1) Παιδοκτονία
Από την ανάγνωση των αποφάσεων και βουλευμάτων που αφορούν υποθέσεις παιδοκτονίας προκύπτει ότι το έγκλημα της παιδοκτονίας διαπράττεται συνήθως από ανήλικες δράστιδες οι οποίες κατοικούν σε αγροτικές περιοχές και διώκονται από αισθήματα ντροπής και ενοχής για την εγκυμοσύνη τους. Οι δράστιδες των παιδοκτονιών αντιμετωπίζουν την οικογενειακή απομόνωση και την κοινωνική περιθωριοποίηση. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα του με αρ. 3/1994 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Άρτας το οποίο περιγράφει ανάγλυφα το κοινωνικό «αμάρτημα» της δράστιδας «... [η οποία] διακατεχόμενη… από φόβο και αγωνία για την αναμενόμενη οργή των γονέων της και την ντροπή απέναντι στη μικρή κοινωνία του χωριού της και ευρισκόμενη ακόμα υπό την επήρεια των διεγερτικών διαταραχών του θυμικού της εκ της επωδύνου κυήσεώς της αλλά και της υπερδιέγερσης του οργανισμού της κατά την κύηση, αποφάσισε να θανατώσει το τέκνο της, μέσα στην απέλπιδα προσπάθειά της να αποσιωπήσει το αμάρτημά της έναντι των γονέων της και της κοινωνίας που ζούσε».
Ένα άλλο κοινό σημείο των υποθέσεων παιδοκτονίας είναι ότι οι δράστιδες εγκαταλείπουν το νεογνό αβοήθητο σε χώρο απόμακρο και ακατάλληλο (φρεάτιο τουαλέτας, χαράδρα, πεπαλαιωμένη αποθήκη κλπ) όπου το νεογνό εκτεθειμένο στις καιρικές συνθήκες και χωρίς την απαραίτητη φροντίδα, εγκαταλελειμμένο αποβιώνει. Το παρακάτω απόσπασμα του με αρ. 3 ΒουλΣυμβΠλημ Άρτας είναι αποκαλυπτικό: «…η ιατρική πραγματογνωμοσύνη έδειξε πως το παιδί γεννήθηκε ζωντανό και εξέπνευσε 2 ώρες μετά τον τοκετό λόγω της εκθέσεώς του χωρίς καμιά φροντίδα στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν την ημέρα εκείνη».
Επιπλέον όλες οι δράστιδες γεννούν μόνες το παιδί τους χωρίς την υποστήριξη και την παρουσία κάποιου συγγενούς (βλ. ΒούλΣυμβΠλημΆρτας 3/1994 «…ευρισκόμενη μόνη στο σπίτι της, γέννησε μόνη της, μέσα στην τουαλέτα του σπιτιού της, ένα ζωντανό, αρτιμελές αγοράκι. Στη συνέχεια, έκοψε με τα ίδια της τα χέρια τον ομφάλιο λώρο», Βούλ4/1999 ΣυμβΠλημΦλωρίνης…Η δράστις, σε κάποιο χρονικό σημείο, όταν ένιωσε την έναρξη των ωδίνων του τοκετού, επωφελούμενη από τη συγκέντρωση όλων των συγγενών στην αυλή του σπιτιού και των διαφόρων ενασχολήσεών τους, μπήκε στην τουαλέτα του σπιτιού, όπου γέννησε ένα κοριτσάκι, και έκοψε η ίδια τον ομφάλιο λώρο. Στη συνέχεια, αφού καθάρισε όλο τον χώρο από τα αίματα και πέταξε τον πλακούντα, τύλιξε το νεογνό σε μια πετσέτα του μπάνιου και πήγε και το εναπόθεσε αβοήθητο κάτω από τη σκάλα παρακείμενης πεπαλαιωμένης αποθήκης, η πρόσβαση στην οποία ήταν δυσχερής»).
Το έγκλημα διαπράττεται κατά τη διάρκεια της διατάραξης του οργανισμού των μητέρων δράστιδων από τον τοκετό χωρίς συνεργό με εξαίρεση την υπόθεση του με αρ. 357/1990 Βουλ ΣυμβΠλημΝαυπλίου όπου «…η δράστις, Σουηδή υπήκοος, γέννησε στη μπανιέρα ξενοδοχείου στο Τολό, ένα αρτιμελές και βιώσιμο τέκνο, το οποίο στη συνέχεια, αμέσως μετά τον τοκετό, με τη συνδρομή του ερωτικού της συντρόφου, επίσης Σουηδού υπηκόου, κτύπησε με το κεφάλι στη λεκάνη του λουτρού και ταυτόχρονα του περιέσφιξε το λαιμό με τον ομφάλιο λώρο, προκαλώντας έτσι το θάνατό του». Στην υπόθεση αυτή η δράστις παραπέμφθηκε για παιδοκτονία και ο σύζυγός της για απλή συνδρομή σε ανθρωποκτονία από πρόθεση. Εγκληματολογικά το έγκλημα της παιδοκτονίας είναι ένα από τα εγκλήματα με υψηλό αφανή αριθμό εγκληματικότητας. Το πενιχρό νομολογιακό υλικό που αφορά το έγκλημα της παιδοκτονίας αποκαλύπτει ότι η διάταξη του άρθρου 303 του Ποινικού Κώδικα δεν έχει ιδιαίτερη εφαρμογή σήμερα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι περιπτώσεις της παιδοκτονίας αντιμετωπίζονται νομικά κυρίως με την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης.