ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ

http://nomothesia.isotita.gr/
Εκτύπωση
Έτος
2009
Νόμος / διάταξη που αφορά
αρθ 63 ν. 1892/1990 αρθ 21 Σ
Αντικείμενο/ Βασικοί Ωφελούμενοι
Πολύτεκνες, τρίτεκνες γυναίκες

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα 1ο Τριμελές
Αποτελούμενο από τους: Ηρακλή Μπούνια, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Ελπίδα Ανδρονικάκη - Γουδή  - Εισηγήτρια και Κωνσταντίνο Σοφρωνά, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα το Λεωνίδα Σφήκα, δικαστικό υπάλληλο, σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε  δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Νοεμβρίου 2008, για να δικάσει την από 13 Αυγούστου 2008 (αριθ. καταχ. ΑΒΕΜ 356/11-9-2008) έφεση τ ο υ  ΝΠΔΔ «Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων» (ΟΓΑ), που εδρεύει στην Αθήνα (Πατησίων αρ. 30) και παραστάθηκε με την Δικαστική Αντιπρόσωπο του Ν.Σ.Κ. Ανδρονίκη Τρούπκου, καταθέτοντας την προβλεπόμενο δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του ΚΔΔ κ α τ ά  των: 1. α) ........ , β) ..... , γ) ... και ε) ............. , νομίμων κληρονόμων της αποβιωσάσης ....... ,  2. α) ...... , β) ......... , γ) ....... , δ) ........... , ε) ........ και στ) ......... , νόμιμων κληρονόμων της αποβιωσάσης .........  και 3. α) ........... , β) ......... , γ) ......... και δ) ........... , νομίμων κληρονόμων της αποβιωσάσης ........ , κάτοικοι Αθηνών, η οποίοι δεν παραστάθηκαν.
Το Δικαστήριο,
μ ε λ έ τ η σ ε  τη δικογραφία και 
σ κ έ φ τ η κ ε  σύμφωνα με το νόμο.
1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 11217/2007 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το μέρος που α) έγινε δεκτή η από 18.11.2002 αγωγή ως προς τους εφεσιβλήτους ........ , νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης ................. και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού (ΟΓΑ) να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, το ποσό των 2.669,37 ευρώ, ως αποζημίωση, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, η οποία αντιστοιχεί στη ζημία που υπέστησαν από την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς τους, μη καταβολή της ισόβιας σύνταξης πολύτεκνης μητέρας για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.1998 έως 31.12.1999 και από 1.1.2001 έως 31.12.2001, β) έγινε εν μέρει δεκτή η πιο πάνω αγωγή ως προς τους εφεσιβλήτους .................... , νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης ............ και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, για την προαναφερόμενη αιτία, το ποσό των 3.583,80 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.1.1998 έως 31.12.2001 και  γ) έγινε δεκτή η ίδια αγωγή ως προς τους  ......... , κατά του οποίου δεν στρέφεται με την κρινόμενη έφεση ο ΟΓΑ, νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης ........... και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, για την ανωτέρω αιτία, το ποσό των 4.258,78 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 31.12.2001.
2.  Επειδή, η κρινόμενη έφεση συζητήθηκε νομίμως, αν και δεν παραστάθηκαν οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι, όπως προκύπτει από την από 10.10.2008 έκθεση επίδοσης της επιμελήτριας Διοικητικών Δικαστηρίων Αγγελικής Σκουλουμπρή, είχαν κλητευθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα.
