Επικουρική Σύνταξη. Διαδοχική ασφάλιση. Αρμόδιος ασφαλιστικός οργανισμός το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων και όχι ο τελευταίος που ήταν το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ επειδή ο ασφαλισμένος δεν είχε συμπληρώσει σε αυτό 1500 ημέρες εργασίας.Αντίθετη στο άρθ 4 του Σ η διάταξη του άρθ. 2 παρ. 1 του Καταστατικού του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ. που απαιτεί μεγαλύτερο όριο ηλικίας για τους άνδρες ασφαλισμένους -65 έτη- από τις γυναίκες -60 έτη-. Ακυρώνει απόφαση του άνω Ταμείου που χορηγεί μειωμένη επικουρική σύνταξη επειδή ο ασφαλισμένος δεν είχε συμπληρώσει τα 65 έτη. Εισήχθη στην ΝΟΜΟΣ με επιμέλεια του συνδρομητή μας κ. Ανδρέα Ματθαίου, δικηγόρου, ΔΝ.
Αριθμός Απόφασης 617/2007
TO ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ ΤΜΗΜΑ 31ο ΤΡΙΜΕΛΕΣ
συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 29 Μαΐου 2006, με δικαστές τις Παρασκευή Καρκαντζού, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Ειρήνη Γεωργίου Πρωτοδίκη Δ.Δ., Κωνσταντίνο Παναγιωτοπούλου, Πάρεδρο ΔΔ. (Εισηγήτρια), και γραμματέα την Κατερίνα Παλαιολόγου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία 29-8-2003,
του .. .. .., κατοίκου Γαλατσίου Αττικής (οδός .. .. ..), ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά λογίζεται ότι παραστάθηκε, μετά την υποβολή της από 23-5-2006 δήλωσης (αρθρ. 133 παρ.2 Κ.Δ.Δ., όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 29 παρ.1 του Ν. 2915/2001), του πληρεξουσίου δικηγόρου Ανδρέα Ματθαίου,
κατά του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων" που εκπροσωπείται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ., ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά λογίζεται ότι παραστάθηκε, μετά την υποβολή της από 26-5-2006 δήλωσης (αρθρ. 133 παρ.2 Κ.Δ.Δ., όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 29 παρ.1 του Ν. 2915/2001), του πληρεξουσίου δικηγόρου Ηλία Δρακόπουλου.
Η κρίση του είναι η εξής: 1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. έντυπο παραβόλου σειράς Α 826640 της 29-8-2003), ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 23/9/19-6-2002 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων" (Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ.).
Με την απόφαση αυτή χορηγήθηκε στον προσφεύγοντα σύνταξη λόγω γήρατος από 1/9/2000, μειωμένη κατά 52/200, δηλαδή κατά 1/200 για κάθε μήνα μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του.
2. Επειδή, στο άρθρο 4 του Συντάγματος ορίζεται ότι : "1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. 2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις". Στο δε άρθρο 116 παρ.1 ορίζεται ότι : "Διατάξεις υφιστάμενες που είναι αντίθετες προς το άρθρο 4 παράγραφος 2 εξακολουθούν να ισχύουν ώσπου να καταργηθούν με νόμο, το αργότερο έως την 31 Δεκεμβρίου 1982". Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 4 παρ.1 του Συντάγματος καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων ενώπιον του νόμου, αλλά και έναντι αυτών ισότητα του νόμου. Ετσι, δεσμεύει και το νομοθέτη, ο οποίος οφείλει να θεσπίζει κανόνες δικαίου που θα εισάγουν ίση ρύθμιση για όλους που τελούν υπό τις αυτές ή όμοιες συνθήκες. Συνεπώς, απαγορεύεται η άνιση ρύθμιση των ίσων προσωπικών και πραγματικών καταστάσεων, ως και η ίση μεταχείριση άνισων και ανόμοιων καταστάσεων. Η δε παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος, η οποία αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση της γενικής αρχής της ισότητας της παραγράφου 1 του αυτού άρθρου, εφαρμόζεται και στις σχέσεις κοινωνικής ασφάλισης (βλ.