ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ

http://nomothesia.isotita.gr/
Εκτύπωση
Έτος
2009
Νόμος / διάταξη που αφορά
Άρθρο 31 παρ. 1 περ. β' και δ' ΚΠΣΣ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Άγαμα άρρενα ενήλικα τέκνα αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου

 

Ασφάλιση κοινωνική και εφαρμογή της αρχής της ισότητας κατά τη συνταξιοδότηση τέκνων λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του δημοσίου. Η θέσπιση πρόσθετων όρων για τη συνταξιοδότηση του άγαμου άρρενος ενήλικου τέκνου αποβιώσαντος στρατιωτικού, πέραν εκείνων που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας, αντίκειται στην αρχή της ισότητας των δυο φύλων. Οι διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 1 περ. β` και δ` του κώδικα πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων, που θεσπίζουν τέτοιες πρόσθετες προϋποθέσεις είναι αντισυνταγματικές και ανίσχυρες. Η ευνοϊκότερη ρύθμιση που αφορά στη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας πρέπει να επεκταθεί και στα ανωτέρω τέκνα. Η άνιση μεταχείριση των άρρρενων τέκνων δεν ήρθη ούτε με το άρθρο 1 παρ. 5 του ν. 1902/1990. Αναπομπή της υπόθεσης στο τμήμα.

Αριθμ. 642/2009, Ολομελείας

Πρόεδρος: Γεώργιος - Σταύρος Κούρτης Εισηγήτρια: Ευαγγελία - Ελισάβετ Κουλουμπίνη, Σύμβουλος Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Γεώργιος Σχοινιωτάκης

Ι....
ΙΙ. Με την 19281/2002 πράξη του Διευθυντή της 44ης Διεύθυνσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) μεταβιβάστηκε η σύνταξη του αποβιώσαντος στις 31.5.2002, απόστρατου Ταξίαρχου Χ.Ο. του Μ., στην επιζώσα σύζυγο του Κ. χήρα Χ.Ο. το γένος Δ.Π. και τα τέκνα του Μ.Ο., γεννηθέντα το έτος 1979 και Π.Ο. γεννηθείσα το έτος 1981. Με την 92971/2004 πράξη του Διευθυντή της 46ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ. διακόπηκε στον κατά μεταβίβαση συνταξιούχο Μ.Ο. του Χ. η καταβολή του μεριδίου της συντάξεώς του, με την αιτιολογία ότι στις 31.8.2003 ολοκληρώθηκαν οι μεταπτυχιακές του σπουδές και δεν προσκόμισε πιστοποιητικό για τη συνέχιση των σπουδών του έως 31.12.2003, οπότε συμπληρωνόταν το 24ο έτος της ηλικίας του απώτατο χρονικό όριο μέχρι του οποίου δικαιούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 1, περ. δ` του π.δ/τος 166/2000 κατά μεταβίβαση τη σύνταξη του αποβιώσαντος δικαιοπαρόχου πατέρα του. Κατά της ως άνω πράξεως διακοπής άσκησε την 106672/2004 ένστασή του η οποία απορρίφθηκε σιωπηρά από την Ε.Ε.Π.Κ.Σ.. Κατά της 92971/2004 πράξεως της 46ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ. καθώς και κατά της ως άνω σιωπηρής απόρριψης της ένστασης του ο Μ.Ο. του Χ. άσκησε την από 6.12.2004 έφεση με την οποία ζητά την εξαφάνιση των ως άνω πράξεων και την επαναχορήγηση του συνταξιοδοτικού του μεριδίου, νομιμοτόκως, από 1.9.2003. Στην έφεση αυτή εκδόθηκε η 1052/2007 απόφαση του III Τμήματος, του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την οποία παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, το ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη των διατάξεων του άρθρου 31 παρ. 1 περ. β` και δ` του Συνταξιοδοτικού Κώδικα (π.δ. 166/2000) σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του Συντάγματος. Ειδικότερα, το δικάσαν Τμήμα έκρινε ότι η θέσπιση πρόσθετων όρων για τη συνταξιοδότηση άγαμου άρρενος τέκνου, πέρα από εκείνες που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας, εφόσον δεν δικαιολογείται από αποχρώντες λόγους (κοινωνικοοικονομικούς ή βιολογικούς) αντίκειται στην αρχή της ισότητας των δύο φίλων και δεν συνιστά θεμιτή απόκλιση κατά το άρθρο 116 παρ. 2 του Συντάγματος. Ειδικότερα έκρινε για τα άγαμα άρρενα (ενήλικα) τέκνα υπαλλήλου ή συνταξιούχου του Δημοσίου που απεβίωσε, για την απονομή σύνταξης θεσπίζονται πρόσθετες προϋποθέσεις, πέρα από εκείνες που απαιτούνται για την απονομή σύνταξης στην άγαμη θυγατέρα του υπαλλήλου ή συνταξιούχου και συγκεκριμένα τα αγόρια μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους δικαιούνται σύνταξη εφόσον είναι άγαμα και ανίκανα για εργασία κατά ποσοστό 50% και άνω, ή φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές της χώρας ή σε ισότιμες με αυτές του εξωτερικού ή σε δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης της χώρας, λαμβάνουν δε το μερίδιο της σύνταξής τους, για όσο χρόνο διαρκεί η φοίτηση τους (σύμφωνα με τον οργανισμό της κάθε σχολής ή του κάθε Ι.Ε.Κ.) και πάντως όχι μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους, αν φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και όχι μετά τη συμπλήρωση του 22ου έτους, αν φοιτούν σε Ι.Ε.Κ. Εκρινε επίσης ότι στην περίπτωση αυτή μόνες εφαρμοστέες, μετά τη λήξη και της μεταβατικής περιόδου που έθεσε το άρθρο 116 παρ. 1 του Συντάγματος (31.12.1982) είναι οι ευνοϊκότερες της ίδιας διάταξης του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, που αφορούν στην κατά μεταβίβαση απονομή σύνταξης στις κόρες υπαλλήλων ή συνταξιούχων του Δημοσίου που αποβίωσαν, για τις οποίες απαιτείται μόνο να είναι άγαμες. Συνεπώς, κατ` εφαρμογή της αρχής της ισότητας και το άρρεν ενήλικο τέκνο υπαλλήλου ή συνταξιούχου, που πέθανε, δικαιούται σύνταξης μόνο εφόσον είναι άγαμο και για όσο χρόνο τελεί σε κατάσταση αγαμίας, ανεξάρτητα από το αν είναι ικανό προς εργασία ή αν φοιτά σε κάποια σχολή (ανώτερη, ανώτατη ή Ι.Ε.Κ.).

III. Το ισχύον Σύνταγμα ορίζει στο μεν άρθρο 4 παρ. 1 και 2, ότι οι Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και ότι οι Ελληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, στο άρθρο 116 παρ. 1 και 2 ότι διατάξεις υφιστάμενες που είναι αντίθετες στο άρθρο 4 παρ. 2 εξακολουθούν να ισχύουν ώσπου να καταργηθούν με νόμο το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 1982 και ότι αποκλίσεις από τους ορισμούς της παρ. 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος επιτρέπονται μόνο για σοβαρούς λόγους, στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος. Εξάλλου με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος, που αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση της γενικής αρχής της ισότητας, που κατοχυρώνεται με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου, στον τομέα της κοινωνικής θέσης και της νομικής αντιμετώπισης των σχέσεων των δύο φύλων, αφενός μεν απαγορεύεται η δημιουργία άνισων καταστάσεων και η διαφοροποίηση του περιεχομένου των επί μέρους δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών, τόσο μεταξύ τους, όσο και έναντι της πολιτείας, με βάση το φύλο, αφετέρου δε επιβάλλεται να παρέχονται και στα δύο φύλα ίσες δυνατότητες και ευκαιρίες. Αποκλίσεις από την αρχή της ισότητας των δύο φύλων είναι, κατά το άρθρο 116 παρ. 1 του Συντάγματος, θεμιτές μετά την 1.1.1983 μόνο αν δικαιολογούνται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, όπως είναι λόγοι που ανάγονται στην ανάγκη μεγαλύτερης προστασίας της γυναίκας ευρισκόμενης σε συνθήκες και καταστάσεις εξαιρετικές, όπως στα θέματα μητρότητας, ανηλίκων τέκνων, οικογένειας (άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος) είτε σε καθαρώς βιολογικές διαφορές που επιβάλουν τη λήψη ιδιαίτερων μέτρων ή τη διαφορετική μεταχείριση ενόψει του αντικειμένου της ρυθμιζόμενης σχέσης, πάντοτε δε εντός των ακραίων ορίων, πέρα από τα οποία η ρύθμιση αυτή αντίκειται στο κοινό περί δικαίου αίσθημα. Ως εκ τούτου, δεσμεύεται ο νομοθέτης ο οποίος κατά τη ρύθμιση ουσιωδώς ομοίων πραγμάτων, σχέσεων ή καταστάσεων και κατηγοριών προσώπων δεν δύναται να μεταχειρίζεται τις περιπτώσεις αυτές κατά τρόπο ανόμοιο, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας εν γένει διακρίσεις, αλλά να προβαίνει σε ισόνομη ρύθμιση των ομοίων, εκτός αν η διαφορετική ρύθμιση δικαιολογείται, όπως προεκτέθηκε, από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή των οποίων υπόκειται στον έλεγχο των Δικαστηρίων(άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος).

IV. Ο Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 166/2000 - ΦΕΚ Α` 153) ορίζει στο άρθρο 31 παρ. 1 ότι: "1. Δικαίωμα σε σύνταξη από το Δημόσιο Ταμείο έχουν: α) Η χήρα... β) Τα παιδιά του υπαλλήλου που πέθανε έχοντας τις παραπάνω προϋποθέσεις καθώς και του συνταξιούχου είτε αυτά γεννήθηκαν σε γάμο των γονέων τους είτε νομιμοποιήθηκαν είτε είναι θετά είτε αναγνωρίσθηκαν είτε γεννήθηκαν χωρίς γάμο των γονέων τους από μητέρα υπάλληλο ή συνταξιούχο από δική της υπηρεσία, τα μεν κορίτσια αν είναι άγαμα, τα δε αγόρια μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους εφόσον είναι άγαμα ή και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους εφόσον είναι άγαμα και ανίκανα για εργασία κατά ποσοστό 50% και άνω γ) ... δ) Τα άγαμα αγόρια που φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές της χώρας ή σε ισότιμες με αυτές του εξωτερικού ή σε δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.) της χώρας δικαιούνται σύνταξη μέχρι να τελειώσουν τις σπουδές τους σύμφωνα με τα έτη φοίτησης που προβλέπει ο οργανισμός της κάθε σχολής ή του κάθε Ι.Ε.Κ. κατά περίπτωση και για ένα ακόμη έτος εφόσον συνεχίζεται η φοίτηση και πάντως όχι πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους για όσα φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και του 22ου έτους της ηλικίας τους για όσα φοιτούν σε Ι.Ε.Κ. Η σύνταξη στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται εφόσον προσκομίζεται κάθε χρόνο πιστοποιητικό φοίτησης - προόδου της οικείας σχολής, από το οποίο να αποδεικνύεται η κανονική φοίτηση του σπουδαστή, καθώς και υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 ότι είναι άγαμος και δεν παίρνει σύνταξη από άλλο φορέα...". Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για τη συνταξιοδότηση του άγαμου άρρενος ενήλικου τέκνου αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου εκτός από την αγαμία που απαιτείται για τη συνταξιοδότηση της θυγατέρας αυτού, θεσπίζονται και άλλες πρόσθετες προϋποθέσεις. Ειδικότερα ο συνταξιοδοτικός νομοθέτης απαιτεί όσον αφορά το άρρεν ενήλικο τέκνο να είναι όχι μόνο άγαμο αλλά επιπροσθέτως είτε να είναι ανίκανο για εργασία κατά ποσοστό 50% και άνω είτε να φοιτά σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή της χώρας ή σε ισότιμη με αυτή του εξωτερικού ή σε δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.) της χώρας, οπότε μόνο τότε εξακολουθεί να λαμβάνει το μερίδιο της σύνταξης του μέχρι το πέρας των σπουδών του, σε κάθε περίπτωση όχι πέραν του 24ου έτους της ηλικίας του αν φοιτά σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και όχι πέραν του 22ου έτους, αν φοιτά σε Ι.Ε.Κ. Για την καταβολή του μεριδίου της σύνταξης του απαιτείται επιπροσθέτως να προσκομίζεται κάθε χρόνο πιστοποιητικό φοίτησης της οικείας σχολής από το οποίο να αποδεικνύεται η κανονική φοίτηση του σπουδαστή καθώς και υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 ότι είναι άγαμος και ότι δεν παίρνει σύνταξη από άλλο φορέα.

Από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι, η θέσπιση πρόσθετων όρων για τη συνταξιοδότηση του άγαμου άρρενος ενήλικου τέκνου αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου, πέρα από εκείνες που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας, αυτού αντίκειται στην αρχή της ισότητας των δύο φύλων, που καθιερώνει το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος και είναι ανίσχυρη διότι δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ως θεμιτή απόκλιση κατά το άρθρο 116 παρ. 2 του Συντάγματος. Για τους ίδιους λόγους δεν μπορεί να θεωρηθεί ισχύουσα μετά την 1.1.1983 οποιαδήποτε παρόμοια αδικαιολόγητη διάκριση. Συνεπώς, οι προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 1 περ. β` και δ` του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, (π.δ. 166/2000) κατά μέρος εκείνο που θεσπίζουν πρόσθετες προϋποθέσεις για τη συνταξιοδότηση του άρρενος άγαμου ενήλικου τέκνου αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου, πέρα από εκείνες που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας αυτού, οι οποίες αναφέρονται εκτός από την συνδρομή της αγαμίας, το μεν στην ανικανότητα για εργασία κατά ποσοστό 50%, το δε στην υποχρεωτική φοίτηση σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή, που πρέπει να αποδεικνύεται κάθε χρόνο και για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί ο χρόνος φοίτησης στην Σχολή αυτή, με καταληκτικό χρονικό σημείο αυτό της συμπλήρωσης του 24ου έτους της ηλικίας τους (αν πρόκειται για ανώτερη ή ανώτατη σχολή) και του 22ου έτους της ηλικίας τους (αν πρόκειται για φοίτηση σε Ι.Ε.Κ.) εισάγουν ανεπίτρεπτη ανισότητα για τα άγαμα ενήλικα άρρενα τέκνα, γεγονός που καθιστά αυτές αντισυνταγματικές και ως εκ τούτου ανεφάρμοστες. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμογή έχει η ευνοϊκότερη ρύθμιση που αφορά στη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου, η οποία πρέπει να επεκταθεί και στην κατηγορία των άγαμων αρρένων ενηλίκων τέκνων, οι οποίοι έχουν υποβληθεί στο ως άνω δυσμενέστερο καθεστώς για την συνταξιοδότηση τους. Αλλωστε η άνιση αυτή συνταξιοδοτική μεταχείριση μεταξύ αρρένων και θηλέων τέκνων δεν ήρθη ούτε με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1902/1990 (που προστέθηκε ως παράγραφος 5 στο άρθρο 31 παρ. 1 περ. δ` του π.δ. 166/2000) με την οποία ο συνταγματικός νομοθέτης συμμορφούμενος στη συνταγματική επιταγή της άρσης των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων (άρθρο 116 παρ. 1 του Συντάγματος) όρισε ότι "Οι θυγατέρες και οι άπορες άγαμες αδελφές που έχουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα από γονείς ή αδέλφια που κατατάχθηκαν στο Δημόσιο από 1ης Ιανουαρίου 1983 και μετά, αποκτούν δικαίωμα σύνταξης με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που αποκτούν το δικαίωμα αυτό και τα αγόρια" αφού έτσι ο νομοθέτης εκδηλώνει σαφώς τη βούληση του να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται το υφιστάμενο ευνοϊκό συνταξιοδοτικό καθεστώς για τις θυγατέρες που έλκουν το δικαίωμα τους από γονέα που προσλήφθηκε στο Δημόσιο πριν από την 1.1.1983 και διατηρεί την υφιστάμενη αδικαιολόγητη διάκριση εις βάρος των αρρένων τέκνων που τελούν υπό τις ίδιες ακριβώς συνθήκες, με συνέπεια το ευνοϊκό συνταξιοδοτικό καθεστώς που ισχύει για τις θυγατέρες να εφαρμόζεται και για τα άρρενα τέκνα που έλκουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα από γονέα που έχει προσληφθεί στο Δημόσιο μέχρι 31.12.1982 (βλ. Ολομ.Ελ.Συν. 1273/1996 735/2002, 748/2002, 1609/2008).

V. Ακολούθως, με βάση τα ανωτέρω επιλύοντας η Ολομέλεια του Δικαστηρίου το παραπεμφθέν ενώπιον της, με τη 1052/2007 απόφαση του III Τμήματος, ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη των εφαρμοστέων στην προκειμένη περίπτωση διατάξεων του άρθρου 31 παρ. 1 για τη συνταξιοδότηση των άγαμων ενηλίκων αρρένων τέκνων και ειδικότερα και των περ. β` και δ` του Συνταξιοδοτικού Κώδικα (π.δ. 166/2000), αποφαίνεται ότι οι διατάξεις αυτές, κατά το μέρος που θεσπίζουν για τη συνταξιοδότηση του άγαμου άρρενος ενηλίκου τέκνου πρόσθετες προϋποθέσεις πέρα από εκείνες που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση της άγαμης θυγατέρας και ειδικότερα απαιτούν εκτός από την αγαμία των αρρένων και την φοίτηση τούτων σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή της Χώρας ή σε ισότιμη του εξωτερικού ή σε δημόσια Ι.Ε.Κ., η οποία πρέπει να αποδεικνύεται κάθε χρόνο με την προσκόμιση του οικείου πιστοποιητικού φοίτησης, και μέχρι ορισμένου ορίου ηλικίας ή την ανικανότητα για εργασία, κατά ποσοστό 50% και άνω αντίκεινται στην αρχή της ισότητας των δύο φύλων που καθιερώνει το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος και είναι ανίσχυρες, δοθέντος ότι δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ως θεμιτή απόκλιση κατά το άρθρο 116 παρ. 2 του Συντάγματος. Μετά την επίλυση δε του παραπεμφθέντος ζητήματος, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο III Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για περαιτέρω εκδίκαση της έφεσης, σύμφωνα με όσα έγιναν κατά τα ανωτέρω δεκτά για την επίμαχη συνταξιοδοτική ρύθμιση.