηκαν στην εκμετάλλευσή της για τους προαναφερθέντες λόγους αδυναμίας αντιστάσεως της παθούσας, αλλά δημιούργησαν τεχνηέντως συνθήκες οικείας ατμόσφαιρας (χαριεντιζόμενοι και λέγοντας "σόκιν" ανέκδοτα), ικανής σε κάθε περίπτωση να την παραπλανήσει ως προς τους πραγματικούς σκοπούς τους».