ΣτΕ 1379/98) και, αφενός, απαγορεύει την διαφοροποίηση του νομικού καθεστώτος των πολιτών με βάση τη διαφορά του φύλου, αφετέρου, επιβάλλει την παροχή ίσων δυνατοτήτων και στα δύο φύλα. Η καθιερούμενη δε ισότητα των δυο φύλων με τις ανωτέρω διατάξεις είναι ισότητα δημιουργική, με την έννοια ότι δεν υποχρεώνει απλά τον νομοθέτη σε ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών, αλλά ότι δημιουργεί αντίστοιχα, κατά τρόπο θετικό, για τα πρόσωπα καθενός από τα δύο φύλα, το δικαίωμα να αξιώνουν δικαστικώς την επέκταση και σ` αυτά των τυχόν αδικαιολόγητων ευνοϊκότερων διατάξεων που ισχύουν για το άλλο φύλο (βλ.ΣτΕ 2435/1997). Ειδικότερα, διατάξεις που καθιερώνουν, για τη χορήγηση σύνταξης στον άνδρα, ως πρόσθετη προϋπόθεση τη συμπλήρωση ορίου ηλικίας μεγαλύτερου απ` αυτό που απαιτείται για τις γυναίκες, εισάγουν, ενόψει των ήδη κρατουσών κοινωνικών συνθηκών, αδικαιολόγητη διάκριση επί τη βάσει του φύλου και, επομένως, ως αντικείμενες στα άρθρα 4 παρ.2 και 116 του Συντάγματος, δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής. Συνεπώς, θα πρέπει, περιορισμένης ως αντισυνταγματικής της περαιτέρω προϋπόθεσης του μεγαλύτερου ορίου ηλικίας, και οι άνδρες να δικαιούνται συντάξεως γήρατος με τη συμπλήρωση του χαμηλότερου ορίου ηλικίας, που προβλέπεται για τις γυναίκες (πρβλ. ΣτΕ 2522/2005).
3. Επειδή, στο άρθρο 1 του Ν.Δ.4202/1961 (ΦΕΚΑ` 75) ορίζεται ότι: "...3. Η κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος καταβολή των συντάξεων διέπεται υπό της νομοθεσίας του απονέμοντος την σύνταξιν οργανισμού...", στο δε άρθρο 2 του ίδιου Ν.Δ., όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση του από το άρθρο 14 του Ν.1902/1990, ορίζεται ότι: "1. Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό, στον οποίο ήταν ασφαλισμένα κατά την τελευταία χρονική περίοδο της απασχόλησης τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού, εφ`όσον πραγματοποίησαν πέντε ολόκληρα έτη ή χίλιες πεντακόσιες ημέρες εργασίας στην ασφάλιση του, εκ των οποίων όμως 20 μήνες ή 500 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία, πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης. Ως νομοθεσία του οργανισμού, για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθώς και των επομένων παραγράφων 2 και 3, νοούνται οι διατάξεις που ορίζουν τον απαιτούμενο για τη συνταξιοδότηση χρόνο, την ηλικία, την αναπηρία και το θάνατο...2. Αν ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού τον αριθμό εργασίας ή των ετών ασφάλισης, που ορίζονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο από τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού χρόνο ασφάλισης για τη συνταξιοδότηση του λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή των μελών της οικογένειας του λόγω θανάτου ή δεν πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού τον αριθμό ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης που ορίζονται από τις διατάξεις προηγούμενης παραγράφου, δικαιούνται σύνταξη αυτός ή τα μέλη της οικογένειας του από τον οργανισμό, στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, στον οποίο δεν περιλαμβάνεται ο τελευταίος, εφ` όσον: α. ο ασφαλισμένος που απαιτεί τη συνταξιοδότηση του λόγω γήρατος ή αναπηρίας έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας ή είναι ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τα νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού, β. πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης...4. Ολόκληρος ο χρόνος της διαδοχικής ασφάλισης υπολογίζεται από τον αρμόδιο για την απονομή της σύνταξης οργανισμό ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όσο και για τον καθορισμό της σύνταξης και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε οργανισμού...".