3. Επειδή, ο Ν.1892/1990 (Α`101) στο άρθρο 63 (υπό τον τίτλο «μέτρα για το δημογραφικό πρόβλημα»)  προέβλεψε,  μεταξύ   άλλων, τα εξής : «1. Στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί καταβάλλεται επί τριετία μηνιαίο επίδομα   ύψους   34.000   δραχμών. 2....3.  Στη   μητέρα   που   θεωρείται πολύτεκνη κατά το ν. 1910/1944, όπως τροποποιήθηκε, καταβάλλεται μηνιαίο επίδομα....4. Στη μητέρα που δεν δικαιούται πλέον το επίδομα της προηγούμενης παραγράφου χορηγείται ισόβια σύνταξη ίση προς το τετραπλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη. Την ισόβια σύνταξη της παραγράφου αυτής δικαιούνται όσες μητέρες δεν θεωρούνται πολύτεκνες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν.860/1979, υπό την προϋπόθεση να έχουν την ελληνική υπηκοότητα ή να είναι ελληνικής καταγωγής πρόσφυγες και στις δύο δε περιπτώσεις να μένουν μόνιμα στην Ελλάδα και να είχαν ή να έχουν τέσσερα τουλάχιστον στη ζωή τέκνα από νόμιμο γάμο ή τέκνα που γεννήθηκαν χωρίς γάμο των γονέων τους. (το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.2163/1993 και ισχύει από 1-10-1993) 5.Τα επιδόματα των προηγούμενων παραγράφων καταβάλλονται στη μητέρα ανεξάρτητα από κάθε άλλο επίδομα, μισθό, σύνταξη, αμοιβή, αποζημίωση   κ.λ.π 
7. Με  κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά που ορίζουν οι διατάξεις των παρ. 1-4 αυτού του άρθρου και να καθορίζονται ειδικότερα, τεχνικά ή λεπτομερειακά ζητήματα θέματα διαδικασίας και εφαρμογής των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων». Κατ` εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η  Γ1α/440/7.2.1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β` 90), με την οποία ορίζεται στο άρθρο 1 ότι: «1. Αρμόδιος φορέας για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του Νόμου 1892/1990 ορίζεται ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), που ενεργεί ως εντολοδόχος του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων...», στο άρθρο 3 ότι: «Αρμόδιο όργανο για την αναγνώριση του δικαιώματος στις παροχές που θεσπίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Νόμου 1892/1990, τον προσδιορισμό του ποσού αυτών και του χρόνου έναρξης και λήξης του δικαιώματος καθώς και την ανάκληση, την αναστολή και την επαναχορήγηση της παροχής, ορίζεται ο Προϊστάμενος του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του ΟΓΑ ή ο νόμιμος αναπληρωτής αυτού», στο άρθρο 5 ότι: «1. Για την αναγνώριση του δικαιώματος καταβολής των επιδομάτων και της ισόβιας σύνταξης υποβάλλεται αίτηση - δήλωση, σε ειδικό έντυπο του ΟΓΑ» και στο άρθρο 12 ότι: «1. Το κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 63 του ν.1892/90 επίδομα καταβάλλεται....2. Το κατά τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 63 του ν.1892/1990 επίδομα καταβάλλεται....3. Το κατά τη διάταξη της παραγράφου 3 επίδομα καταβάλλεται....4. Η κατά τη διάταξη της παραγράφου 4 ισόβια σύνταξη καταβάλλεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εκείνου, που διακόπτεται η καταβολή του επιδόματος της παραγράφου 3, και από την 1η Ιανουαρίου 1991 στην μητέρα εκείνη που διατηρεί ισόβια την πολυτεκνική ιδιότητα και δεν δικαιούται το επίδομα της παραγράφου 3. 5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων 1-4, δεν καταβάλλεται επίδομα ή σύνταξη αναδρομικά για χρόνο μακρότερο του εξαμήνου από το μήνα υποβολής της σχετικής αίτησης».
4. Επειδή, ακολούθως, το άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος». Με την διάταξη αυτή, η θέσπιση της οποίας αποσκοπεί την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της Χώρας (βλ. Πρακτικά Βουλής επί του Συντάγματος, Συνεδρίαση ΟΘ`/26.4.1975, σελ. 479, 486), παρέχεται μεν, κατ` αρχήν, υπόδειξη προς τον κοινό νομοθέτη για την λήψη των καταλλήλων μέτρων φροντίδας υπέρ των πολυτέκνων οικογενειών, εξυπακούεται, όμως, ταυτοχρόνως στοιχειώδης απαγορευτικός κανόνας, δεσμευτικός για τον κοινό νομοθέτη, συμφώνα προς τον οποίο δεν είναι συνταγματικώς ανεκτός ο περιορισμός ή η υποβάθμιση της παρεχομένης στους πολυτέκνους ειδικής φροντίδας, άνευ αποχρώντος λόγου, στα πλαίσια της αυτής σχέσεως (βλ. ΣτΕ 2773, 2778, 2781/1991). Ενόψει δε της αδιαστίκτου διατυπώσεως της εν λόγω συνταγματικής διατάξεως αλλά και του προαναφερθέντος σκοπού της, η εξυπηρέτηση του οποίου συνιστά και λόγο γενικοτέρου δημοσίου συμφέροντος (βλ. ΣτΕ 2773/1991), δεν είναι, επίσης, συνταγματικώς ανεκτές, ρυθμίσεις με τις οποίες ορισμένες πολύτεκνες οικογένειες εξαιρούνται της ανωτέρω ειδικής κρατικής φροντίδας, αφού έτσι αναιρείται, ως προς αυτές, η αδιαστίκτως υπέρ των πολυτέκνων οικογενειών επιβαλλομένη από το Σύνταγμα ειδική φροντίδα του Κράτους. Η θέσπιση δε, ειδικότερα, τέτοιων εξαιρέσεων με κριτήρια αναγόμενα στο εισόδημα των πολυτέκνων οικογενειών δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή, ενόψει και του ότι ο συνταγματικός νομοθέτης, θεσπίζοντας την υπέρ αυτών ειδική κρατική φροντίδα, δεν απέβλεψε στην ενίσχυση αυτών ως κατηγορίας οικονομικώς αδυνάτων ή αναξιοπαθούντων προσώπων (ΣτΕ 1095/2001).
5. Επειδή, περαιτέρω, οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 63 του Ν.1892/1990 τροποποιήθηκαν με το άρθρο 39 του Ν.2459/1997 (Α` 17), στο οποίο, μεταξύ άλλων, ορίζονται τα εξής : «1...2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 63 του ν.1892/1990 τροποποιείται ως εξής: «3. Στη μητέρα που θεωρείται πολύτεκνη κατά το ν.1910/1944, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μέχρι σήμερα καταβάλλεται μηνιαίο επίδομα ίσο προς δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές, για κάθε άγαμο τέκνο ηλικίας μέχρι και είκοσι τριών (23) ετών....3. Το επίδομα σύνταξης της παρ. 4 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, όπως συμπληρώθηκε με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2163/1993, ορίζεται στις είκοσι τρεις χιλιάδες (23.000) δραχμές μηνιαίως και καταβάλλεται στις δικαιούχες μητέρες, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών. 4. Το ύψος των επιδομάτων, καθώς και των οικογενειακών εισοδημάτων, των προηγούμενων παραγράφων δύνανται να αναπροσαρμόζονται, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζονται τα απαραίτητα δικαιολογητικά και ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου. ..8. (η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 32 Ν.2470/1997, Α` 40) Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.3.1997». 
Ακολούθως, κατ` εξουσιοδότηση των προπαρατεθεισών διατάξεων τόσο του άρθρου 63 του Ν.1892/1990 όσο και του άρθρου 39 του  Ν.2459/1997 εκδόθηκε η Π3δ/οικ.1078/19.3.1997 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας (Β` 241), με το άρθρο 1 παρ. 1 της οποίας ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η χορήγηση των παροχών που προβλέπονται από τις παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 63 του  Ν.1892/1990 τελεί υπό την προϋπόθεση ότι το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα των δικαιούχων δεν υπερβαίνει, αντιστοίχως, τα ποσά των 7.000.000, 8.000.000 και 3.000.000 δραχμών, ποσά τα οποία, μεταγενεστέρως, με τη 2/17961/0020/27.1.2000 κοινή απόφαση των ίδιων Υπουργών (Β`291), αναπροσαρμόσθηκαν αντιστοίχως σε 8.000.000, 10.000.000 και 3.500.000 δραχμές. Τέλος, με το άρθρο 6 περ.γ` της παραπάνω Π3δ/οικ.1078/19.3.1997 κοινής υπουργικής απόφασης προβλέπεται ότι οι παροχές αυτές «...διακόπτονται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εκείνου που καταβάλλεται η παροχή, εφόσον διαπιστώνεται υπέρβαση του προβλεπόμενου ορίου εισοδήματος».  
6. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, οι προβλεπόμενες από το άρθρο 63 παρ. 3 και 4 του Ν. 1892/1990 παροχές αποτελούν, λόγω του καθολικού τους χαρακτήρα και της φύσης τους ως χρηματικών παροχών, μέτρα με τα οποία, κατ` εξοχήν, πραγματώνεται η κατά το άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος ειδική κρατική φροντίδα υπέρ των πολυτέκνων οικογενειών. Ενόψει τούτου, η θέσπιση με το άρθρο 39 παρ. 2-3 του Ν. 2459/1997, ανωτάτου ορίου ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος ως προϋπόθεσης για τη χορήγηση των ως άνω παροχών αντίκειται στην εν λόγω συνταγματική διάταξη, αφού με τις ρυθμίσεις αυτές, οι οποίες μάλιστα συνεπάγονται μείωση των σχετικών υπέρ των πολυτέκνων δημοσίων δαπανών (βλ. την 17/10/23.1.1997 έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνόδευσε την τροπολογία η οποία ψηφίσθηκε ως άρθρο 39 του Ν. 2459/1997), εξαιρούνται τελικώς από την εκδηλούμενη με τη χορήγηση των παροχών τούτων ειδική κρατική φροντίδα πολύτεκνες μητέρες, το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα των οποίων υπερβαίνει το θεσπιζόμενο ανώτατο όριο  (ΣτΕ 1095/2001). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 50 του Ν.2972/2001 (Α` 291), το επίδομα πολύτεκνης μητέρας και η ισόβια σύνταξη καταβάλλονται από 1.1.2002 σε όλους τους δικαιούχους ανεξαρτήτως του ύψους του οικογενειακού εισοδήματός τους. 
7. Επειδή, εξάλλου, ο υπαγόμενος στην Εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων εκκαλών ασφαλιστικός Οργανισμός σύμφωνα με το άρθρο μόνο του π.δ/τος 437/1977 (Α`134), εξαιρείται από την εφαρμογή των διατάξεων του ν.δ. 496/1974 περί λογιστικού των ν.π.δ.δ. (Α`204) και  στη νομοθεσία του (ν. 4169/1961-Α΄81- όπως ισχύει) δεν υπάρχει διάταξη που να ρυθμίζει την παραγραφή αξιώσεων προς αποζημίωση σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, εφαρμοστέο είναι το άρθρο 937 του Αστικού Κώδικα, που ορίζει ότι η απαίτηση από αδικοπραξία  παραγράφεται μετά πενταετία, αφότου ο παθών έμαθε τη ζημία και τον υπόχρεο σε αποζημίωση (ΣτΕ  2016/2007, 2011/2006).
8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η αποβιώσασα ............... ήταν μητέρα τεσσάρων (4) τέκνων και μετά από σχετική αίτησή της προς τον εκκαλούντα Οργανισμό έλαβε από 1.10.1993 την ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας, κατ` άρθρο 63 παρ.4 του Ν.1892/1990. Όμως, από 1.1.1998 διακόπηκε η καταβολή της πιο πάνω σύνταξης, με την αιτιολογία ότι το οικογενειακό εισόδημα της ανωτέρω δικαιούχου υπερέβαινε το όριο των 3.000.000 δρχ. κατά τα έτη 1998 και 1999, ενώ η ένδικη παροχή της καταβλήθηκε εκ νέου από 1.1.2000 και της διακόπηκε ξανά από 1.1.2001, με την αιτιολογία ότι το οικογενειακό εισόδημά της υπερέβαινε το όριο των 3.500.000 δρχ. κατά το έτος 2001, κατ` εφαρμογή των Π3δ/οικ. 1078/19.3.1997 και 2/17961/0020/27.1.2000 κοινών υπουργικών αποφάσεων αντίστοιχα (βλ. την 40798/1.11.2005 βεβαίωση της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλισης του ΟΓΑ), ακολούθως δε, ανεξαρτήτως του οικογενειακού εισοδήματός της, σύμφωνα με το άρθρο 50 του Ν.2972/2001, ελάμβανε την ένδικη σύνταξη από 1.1.2002. Επίσης, η αποβιώσασα ............ ήταν μητέρα έξι (6) τέκνων και μετά από σχετική αίτησή της προς τον εκκαλούντα Οργανισμό έλαβε από 1.10.1993 την ένδικη σύνταξη, η καταβολή της οποίας της διακόπηκε από 1.1.1998 έως 31.12.2001, με την αιτιολογία ότι το οικογενειακό εισόδημα της ανωτέρω δικαιούχου υπερέβαινε το όριο των 3.000.000 δρχ. κατά τα έτη 1998 και 1999, και το όριο των 3.500.000 δρχ. κατά τα έτη 2000 και 2001, κατ` εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Τέλος, η αποβιώσασα ............ ήταν έγγαμη μητέρα τεσσάρων (4) τέκνων και ελάμβανε το επίδομα πολύτεκνης μητέρας, το οποίο της διακόπηκε από 1.3.1997 λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας του μικρότερου άγαμου τέκνου της, σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2459/1997 και το άρθρο 6 της Π3δ/οικ.1078/19.3.1997 κοινής υπουργικής απόφασης, της καταβλήθηκε δε η ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας από 1.5.2002 ύστερα από την υποβολή σχετικής αίτησης. Με την από 18.11.2002 αγωγή, την οποία άσκησαν από κοινού με άλλες πενήντα τρεις ενάγουσες, οι ..............................................  και στη συνέχεια, οι ως άνω εφεσίβλητοι, ως νόμιμοι κληρονόμοι αυτών, ζήτησαν να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής και με βάση το εκάστοτε ισχύον νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας και όχι με 6% ετησίως, τα συνολικά ποσά των 909.508 δρχ., ήδη 2.669,37 ευρώ, 1.451.180 δρχ., ήδη 4.258,80 ευρώ και 1.451.180 δρχ., ήδη 4.258,80 ευρώ αντίστοιχα, ως αποζημίωση, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ,  για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν από την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς τους, μη καταβολή της ισόβιας σύνταξης πολύτεκνης μητέρας για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.1998 έως 31.12.1999 και από 1.1.2001 έως 31.12.2001 όσον αφορά τους κληρονόμους της ................ και από 1.3.1997 έως 31.12.2001 όσον αφορά τους κληρονόμους της ..................... ............ . Ειδικότερα, οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι οι διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 3 του Ν.2459/1997, με τις οποίες τέθηκαν εισοδηματικής φύσης περιορισμοί για τη χορήγηση της ένδικης σύνταξης, είναι αντίθετες με τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος και επομένως παράνομα ο ΟΓΑ παρέλειψε να καταβάλει στις ανωτέρω αποβιώσασες δικαιούχους για τα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα, ως ισόβια σύνταξη, κατ` άρθρο 63 παρ. 4 του Ν.1892/1990, τα ως άνω ποσά. Με την εκκαλούμενη απόφαση α) έγινε δεκτή η αγωγή ως προς τους εφεσιβλήτους .... νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης ............... και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού (ΟΓΑ) να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, το ποσό των 2.669,37 ευρώ, που αντιστοιχεί στην ένδικη σύνταξη για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.1998 έως 31.12.1999 και από 1.1.2001 έώς 31.12.2001, β) έγινε εν μέρει δεκτή η πιο πάνω αγωγή ως προς τους εφεσιβλήτους ... ..... .......... , νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης .............. και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, για την προαναφερόμενη αιτία, το ποσό των 3.583,80 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.1.1998 έως 31.12.2001 (δεδομένου ότι για το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 31.12.1997 η αποβιώσασα ........... ελάμβανε την ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας) και  γ) έγινε δεκτή η ίδια αγωγή ως προς τους εφεσιβλήτους ......... , νόμιμους κληρονόμους της αποβιωσάσης ....και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του εκκαλούντος Οργανισμού να καταβάλει σ`αυτούς νομιμοτόκως, για την ανωτέρω αιτία, το ποσό των 4.258,78 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 31.12.2001. Επίσης, με την προσβαλλόμενη απόφαση αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του ΟΓΑ να καταβάλει τα πιο πάνω ποσά νομιμοτόκως, με βάση το εκάστοτε ισχύον νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας και όχι με 6% ετησίως, από την επίδοση της αγωγής (20.10.2005) έως την εξόφληση.
9. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση ο ΟΓΑ ζητά την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης κατά το μέρος που με αυτήν αναγνωρίστηκε η υποχρέωση αυτού να καταβάλει στους εφεσίβλητους κληρονόμους της ...........  το παραπάνω ποσό, προβάλλοντας ότι σύμφωνα με το νόμο, η καταβολή της ισόβιας σύνταξης δεν μπορούσε να ανατρέξει αναδρομικά πέραν των έξι μηνών από την υποβολή την 1.5.2002 της σχετικής αίτησης της ................ και συνεπώς η αναδρομική καταβολή της σύνταξης έπρεπε να καταλάβει το χρονικό διάστημα από το Δεκέμβριο του 2001 και όχι ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 31.12.2001, όπως εσφαλμένα διαλαμβάνει η πρωτόδικη απόφαση.
10. Επειδή,  σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην έκτη σκέψη, η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 39 του Ν.2459/1997, καθώς και οι σχετικές διατάξεις των Π3δ/οικ. 1078/19.3.1997 και 2/17961/0020/27.1.2000 κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και  Υγείας  και  Πρόνοιας, κατά το   μέρος αυτών με το οποίο τίθεται περιορισμός εισοδηματικής φύσης για τη χορήγηση της ισόβιας σύνταξης στη μητέρα που δεν δικαιούται πλέον το επίδομα της πολύτεκνης μητέρας, είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες ως αντικείμενες στο άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος και συνεπώς, εφαρμοστέα διάταξη τυγχάνει η  διάταξη της παρ. 4 του άρθρου  63 του   Ν. 1892/1990. εραιτέρω, ενόψει του ότι η ................. πίστευε ότι ήταν άνευ αποτελέσματος η επιδίωξη της αξιώσεώς της για το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 31.12.2001 λόγω της μεταβολής του νομοθετικού και του νομολογιακού καθεστώτος, δεν υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση ισόβιας σύνταξης μετά τη διακοπή του πολυτεκνικού επιδόματος, αλλ`όμως η αίτηση που αυτή υπέβαλε στον ΟΓΑ την 1.5.2002 για τη χορήγηση ισόβιας σύνταξης πρέπει να θεωρηθεί ότι καταλαμβάνει και το επίδικο χρονικό διάστημα.
11. Επειδή, περαιτέρω, ο ΟΓΑ προβάλλει ότι η αξίωση των κληρονόμων της ............... .... που αφορά το χρονικό διάστημα από 1.3.1997 έως 18.11.1997 έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 937 του ΑΚ και εσφαλμένα η  εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε τα αντίθετα. Ενόψει του ότι η καταβολή των περιοδικών αυτών παροχών ενεργείται ανά ημερολογιακό δίμηνο και στις αρχές του δεύτερου μήνα του διμήνου, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ.1 της απόφασης Γ1α/440/7.2.1991 των Υπουργών Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η έναρξη της παραγραφής των αξιώσεων αυτών επήλθε την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα από τη διακοπή του πολυτεκνικού επιδόματος, δηλαδή την 1.4.1997, οπότε η ..............έμαθε τη ζημία και τον υπόχρεο σε αποζημίωση. Συνεπώς, εφόσον η ένδικη αγωγή κατατέθηκε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών στις 22.11.2002 (αριθμός κατάθεσης δικογράφου 9748/2002), η αξίωση των πιο πάνω κληρονόμων για καταβολή ποσού 184.000 δρχ. (23.000 δρχ. Χ 8 μήνες) ή 539,99 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.4.1997 έως 22.11.1997 έχει παραγραφεί, κατά μερική παραδοχή του λόγου της έφεσης. 
12. Επειδή, εξάλλου, ο εκκαλών Οργανισμός προβάλλει ότι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, με την εκκαλούμενη απόφασή του, ότι για την τοκοφορία των απαιτήσεων κατά του ΟΓΑ αρκεί η αναγνωριστική αγωγή και δεν απαιτείται καταψηφιστική αγωγή. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ορθώς με την εκκαλούμενη απόφαση επιδικάστηκαν τόκοι από την επίδοση της πιο πάνω αναγνωριστικής αγωγής, δεδομένου ότι τόκοι οφείλονται και επί αναγνωριστικής αγωγής (ΣτΕ 235/2007, 3141/2006 Ολομ.).
13. Επειδή, τέλος, ο ΟΓΑ προβάλλει ότι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι ο τόκος υπερημερίας που οφείλεται από αυτόν είναι το εκάστοτε ισχύον νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας και όχι το επιτόκιο 6% που ορίζεται από το άρθρο 21 του Κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου (κ.δ. της 26.6/10.7.1944, Α`139), το οποίο έχει εφαρμογή και για τις οφειλές του, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ.1 του Ν.4169/1961, αφού το χαμηλότερο αυτό ποσοστό επιτοκίου είναι συνταγματικά θεμιτό και δεν αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας, γιατί η ως άνω διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται από λόγους δημοσιονομικούς. Οπως έχει κριθεί (ΣτΕ 802/2007 επτ., Ειδ.Δικ. 1/2005), η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου αντίκειται στα άρθρα 4 παρ.1 και 20 παρ.1 του Συντάγματος και στις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις του άρθρου 6 παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης αυτής, διότι θεσπίζει προνομιακή μεταχείριση του δημοσίου σε σχέση με τους  ιδιώτες αντιδίκους του, χωρίς να προκύπτει ότι υφίσταται κάποιος λόγος δημόσιας ωφέλειας που να καθιστά ανεκτή τη διαφοροποίηση αυτή. Συνεπώς, η διάταξη αυτή είναι ανίσχυρη και ως εκ τούτου ανεφάρμοστη και εφαρμοστέες είναι οι κανονιστικές πράξεις που ορίζουν το ποσοστό του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου υπερημερίας (άρθρο 3 του Ν.2842/2000), όπως ορθά έκρινε και το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ο αντίθετος δε λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. 
14. Επειδή, κατ΄ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη έφεση κατά το μέρος που αφορά τους .............  και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση κατά το μέρος που αναγνώρισε την υποχρέωση του ΟΓΑ να καταβάλει στους πιο πάνω εφεσίβλητους κληρονόμους το ποσό των 539,99 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.4.1997 έως 22.11.1997. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, κρατώντας την υπόθεση, δικάζει την αγωγή ως προς το κεφάλαιο αυτό και σύμφωνα με τα ανωτέρω, κρίνει ότι πρέπει να απορριφθεί αυτή κατά το αντίστοιχο μέρος της. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΔΙΑ  ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την έφεση κατά το μέρος που αφορά τους ........ .
Εξαφανίζει την 11217/2007 οριστική απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το μέρος που αναγνώρισε την υποχρέωση του ΟΓΑ να καταβάλει στους ........ το ποσό των πεντακοσίων τριάντα εννιά ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (539,99 ευρώ), για το χρονικό διάστημα από 1.4.1997 έως 22.11.1997.