4. Επειδή, στο άρθρο 2 της 79712/Σ.686/61 της 24/3-5/4/1962 (ΦΕΚ Β`18) απόφασης του Υπουργού Εργασίας (Κανονισμός Παροχών του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ.) ορίστηκε ότι: "1. Δικαιούται συντάξεως λόγω γήρατος παρά του Ταμείου ο ησφαλισμένος εάν κατά την υποβολήν της σχετικής αιτήσεως έχη συμπληρώσει το 65ον έτος της ηλικίας του ή η ησφαλισμένη το 60ον και επραγματοποίησε 3.000 τουλάχιστον ημέρας εργασίας εν ασφαλίσει. Το κατώτατον τούτο όριον ημερών εργασίας εν ασφαλίσει αυξάνεται προοδευτικώς εις 4.050 τοιαύτας εν συνόλω προστιθεμένων εις τας 3.000 ημέρας εργασίας εν ασφαλίσει ανά 175 τοιούτων κατά μέσον όρον καθ` έκαστον επόμενον ημερολογιακόν έτος, αρχής γενομένης από της 1ης Ιαν.1963...3.Εάν ο ησφαλισμένος συνεπλήρωσε τον υπό των προηγουμένων παραγράφων οριζόμενον αριθμόν ημερών εργασίας εν ασφαλίσει, εκ των οποίων ανά εκατό καθ` έκαστον των πέντε ημερολογιακών ετών των αμέσως προηγουμένων του έτους καθ`ο υποβάλλεται η αίτησις περί απονομής συντάξεως, δικαιούται συντάξεως γήρατος ηλαττωμένης κατά 4% της πλήρους μηνιαίας τοιαύτης δι`έκαστον ελλείπον έτος εκ των υπό των προηγουμένων παραγράφων οριζομένων ορίων ηλικίας, εφ`όσον συνεπλήρωσε το 60ον έτος της ηλικίας του προκειμένου περί ησφαλισμένου και το 55ον προκειμένου περί ησφαλισμένης".
5. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την 2298/2000 αίτηση του ο προσφεύγων ζήτησε τη χορήγηση σύνταξης από το καθ`ου Ταμείο Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ.). Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του τελευταίου, με την 24/12/18-6-2001 απόφαση του, αποφάσισε τη μεταφορά του χρόνου ασφάλισης του προσφεύγοντος στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ.
Ακολούθως, με την 3112/2-8-2001 απόφαση του διευθυντή του Υποκαταστήματος του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ Πατησίων, απορρίφθηκε η ως άνω αίτηση του προσφεύγοντος λόγω αναρμοδιότητας και διαβιβάστηκε, περαιτέρω, εκ νέου στο Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη διαδοχική ασφάλιση. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ δεν είχε αρμοδιότητα για χορήγηση σύνταξης στον προσφεύγοντα, καθώς ο τελευταίος πραγματοποίησε μεν στην ασφάλιση του 5.967 ημέρες κατά τη χρονική περίοδο από 1/3/1959 έως 12/8/2000 και στην ασφάλιση του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ. 1131 ημέρες ασφάλισης κατά τη χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο 1996 έως τον Νοέμβριο 1999, και, άρα, αυτός είχε συμπληρώσει 1500 ημέρες στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, πλην όμως δεν έχει πραγματοποιήσει σ` αυτή 500 ημέρες κατά την τελευταία πενταετία, αλλά μόνο 331 ημέρες. Στη συνέχεια, το Δ.Σ. του καθ`ου Ταμείου, με την 23/9/19-6-2002 απόφαση του, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προσφεύγων συμπλήρωσε στην ασφάλιση του 1.128 ημέρες από την 1-2-1996 έως το Νοέμβριο 1999 και στην ασφάλιση του ΙΚΑ- ΤΕΑΜ 5.967 ημέρες από την 1-3-1959 έως την 31-8-2000 (δηλαδή συνολικά 7.095 ημέρες), καθώς και ότι αυτός συμπλήρωσε το 60ο έτος της ηλικίας του στις 19- 12-1999, αποφάσισε τη χορήγηση σύνταξης λόγω γήρατος σ` αυτόν από την 1-9- 2000, μειωμένη κατά 52/200, δηλαδή κατά 1/200 για κάθε μήνα μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του.
6. Επειδή, ήδη ο προσφεύγων με την κρινόμενη προσφυγή ζητεί την ακύρωση της ως άνω 23/9/19-6-2002 απόφασης του Δ.Σ. του καθ`ου Ταμείου, ισχυριζόμενος ότι αρμόδιος φορέας για την κρίση του συνταξιοδοτικού του δικαιώματος και τη χορήγηση σύνταξης είναι το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ και όχι το ως άνω Ταμείο. Όμως, κατά τα αναφερόμενα στην τρίτη σκέψη, τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς, όπως στην προκείμενη περίπτωση ο προσφεύγων ασφαλίστηκε αρχικά στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, μετέπειτα στο Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ. και εκ νέου στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, το οποίο ήταν και ο τελευταίος ασφαλιστικός του φορέας, δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό, υπό την προϋπόθεση ότι πραγματοποίησαν πέντε ολόκληρα έτη ή 1.500 ημέρες εργασίας στην ασφάλιση του, εκ των οποίων όμως 20 μήνες ή 500 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία, πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης. Στην συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, ο προσφεύγων κατά την τελευταία πενταετία πραγματοποίησε στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ 331 ημέρες εργασίας, συνεπώς, δεν ήταν αυτό αρμόδιο για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος του και, άρα, νομίμως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ως άνω απόφαση από το Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ, το οποίο ήταν και ο αρμόδιος απονέμων οργανισμός, κατά τις διατάξεις της ως άνω παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν.Δ.4202/1961, αφού αυτός ήταν ο οργανισμός, στον οποίο, εξαιρουμένου του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, ο προσφεύγων πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας.
Συνεπώς, ο υπό κρίση λόγος προσφυγής πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος.
Περαιτέρω, ο προσφεύγων προβάλλει ότι οι αναφερόμενες στην τέταρτη σκέψη διατάξεις του Κανονισμού Παροχών του καθ`ου Ταμείου, κατά το μέρος που με αυτές τίθενται διαφορετικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης για τα δύο φύλα, και συγκεκριμένα, με βάση τις οποίες, για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης για τους άνδρες απαιτείται η πρόσθετη προϋπόθεση της συμπλήρωσης του 65ου έτους της ηλικίας τους, ενώ για τις γυναίκες αρκεί η συμπλήρωση του 60ου έτους, παραβιάζουν την αρχή της ισότητας των δύο φύλων, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παρ.2 του Συντάγματος, καθώς και το κοινοτικό δίκαιο. Συνεπώς, ο προσφεύγων, κατά τον ισχυρισμό του, έχοντας συμπληρώσει τις απαιτούμενες 4.050 ημέρες εργασίας και το όριο ηλικίας των 60 ετών, δικαιούται πλήρη και όχι μειωμένη επικουρική σύνταξη, όπως αυτό ισχύει για τις γυναίκες ασφαλισμένες του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ. Εξάλλου, το καθ`ου Ταμείο, με το από 31-5-2006 υπόμνημα του, ζητεί την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής, ισχυριζόμενο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη.
7. Επειδή, ενόψει των όσων αναφέρθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την ως άνω παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Καταστατικού Παροχών του καθ`ου Ταμείου, οι ασφαλισμένοι του Ταμείου αυτού δικαιούνται πλήρους επικουρικής σύνταξης γήρατος, εφόσον έχουν συμπληρώσει στην ασφάλιση του 4.050 ημέρες εργασίας, περαιτέρω δε οι γυναίκες ασφαλισμένες, εφόσον, κατά την υποβολή της σχετικής αίτησης, έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας τους, ενώ για τους άνδρες ασφαλισμένους τίθεται ως πρόσθετη προϋπόθεση η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους, η δε διάκριση αυτή επί τη βάσει του φύλου, κατά τα αναφερόμενα στη δεύτερη σκέψη, είναι αδικαιολόγητη ενόψει των ήδη κρατουσών κοινωνικών συνθηκών, στη δε προκείμενη περίπτωση ο προσφεύγων, κατά τον κρίσιμο χρόνο της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης είχε συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του, είχε δε συνολικά πραγματοποιήσει στην ασφάλιση και του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ και του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ 7.095 ημέρες εργασίας, οι οποίες υπολογίζονται από το τελευταίο ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του, κατά το ως άνω άρθρο 2 παρ.4 του Ν.Δ.4202/1961, κρίνει ότι η προαναφερόμενη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ως άνω Καταστατικού Παροχών του Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Τ είναι αντίθετη στο άρθρο 4 παρ.2 του Συντάγματος και, άρα, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, πρέπει δε, περιορισμένης ως αντισυνταγματικής της περαιτέρω προϋπόθεσης του μεγαλύτερου ορίου ηλικίας των 65 ετών για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης στους άνδρες ασφαλισμένους, να χορηγηθεί και στον προσφεύγοντα, εφόσον κατά το χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης συνταξιοδότησης είχε συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του, πλήρης επικουρική σύνταξη λόγω γήρατος, όπως και στις γυναίκες ασφαλισμένες. Άρα, η προσβαλλόμενη 23/9/19-6-2002 ως άνω απόφαση του Δ.Σ. του καθ`ου Ταμείου είναι, για το λόγο αυτό, μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί.
Συνεπώς, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη, κατ` αποδοχή του σχετικού ισχυρισμού του προσφεύγοντος. Τέλος, το παράβολο που κατέθεσε ο προσφεύγων πρέπει να αποδοθεί σ` αυτόν (άρθρο 277 παρ.9 εδ.α` ΚΔΔ) και να απαλλαγεί το καθ`ου η προσφυγή Ταμείο από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος, κατ` εκτίμηση των περιστάσεων (άρθρο 275 παρ.1 εδ.ε` ΚΔΔ).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει την 23/9/19-6-2002 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορίου Τροφίμων.